Το τελευταίο αντίο στον μεγάλο Έλληνα ζωγράφο, Αλέκο Φασιανό, είπαν σήμερα συγγενείς, φίλοι, εκπρόσωποι της πολιτικής και πνευματικής ζωής του τόπου. Ο εμβληματικός ζωγράφος, αφήνει παρακαταθήκη το τεράστιο έργο του, με τα οποίο σφράγισε την εποχή του.
Η κηδεία τελέστηκε στο Κοιμητήριο Παπάγου, παρουσία του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος συνοδευόταν από τη σύζυγό του Μαρέβα Μητσοτάκη. Το παρών έδωσαν επίσης η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Προκόπης Παυλόπουλος και πολλοί άνθρωποι του Πολιτισμού.
Ο θάνατός του σκόρπισε τη θλίψη σε όλη τη χώρα, ενώ σύσσωμη η πολιτική ηγεσία τον αποχαιρέτησε με τα μηνύματά της. Μία εξ αυτών, η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου, αποχαιρέτησε τον Έλληνα ζωγράφο με ανακοίνωση, στην οποία υπογράμμισε πως το έργο του καλλιτέχνη «αποπνέει μια ιδιαίτερη αίσθηση της ελληνικότητας και καταφέρνει, με την αλήθεια του, να καταστήσει οικουμενικό το τοπικό, κατακτώντας τη διεθνή αναγνώριση».
«Θέλω να ευχαριστήσω τους μυριάδες ανθρώπους, με τα υπέροχα μηνύματα. Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι οι άνθρωποι, όταν τους βγαίνει ο καλός τους εαυτός, εκφράζονται τόσο ωραία, τόσο γλυκά, τόσο τρυφερά. Και αυτό είναι ελπίδα» είπε συγκινημένη η σύζυγός του, Μαρίζα Φασιανού. «Σε αυτούς τους χαλεπούς καιρούς βλέπουμε άσχημες συμπεριφορές. Στην περίπτωση της απώλειας έχουν βγάλει τρυφερότητα, γλυκύτητα, αγάπη, σεβασμό και ένδειξη ότι υπάρχει ελπίδα οι άνθρωποι να γινόμαστε καλύτεροι. Υπάρχουν αυτά τα αισθήματα, γιατί δεν τα επικαλούμαστε περισσότερο;».
Στεφάνια έστειλαν ο Κυριάκος και η Μαρέβα Μητσοτάκη, ο Αλέξης Τσίπρας, ο πρόεδρος της Βουλής Κωνσταντίνος Τασούλας, ο Βαγγέλης Μαρινάκης, ο Δημήτρης και η Σάντυ Κοπελούζου, η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, η οικογένεια του Σπύρου Λάτση, η πρόεδρος και τα μέλη του Συλλόγου Ελπίδα, ο δήμαρχος Αθηναίων Κώστας Μπακογιάννης, η Εθνική Πινακοθήκη, ο Γιώργος και η Άννα Νταλάρα.
Ο σπουδαίος καλλιτέχνης έφυγε από τη ζωή το βράδυ της Κυριακής σε ηλικία 87 ετών, προκαλώντας συγκίνηση στους Έλληνες, στην πολιτειακή και πολιτική ηγεσία της χώρας.
Ο σκηνοθέτης Κώστας Γαβράς μιλώντας για τον «φωτεινό» φίλο του σε επιστολή στο Γαλλικό Πρακτορείο χαιρετίζει τον “υποδειγματικό, ζωγράφο φιλόσοφο” με τον οποίο μοιράστηκαν την αγάπη της Γαλλίας, την αγάπη της Ελλάδας και την αγάπη της Κέας, νησιού των Κυκλάδων.
Ο δήμος Παπάγου-Χολαργού για τον Αλέκο Φασιανό αναφέρει για τον εμβληματικό δημιουργό: Έφυγε από τη ζωή ο συντοπίτης μας Αλέκος Φασιανός, ένας από τους μεγαλύτερους σύγχρονους Έλληνες ζωγράφους, αφήνοντας πίσω του μια μεγάλη κληρονομιά και μια σπουδαία παρακαταθήκη», αναφέρεται σε ανακοίνωση του δήμου Παπάγου-Χολαργού. Ο Αλέκος Φασιανός είχε φιλοτεχνήσει τα λογότυπα του Φεστιβάλ Παπάγου-Χολαργού και του Δημοτικού Οργανισμού Πολιτισμού Αθλητισμού και Περιβάλλοντος και ο δήμος Παπάγου-Χολαργού τον είχε τιμήσει με το “Βραβείο Περικλέους” το 2019. Προς τιμήν του το 2021, η αίθουσα που φιλοξενεί τη Δημοτική Πινακοθήκη Παπάγου-Χολαργού στο Δημαρχιακό Μέγαρο, πήρε το όνομά του, μετά από πρόταση του δημάρχου Ηλία Αποστολόπουλου.
