Η δημόσια συζήτηση για τα θέματα της άμυνας, επικεντρώνεται αφενός σε ζητήματα διεθνών σχέσεων και διπλωματίας, αφετέρου σε τεχνικά και τακτικά ζητήματα. Υπάρχει πληθώρα άρθρων για την Τουρκία, την Αρμενία και τους Κούρδους, όπως και για το είδος των φρεγατών και τα χαρακτηριστικά των Rafale. Ωστόσο, μεταξύ της υψηλής πολιτικής και του βεληνεκούς των βλημάτων MICA, υπάρχει ένας ενδιάμεσος χώρος που απασχολεί ελάχιστα τον δημόσιο λόγο.
Ένα σημαντικό ζήτημα, το οποίο δεν τυχαίνει της προσοχής που του αναλογεί, είναι αυτό της διοίκησης και ελέγχου των ενόπλων δυνάμεων στο Αιγαίο. Το Αιγαίο αποτελεί ενιαίο χώρο. Έχουμε τη συνύπαρξη θαλάσσιου και χερσαίου περιβάλλοντος. Η ελληνική αμυντική ιδέα ενεργείας απέναντι στην τουρκική απειλή, πάσχει κυρίως στη θεώρηση της ενότητας του Αιγαίου και κατ’ επέκταση των ρυθμίσεων διοικήσεως και ελέγχου. Bασικές αδυναμίες υπάρχουν και στις αμφίβιες και αποβατικές δυνάμεις, που όμως δεν θα μας απασχολήσουν εδώ.
Το Αιγαίο απαιτεί ένα ναυτικό διοικητή, ο οποίος θα έχει υπό τις διαταγές του και τις ναυτικές και τις χερσαίες δυνάμεις των νήσων και φυσικά την ευθύνη της άμυνας. Ο Στρατός και το Ναυτικό κινούμενοι στους παραδοσιακούς τους ρόλους, βλέπουν τον ρόλο τους περιχαρακωμένα στο στοιχείο που κυριαρχεί ο κάθε κλάδος. O Στρατός μετέφερε την αντίληψή του για τη διεξαγωγή επιχειρήσεων από τον χερσαίο χώρο στα νησιά.
Εξαιτίας αυτού, η λογική της άμυνας εκεί είναι παρόμοια με εκείνη της οχυρωμένης τοποθεσίας. Τα οχυρά, δηλαδή τα νησιά, είναι επανδρωμένα και αμύνονται όταν δέχονται επίθεση. Το Ναυτικό το απασχολεί μόνο η θάλασσα και ό,τι έχει σχέση με ξηρά το θεωρεί ξένο. Η τουρκική απειλή όμως έχει δημιουργήσει μια μοναδική κατάσταση, την οποία μετά από 35 χρόνια εμπειρίας, οφείλουμε να αντιμετωπίσουμε πιο αποτελεσματικά.
Το αμερικανικό παράδειγμα προς αποφυγή του 1942
Λόγω αδυναμίας να ξεφύγουμε από παραδοσιακούς συμβατικούς ρόλους διατηρούμε την παράλογη κατάσταση, δύο διοικητές στον ίδιο χώρο να κάνουν ο καθένας τον δικό του πόλεμο! Η διατήρηση της υφιστάμενης κατάστασης στο Αιγαίο έχει τις παρακάτω συνέπειες:
Πρώτον, παραβιάζουμε την αρχή της “Ενότητας της Διοικήσεως”, η οποία δεν ικανοποιείται για τη συγκεκριμένη περίπτωση στο επίπεδο του αρχιστρατήγου. Αναλογικά, είναι σαν να έχουμε στην ξηρά για έναν τομέα δύο ξεχωριστούς διοικητές, έναν για τα οχυρά (νησιά), και έναν για τον μεταξύ τους χώρο (θάλασσα). Απουσιάζει η ενιαία διοίκηση, η οποία θα διαλέξει μεταξύ διαφόρων επιλογών, θα θέσει προτεραιότητες, θα μεταφέρει δυνάμεις από το ένα σημείο στο άλλο ή θα συγκεντρώσει όλα τα διαθέσιμα μέσα για την επίτευξη ενός αντικειμενικού σκοπού. Η ενότητα της προσπάθειας, η συνεργασία και ο συντονισμός των δύο διοικήσεων δεν επαρκεί. Είναι απαραίτητη η υπαγωγή υπό έναν διοικητή όλων των δυνάμεων και μέσων, ο οποίος να έχει την εξουσία και την ευθύνη που αρμόζει.
Είναι διδακτικό το παράδειγμα της διοίκησης στον Ειρηνικό στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το 1942 οι Αμερικανοί Αρχηγοί των Επιτελείων ύστερα από διαβουλεύσεις πέντε εβδομάδων, αποφάσισαν να διαιρέσουν τον Ειρηνικό σε δύο θέατρα: ο στρατηγός MacArthur διορίσθηκε διοικητής της περιοχής του Νοτιοδυτικού Ειρηνικού που περιλάμβανε τις Φιλιππίνες, την Αυστραλία και τα μεγαλύτερα νησιά, ενώ ο ναύαρχος Nimitz διοικούσε το υπόλοιπο του ωκεανού. Ο καθένας από τους δύο διοικητές στρατολογούσε επιτελείς από τον αντίστοιχο κλάδο για το επιτελείο του.
