Δεν αποτελεί μυστικό ότι η φέτα, παρά τα όσα δεινά έχει κατά καιρούς υποστεί με φαινόμενα καπηλείας του ονόματος από ξένες χώρες και βιομηχανίες, κρούσματα νοθείας με αγελαδινό γάλα και πολλές ακόμα υποθέσεις που έχουν απασχολήσει την εγχώρια ή διεθνή ειδησεογραφία, παραμένει διακαής πόθος για πολλές βιομηχανίες ανά τον κόσμο. Γι’ αυτό ίσως έχει προκληθεί και αυτός ο θόρυβος με διαφορετικούς τρόπους και με αφορμή διαφορετικά ζητήματα κατά καιρούς γύρω από το διάσημο ΠΟΠ τυρί της Ελλάδας.
Η διάθεση κολοσσών της γαλακτοβιομηχανίας να επενδύσουν στη φέτα έχει διαφανεί με κάθε δυνατό τρόπο τα τελευταία χρόνια. Αυτή τη στιγμή, τρεις μεγάλοι όμιλοι με παγκόσμια παρουσία έχουν προχωρήσει σε εξαγορές –εξολοκλήρου ή μερικώς– ελληνικών επιχειρήσεων με δραστηριότητα στην παραγωγή της φέτας. Πιο πρόσφατο παράδειγμα αποτελεί η προ μερικών ημερών υπογραφή συμφωνίας μεταξύ της Μινέρβα Ελαιουργική και της αυστριακής Berglandmilch για την απόκτηση του εργοστασίου της φέτας “Χωριό” στο Επισκοπικό Ιωαννίνων.
Η εξαγορά πραγματοποιήθηκε μέσω της Desserta Hellas, εταιρεία στην οποία συμμετέχει η αυστριακή πολυεθνική, κάνοντας ένα προδιαγεγραμμένο βήμα, για το οποίο μάλιστα είχαν εκφράσει την πρόθεση να το υλοποιήσουν τόσο ο διευθύνων σύμβουλος της Berglandmilch, Γιόζεφ Μπραουνσχόφερ, όσο και ο διευθύνων σύμβουλος της Desserta, Θανάσης Πλατανιάς, σε εκδήλωση που είχε πραγματοποιηθεί στο Politia Tennis Club πριν από κάποιο διάστημα.
Η Desserta απέκτησε την εταιρεία Τυροκομεία Δωρική, στην οποία είχε εισφερθεί ο κλάδος της φέτας για λογαριασμό της Μινέρβα, με προοπτική την πώλησή της.
Μάλιστα, η Μινέρβα είχε διερευνήσει και κατά το παρελθόν το ενδεχόμενο πώλησης του εργοστασίου φέτας των Ιωαννίνων – με ενδιαφερόμενους τότε τη βιομηχανία Ρούσσας με έδρα τον Αλμυρό αλλά και τη βιομηχανία Όμηρος των Τρικάλων. Το συγκεκριμένο εργοστάσιο απέδιδε ελάχιστα στην πράξη για τη Μινέρβα, δεδομένου ότι η φέτα “Χωριό” αποτελεί ένα από τα λιγότερο δημοφιλή brands στα ψυγεία των ελληνικών σούπερ-μάρκετ.
Με κύκλο εργασιών περίπου 1,2 δισεκατομμυρίων ευρώ (2022), η Berglandmilch διαθέτει ένα ευρύ χαρτοφυλάκιο εμπορικών σημάτων στην αυστριακή αγορά, συμπεριλαμβανομένων των Schärdinger, Tirol Milch, Latella και Stainzer, και περίπου 1.500 υπαλλήλους. Η Berglandmilch προμηθεύει γάλα και γαλακτοκομικά προϊόντα όπως τυρί, βούτυρο και γιαούρτι την Αυστρία, καθώς και αρκετές ακόμα χώρες εκτός αυτής.
Η περιπέτεια του εργοστασίου των Ιωαννίνων
Το εργοστάσιο των Ιωαννίνων παραδόθηκε προς χρήση το 1991, οπότε και ολοκληρώθηκαν οι εργασίες κατασκευής του. Δημιουργήθηκε από τέσσερις τυροκομικές μονάδες που ίδρυσαν την Κοινοπρακτική Τυροκομικών Μονάδων Ιωαννίνων υπό την επωνυμία Πίνδος ΑΕΒΕ. Στη συνέχεια η οικογένεια Φιλίππου (ΦΑΓΕ) ξεκίνησε να συνεργάζεται με την Πίνδο ΑΒΕΕ, ενώ η βιομηχανική εγκατάσταση απέκτησε καινούργιες κτιριακές επιχειρήσεις.
