Έξι λευκοί αστυνομικοί της πολιτείας του Μισισιπή ομολόγησαν πως βασάνιζαν για περίπου δύο ώρες δύο Αφροαμερικανούς, χρησιμοποιώντας σεξουαλικό βοήθημα, τέιζερ και ξίφος, φθάνοντας ως το σημείο να πυροβολήσουν μέσα στο στόμα του ενός από τα θύματα, ανακοίνωσε χθες Πέμπτη το ομοσπονδιακό υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ.
Η υπόθεση αποτελεί «φρικιαστικό και απίστευτο δείγμα ανάρμοστης συμπεριφοράς αστυνομικών, η οποία δεν έχει καμιά θέση στην κοινωνία μας», τόνισε η υφυπουργός Δικαιοσύνης Κρίστεν Κλαρκ κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου, κάνοντας λόγο για πράξεις με «κίνητρο τις φυλετικές προκαταλήψεις και το μίσος».
Οι έξι αστυνομικοί, ορισμένοι από τους οποίους αναγνώρισαν πως συμμετείχαν σε αυτή που είχαν βαφτίσει «ομάδα των τραμπούκων» («Goon Squad») κι ήταν διαβόητη για τη βαρβαρότητά της, αντιμετωπίζουν πλέον δίωξη από τη δικαιοσύνη και τους έχουν αφαιρεθεί τα καθήκοντα.
Τον Ιανουάριο, εισέβαλαν «χωρίς ένταλμα», «χωρίς λόγο» σε σπίτι στη Μπράξτον, μικρή πόλη της πολιτείας του αμερικανικού Νότου, και βασάνισαν τους ενοίκους, δυο Αφροαμερικανούς, εξηγεί ανακοίνωση Τύπου του υπουργείου.
Τους πέρασαν χειροπέδες προτού τους υποβάλουν σε βασανιστήρια διανθισμένα με «ρατσιστικές ύβρεις», τόνισε η κυρία Κλαρκ.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, οι αστυνομικοί βίασαν τα θύματά τους με σεξουαλικό βοήθημα και τους έκαναν 17 ηλεκτρικές εκκενώσεις με τέιζερ που είχαν μαζί.
Τους ταπείνωσαν αναγκάζοντάς τους να καταπιούν αλκοόλ, μαγειρικό λάδι, γάλα κι άλλα υγρά. Σύμφωνα με την κυρία Κλαρκ, ο ένας υπέστη χτυπήματα με «μεταλλικό ξίφος, κούτσουρο και ξύλινο εργαλείο κουζίνας».
Το μαρτύριο, που κράτησε περίπου δύο ώρες, κορυφώθηκε όταν ο ένας από τους αστυνομικούς έβαλε το υπηρεσιακό του όπλο μέσα στο στόμα του ενός από τους δυο άνδρες. Για να τον φοβίσει, αρχικά τράβηξε τη σκανδάλη αφού είχε βγάλει τη σφαίρα από τη θαλάμη. Κατόπιν, τράβηξε τη σκανδάλη για δεύτερη φορά.
Το όπλο εκπυρσοκρότησε. Η σφαίρα του έσπασε το σαγόνι και διαπέρασε τον λαιμό του.
Οι αστυνομικοί άφησαν τα θύματά τους μέσα σε λίμνες αίματος για ώρα, κατά τη διάρκεια της οποίας συζητούσαν στο εξωτερικό του σπιτιού πώς θα συγκάλυπταν τις πράξεις τους.
Κατέστρεψαν το σύστημα βιντεοεπιτήρησης του σπιτιού, έναν από τους κάλυκες και προσπάθησαν να κάψουν τα ρούχα των θυμάτων, σύμφωνα με τις αρχές. Έβαλαν όπλο πλάι στο ένα από τα θύματα και μεθαμφεταμίνη στο σπίτι, για να υποστηρίξουν πως επενέβησαν επειδή γινόταν χρήση ναρκωτικών.
Κατόπιν, υπέβαλαν ψευδείς αναφορές και είπαν επανειλημμένα ψέματα σε ερευνητές.
Πέντε από τους κατηγορούμενους εργάζονταν στις υπηρεσίες του σερίφη της κομητείας Ράνκιν, ο έκτος ανήκε στην αστυνομία της Ρίτσλαντ.
Οι τρεις από αυτούς ομολόγησαν επίσης την ενοχή τους σε άλλη υπόθεση αστυνομικής βαρβαρότητας, που εκτυλίχτηκε τον Δεκέμβριο. Σύμφωνα με τη δικαιοσύνη, το ένα από τα μέλη της τριάδας χρησιμοποίησε τέιζερ εναντίον λευκού άνδρα και πυροβόλησε κοντά στο κεφάλι του για να του αποσπάσει ομολογία. Οι άλλοι δύο δεν επενέβησαν.