Μια τέτοια απόφαση ήταν αποτέλεσμα συμβιβασμού, καθόσον το Ναυτικό αρνιόταν να θέσει τον Στόλο υπό τις διαταγές άλλου πλην ναυάρχου, ο δε MacArthur ήταν αδιανόητο να τεθεί υπό διοίκηση ναυάρχου. Με δύο διοικήσεις στον Ειρηνικό ο έλεγχος ολοκλήρου του θεάτρου μεταφέρθηκε υποχρεωτικά στους ώμους των Αρχηγών Επιτελείων. Η διαίρεση αυτή δέχθηκε σωρεία κριτικών ήδη κατά τη διάρκεια του πολέμου.
Μεταπολεμικά, και ο ίδιος ο MacArthur, που αποτέλεσε την κυριότερη αιτία της διαίρεσης του Ειρηνικού, παραδέχθηκε: «Από όλες τις λανθασμένες αποφάσεις στον πόλεμο, η πιο ανεξήγητη ήταν η αποτυχία να ενοποιήσουμε τη διοίκηση στον Ειρηνικό… Η αποτυχία να ενοποιήσουμε τη διοίκηση δεν μπορεί να στηριχθεί στη λογική, στη θεωρία ούτε ακόμη στον κοινό νου. Άλλα κίνητρα οδήγησαν σε μια τέτοια διευθέτηση. Το αποτέλεσμα ήταν η διασπάθιση των προσπαθειών, η σπατάλη των δυνάμεων με τη διάχυση και το διπλασιασμό τους και η επακόλουθη παράταση του πολέμου με επιπρόσθετες απώλειες και κόστος».
Στην περίπτωση του Αιγαίου η διαίρεσή του πρέπει να αποδοθεί σε άλλα κίνητρα, πέραν της “λογικής, της θεωρίας και του κοινού νου”. Η σύγκριση δε με τον Ειρηνικό γίνεται ακόμη δυσμενέστερη για το Αιγαίο για δύο επιπλέον λόγους: αφενός οι διαστάσεις του Ειρηνικού είναι τεράστιες, αφετέρου στο Αιγαίο δεν έχουμε δύο διακριτές περιοχές επιχειρήσεων τη μία δίπλα στην άλλη αλλά τη μία μέσα στην άλλη.
Διακλαδική Περιοχή Επιχειρήσεων
Δεύτερον, σήμερα δεν υπάρχουν διακριτοί και “καθαροί” ρόλοι μεταξύ των κλάδων όπως παλιότερα. Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, οι ναυτικές δυνάμεις ακόμα και των μεγάλων χωρών έστρεψαν την προσοχή τους από τους ωκεανούς στις παραθαλάσσιες περιοχές, για την υποστήριξη διακλαδικών επιχειρήσεων, των οποίων η κύρια προσπάθεια βρίσκεται στην ξηρά. Υπάρχει δηλαδή μια μεταβολή από τις επιχειρήσεις στη θάλασσα, που ισοδυναμούν με λειτουργίες θαλάσσιου ελέγχου, σε επιχειρήσεις από τη θάλασσα, που ισοδυναμούν με επιχειρήσεις προβολής δυνάμεως, όπως οι αμφίβιες επιχειρήσεις.
Ακόμη και ο θεμελιώδης ναυτικός ρόλος, ο θαλάσσιος έλεγχος, υποστηρίζει το αμερικανικό Ναυτικό, επιτυγχάνεται με την «κατοχή νησιών, choke points, χερσονήσων και παράκτιων βάσεων κατά μήκος παραθαλάσσιων περιοχών». Το βρετανικό Ναυτικό, που διατηρεί την προσήλωση στο ναυτικό πνεύμα, στο βασικό του εγχειρίδιο σχετικά με το δόγμα, δεν αναφέρεται σε ναυτική δύναμη, αλλά στη ναυτική διάσταση των διακλαδικών επιχειρήσεων. Πηγαίνοντας μακρύτερα αναφέρει: «Ένα μαχητικό αεροσκάφος της αεροπορίας ή ένα τάγμα πεζικού του στρατού μπορούν άνετα να αποτελέσουν συστατικά στοιχεία μιας θαλάσσιας δύναμης επειδή η λέξη “θαλάσσια” αναφέρεται στο περιβάλλον στο οποίο ενεργούν και όχι στον κλάδο των ενόπλων δυνάμεων από τον οποίον προέρχονται».