Το 2003 η Πίνδος ΑΒΕΕ απορροφήθηκε από τη ΦΑΓΕ, με τη γνωστή γαλακτοβιομηχανία να ποντάρει αρκετά στην παραγωγή φέτας. Ωστόσο τα δεδομένα δεν εξελίχθηκαν με τον τρόπο που περίμενε η οικογένεια Φιλίππου, με αποτέλεσμα το εργοστάσιο να πουληθεί στη Μινέρβα το 2008.
Εκτός της Μινέρβα, και η ΦΑΓΕ δεν κατάφερε να χτίσει μερίδια στην ελληνική αγορά, ενώ και στον εξαγωγικό τομέα κινήθηκε σημαντικά χαμηλότερα των προσδοκιών. Μετά την πώληση του εργοστασίου στη Μινέρβα, η βιομηχανική μονάδα συνέχισε να παράγει ένα χρονικό διάστημα φέτα για λογαριασμό της ΦΑΓΕ με τη διαδικασία του φασόν.
Ο κολοσσός Lactalis και η είσοδος στην Ελλάδα
Η περίπτωση της Berglandmilch δεν είναι, ωστόσο, η μοναδική κατά την οποία ένας πολυεθνικός κολοσσός εισέρχεται στην παραγωγή φέτας εξαγοράζοντας εταιρεία και εργοστάσιο στην Ελλάδα. Προηγήθηκαν η γαλλική Lactalis, η οποία έχει εξαγοράσει πλήρως την εταιρεία SHM Hellas Πήλιον ΑΒΕΕ, με έδρα τη Β’ Βιομηχανική Περιοχή του Βόλου.
Η εν λόγω εταιρεία στις τελευταίες οικονομικές καταστάσεις του 2022 είχε κύκλο εργασιών 51,77 εκατ. ευρώ, έναντι 37,6 εκατ. ευρώ το 2021, με κέρδη προ φόρων 2,61 εκατ. ευρώ, έναντι 331,46 χιλιάδων ευρώ, αντίστοιχα, κατά τις δύο προαναφερόμενες οικονομικές χρήσεις. Η SHΜ Hellas παράγει φέτα με το εμπορικό σήμα “Greco”, την οποία εξάγει σε αρκετές αγορές του εξωτερικού, με κυριότερη αυτών τη Γερμανία.
H Lactalis αποτελεί τη μεγαλύτερη γαλακτοβιομηχανία παγκοσμίως, με τζίρο 28,3 δισ. ευρώ, ενώ έχει παρουσία με 270 επιμέρους μονάδες παραγωγής γαλακτοκομικών και τυροκομικών προϊόντων σε 51 χώρες. Το 2022 συνέλεξε 22,6 δισεκατομμύρια λίτρα γάλακτος σε παγκόσμια βάση.
Το 50% των πωλήσεών της πραγματοποιείται στην Ευρώπη, το 33% στην Αμερική και το υπόλοιπο 17% σε Αφρική, Ασία και Ωκεανία.
Το 40% του τζίρου της προήλθε την ίδια χρονιά από την παραγωγή τυροκομικών, το 19% από την παραγωγή και συσκευασία γάλακτος, το 14% από γαλακτοκομικά προϊόντα ψυγείου, το 12% από βούτυρο και κρέμα γάλακτος. Tα πιο γνωστά εμπορικά της σήματα είναι τα “President” και “Parmalat”.
Η γερμανική Hochland
Είσοδο στην Ελλάδα έχει κάνει και η γερμανική γαλακτοβιομηχανία Hochland, η οποία το 2019 απέκτησε το 25% της τυροκομικής εταιρείας Greek Family Farm (Κτηνοτροφική Μαγνησίας), με έδρα τον Αλμυρό. Η εν λόγω εταιρεία στη χρήση του 2022 είχε τζίρο 35,72 εκατ. ευρώ, από 24,46 εκατ. ευρώ το 2021, με κέρδη προ φόρων 1,21 εκατ. ευρώ, από 1,24 εκατ. ευρώ. Αντίστοιχα, για τον όμιλο Hochland οι πωλήσεις το 2023 παρουσίασαν ελαφρά αύξηση 0,3%, στους 413.800 τόνους, με τον τζίρο να ανέρχεται στα 2,25 δισ. ευρώ στο τέλος του έτους.
ΠΗΓΗ: capital.gr