Ποιος ήταν ο Αλέκος Φασιανός
Ο Αλέκος Φασιανός γεννήθηκε στην Αθήνα το 1935. Σπούδασε βιολί στο Ωδείο Αθηνών και ζωγραφική στην ΑΣΚΤ (1955-1960) με τον Γιάννη Μόραλη. Λίγο μετά την πρώτη του ατομική έκθεση στην Αθήνα (1960, γκαλερί Α23), πήγε στο Παρίσι με υποτροφία της γαλλικής κυβέρνησης. Εκεί παρακολούθησε μαθήματα λιθογραφίας στην Ecole des Βeaux-Αrts, κοντά στους Clairin και Dayez (1962-64). Τελικά εγκαταστάθηκε πιο μόνιμα στη γαλλική πρωτεύουσα, όπου έζησε επί 35 χρόνια, κρατώντας πάντως μια στενή και τακτική σχέση με την Ελλάδα.
Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της τέχνης του διαμορφώθηκαν βαθμιαία, στη διάρκεια της διαμονής του στο Παρίσι, όπου είχε την ευκαιρία να εξοικειωθεί, μεταξύ άλλων, με τις μοντέρνες τάσεις της δεκαετίας του 1960. Ωστόσο, σε αντίθεση με άλλους έλληνες καλλιτέχνες της γενιάς του, δεν συντάχθηκε εμφανώς με τα ευρωπαϊκά πρωτοποριακά ρεύματα της εποχής. Παρέμεινε πιστός στην παραστατική ζωγραφική και στις ελληνικές καταβολές του, διατηρώντας μέχρι τέλους το σεβασμό του για κάποια διδάγματα της γενιάς του 30, την αγάπη του για την ελληνική τέχνη (αρχαία, βυζαντινή, λαϊκή), και τους ισχυρούς δεσμούς του με τη βιωμένη εμπειρία του ελληνικού χώρου.
Στα θέματά του κυριαρχεί η ανθρώπινη φιγούρα, η οποία αποδίδεται αρχικά με μια ηθελημένη απλοϊκότητα, αλλά με τον καιρό εξελίσσεται και αποκτά μια κυρίαρχη παρουσία στο χώρο. Σχεδιάζεται σχηματοποιημένα, με λιτά και καθαρά περιγράμματα, σε συνθέσεις επίπεδες με ελάχιστη φωτοσκίαση. Συχνά το χρώμα απλώνεται έντονο και εννιαίο σε όλη την επιφάνεια της μορφής, δίνοντας μια εντυπωσιακή μνημειακότητα στην εικόνα, η οποία λειτουργεί κυρίως ποιητικά και όχι ρεαλιστικά. Τα μοτίβα που κατά καιρούς εμφανίζονται στη ζωγραφική του, τόσο τα καθαρώς ανθρωποκεντρικά (ποδηλάτες, καπνιστές, ερωτικά ζευγάρια, κ.ά) όσο και εκείνα που περιγράφουν αντικείμενα ή χώρους, προέρχονται καταρχήν από μια οικεία καθημερινότητα, η οποία όμως παίρνει μια μυθική διάσταση, ιδίως όταν υπάρχουν και άμεσες αναφορές σε πρόσωπα της ελληνικής μυθολογίας.
Είχε ασχοληθεί με την εικονογράφηση βιβλίων γνωστών ποιητών και συγγραφέων στην Ελλάδα και τη Γαλλία (των Ελύτη, Ταχτσή, Καβάφη, Aragon, Apollinaire κ.ά.). Είχε επίσης σχεδιάσει αφίσες και γραμματόσημα. Ως σκηνογράφος και ενδυματολόγος συνεργάστηκε με το Εθνικό Θέατρο, το Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν και άλλους θιάσους, σε παραστάσεις αρχαίου δράματος και σύγχρονων έργων.
Ο Αλέκος Φασιανός είχε εκδόσει δικά του κείμενα, πεζά και ποιητικά. Το 2000 φιλοτέχνησε έργα για το Σταθμό Μεταξουργείο του αθηναϊκού Μετρό. Έχουν γυριστεί τέσσερις ταινίες για το έργο του, από την ελληνική και τη γαλλική τηλεόραση, ενώ κυκλοφορούν αρκετές μονογραφίες του. Το 1999 βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών και το 2010 τιμήθηκε από τη γαλλική κυβέρνηση με το παράσημο της Legion d’Honneur (Officier des Lettres et des Arts).
Παρουσίασε το έργο του σε περισσότερες από 70 ατομικές εκθέσεις στην Ελλάδα και σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις. Η τελευταία αναδρομική του έκθεση έγινε στην Εθνική Πινακοθήκη (2004), με τίτλο Φασιανός, Μυθολογίες του καθημερινού. Συμμετείχε επανειλημμένα σε ομαδικές εκθέσεις και διεθνείς διοργανώσεις στην Ελλάδα και σε άλλα μέρη του κόσμου (Μπιενάλε Sao Paulo 1971, Μπιενάλε Βενετίας 1972, Ευρωπάλια, Βρυξέλλες 1982, Μπιενάλε Γραφιστικής Μπάντεν – Μπάντεν 1985, κ. ά.).