Στην “προ διακλαδικότητας εποχή” ο όρος “περιοχή επιχειρήσεων” αφορούσε χερσαίες δυνάμεις. Με την εισαγωγή του όρου “Διακλαδική Περιοχή Επιχειρήσεων”, αυτός στο ΝΑΤΟ αναφέρεται πλέον σε χερσαία ή ναυτική περιοχή. Ο δε όρος “λειτουργικές διοικήσεις” αναφέρεται πλέον σε διοικήσεις που κυριαρχούν σε μια διάσταση ή περιοχή, ανεξάρτητα από τον Κλάδο που προέρχονται τα μέσα που ενεργούν σε αυτή την διάσταση. Εξάλλου αν έχουμε πρόθεση να εφαρμόσουμε σύγχρονες επιχειρησιακές αντιλήψεις περί Αντι-πρόσβασης και Απαγόρευσης Περιοχής (Antiaccess, Area Denial-A2/AD) στο Αιγαίο, χωρίς να περιμένουμε τον εχθρό στην ακτή, τότε είναι προϋπόθεση η ενιαία διοίκηση.
Ενιαίος τρόπος
Τρίτον, με τη σημερινή διαίρεση του Αιγαίου στα δύο, διοικητής της περιοχής επιχειρήσεων καθίσταται ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ. Δηλαδή ο διοικητής στρατηγικού επιπέδου αναλαμβάνει μετατρέπεται κατ’ ουσίαν σε διοικητή του τακτικού επιπέδου. Για να μετακινηθεί σήμερα μια διμοιρία στο Αιγαίο, απαιτείται ο συντονισμός από το ΓΕΕΘΑ. Εκείνο που αποκλείουμε σε κατώτερα επίπεδα, όπως κατ’ αναλογία ένας ταξίαρχος να διοικεί απευθείας λόχους, το δεχόμαστε για τον αρχηγό ΓΕΕΘΑ. Η δικαιολογία είναι ότι εμπλέκονται δύο Κλάδοι και μόνο εκείνος έχει την εξουσία να διευθύνει δυνάμεις από δύο Κλάδους. Η σημερινή κατάσταση οδηγεί ακόμη και τα ήσσονος σημασίας ζητήματα συνεργασίας στο Αιγαίο να διέρχονται και να επιλύονται μέσω ΓΕΕΘΑ!
Τέταρτον, μια ενιαία διοίκηση θα αντιμετωπίζει και θα ενσωματώνει με ενιαίο τρόπο τις διάφορες λειτουργίες. Για παράδειγμα, πολύς λόγος γίνεται αν οι προς προμήθεια φρεγάτες πρέπει να διαθέτουν αντιαεροπορική άμυνα περιοχής, Στο Αιγαίο, ωστόσο, η αντιαεροπορική άμυνα οφείλει να αντιμετωπίζεται ως ενιαία λειτουργία και όχι κάθε Κλάδος να προσέρχεται με τα δικά του όπλα, τα οποία θα συντονίζονται εκ των υστέρων.
Για όσους υποστηρίζουν την “καθαρότητα” του Ναυτικού, ας έχουν υπόψη ότι το Ναυτικό δεν είναι μόνο συνεχιστής της παράδοσης Κουντουριώτη όπως διατείνονται ορισμένοι. Δηλαδή, το Ναυτικό περιμένει τον τουρκικό στόλο να εξέλθει των Στενών και στη συνέχεια επιζητεί την καταναυμάχησή του με ευνοϊκούς όρους. Διαθέτει παράδοση διακλαδικότητας ήδη από το 1940. Τότε το ΓΕΝ δεν είχε μόνο το Αρχηγείο Στόλου υπό τις διαταγές του, αλλά και την Αεροπορία με την Ανώτατη Διοίκηση Αεροπορίας Ναυτικού και τη Διοίκηση Παράκτιας Άμυνας, που περιλάμβανε ένα σύνολο οχυρών, τορπιλοβόλων και αλιευτικών.
Μια είναι η λύση
Για την περιοχή επιχειρήσεων του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου πρέπει να δημιουργηθεί η Διοίκηση Αιγαίου. Υπό τη Διοίκηση Αιγαίου, να υπάγονται οι χερσαίες δυνάμεις που τώρα αποτελούν την ΑΣΔΕΝ, οι ναυτικές δυνάμεις και μια διοίκηση αμφίβιων δυνάμεων που θα περιλαμβάνει τις αντίστοιχες μονάδες. Για να υλοποιηθεί κάτι τέτοιο χρειάζεται πολιτική απόφαση και οι πολιτικοί κάνουν λάθος αν πιστεύουν πως πρόκειται για στρατιωτικό ζήτημα, για το οποίο οι Κλάδοι οφείλουν να συμφωνήσουν μεταξύ τους.
Ο Clausewitz μάς υπενθυμίζει ότι «είναι ζωτικής σημασίας η ανώτατη πολιτική ηγεσία να έχει συγκεκριμένη αντίληψη των στρατιωτικών ζητημάτων». Ως γνωστόν, η διακλαδικότητα στις ΗΠΑ υλοποιήθηκε με την επιμονή του Κογκρέσου, που ενέκρινε το 1986 τον σχετικό νόμο Goldwaters-Nichols. Η διακλαδικότητα, καθώς και η διοίκηση και ο έλεγχος των ενόπλων δυνάμεων πρέπει να απασχολήσουν και τη δική μας Επιτροπή Εξωτερικών και Άμυνας της Βουλής.
πηγη: slpress.gr
Γκαρτζονίκας Παναγιώτης