Γράφει ο Πάνος Ν. Αβραμόπουλος
To momentum στην πολιτική είναι καθοριστικής σημασίας, δοθέντος ότι αποτυπώνει την διάταξη των πολιτικών δυνάμεων, τα υφιστάμενα αντικρουόμενα συμφέροντα, αλλά και την τροπή που μπορούν να πάρουν τα πράγματα στην πορεία της χώρας. Υπο αυτό το πρίσμα ουδείς θα μπορούσε αλαζονικά, να παραβλέψει τις υφιστάμενες πολιτικές ισορροπίες, αλλά και την δυνατότητά τους να διαμορφώσουν δυναμικά ανα πάσα στιγμή, την εξέλιξη των πολιτικών μας πραγμάτων. Στο φάσμα της πολιτικής επικοινωνίας ωστόσο, πέρα απο τις υφιστάμενες ισορροπίες, διαδραματίζει ρόλο καθοριστικό, αυτή καθ΄αυτή η πολιτική στιγμή. Έτσι μια πολιτική τοποθέτηση, ενώ μπορεί να εξυπηρετεί άψογα μια στρατηγική επιλογή σήμερα, μπορεί να την αντιστρατεύεται την επόμενη εβδομάδα, αν τα πολιτικά γεγονότα την έχουν ξεπεράσει.
Αυτή η «δυσπλασία» εμφανίζεται και με τις τοποθετήσεις μερικών κυβερνητικών στελεχών, που προξενούν με τις τοποθετήσεις τους «δέος» στα συστημικά μέσα ενημέρωσης, ενώ στην ουσία λειτουργούν επικουρικά και γόνιμα στην υλοποίηση των στρατηγικών επιλογών της κυβέρνησης. Ομως πολιτικό θέμα δημιουργείται, όταν κάποιες δηλώσεις είναι υπερβολικές, χωρίς μέτρο, πέραν των ορίων της στρατηγικής της κυβέρνησης, ή όταν αυτές κατατίθενται σε μια χρονική στιγμή και τελικά γίνονται γνωστές στα ΜΜΕ, όταν τα αντικειμενικά δεδομένα έχουν αλλάξει και το πολιτικό παιχνίδι παίρνει άλλη τροπή. Η τοποθέτηση έτσι του κ-ου Νίκου Βούτση, ότι πρωτίστως θα πληρωθούν μισθοί και συντάξεις και έπειτα θα αποπληρωθεί η δόση στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, εκφράστηκε απο τον υπουργό πρό ημερών. «Παίχτηκε» όμως δημόσια μέρες αργότερα, που οι εξελίξεις έτρεχαν και είχαν δημιουργηθεί νέα δεδομένα. Βέβαια στην προκείμενη περίπτωση ο υπουργός έστειλε ένα σαφές μήνυμα – μεσούσης της διαπραγμάτευσης με τους εταίρους – ότι προέχει η ικανοποίηση των τρεχουσών οικονομικών υποχρεώσεων πρός τον ελληνικό λαό και συνεπώς πρέπει να ανατραπεί άμεσα το πλαίσιο ασφυξίας στην ρευστότητα, που μας έχουν επιβάλλει οι δανειστές μας. Αλλά ευρύτερα, ο συγχρωτισμός σοβαρών δημόσιων τοποθετήσεων, με τα δεδομένα που τρέχουν και σε μια τόσο κρίσιμη περίοδο για την επιβίωση της χώρας, είναι κάτι που θα πρέπει να προσεχθεί επιμελώς.
Η ελληνική κυβέρνηση υπο τους ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ προσήλθε στην τράπεζα των διαπραγματεύσεων με την παγία θέση, ότι δεν θα αποδεχτεί νέες περικοπές σε μισθούς, συντάξεις, επιβολή νέων φόρων που θα πλήξουν τις χαμηλότερες ήδη πληγείσες εισοδηματικές μας τάξεις, αλλά και περαιτέρω αποδόμηση των εργασιακών σχέσεων. Παράλληλα υπέβαλλε ένα εύτολμο και ριζοσπαστικό πακέτο μεταρρυθμίσεων και εναλακτικών τρόπων χρηματοδότησης, που έδωσε την δυνατότητα να γίνει ένα σοβαρό βήμα εμπρός, στην κοπιώδη πορεία της διαπραγμάτευσης. Το πακέτο αυτό αποτιμήθηκε οικονομικά και διανθίστηκε παράλληλα, με εξειδικευμένες προτάσεις που προέκυψαν κατά την διάρκεια της διαπραγμάτευσης. Διαφαίνεται έτσι, ότι στην μαραθώνια αυτή προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης με τους εταίρους, έχουν αμβλυνθεί οι οξείες γραμμές αμοιβαίως και εκφράζεται η πίστη ότι θα επέλθει συμφωνία, που θα δώσει την δυνατότητα στην κυβέρνηση, να ξεκινήσει αμέσως το δύσκολο και πολυεπίπεδο ανορθωτικό της έργο. Όμως υπάχουν στην μακρά αυτή διαπραγματευτική πορεία και σοβαροί ανασταλτικοί παράγοντες, όπως η εμμονή των εταίρων, στην περικοπή των επικουρικών συντάξεων και του εφάπαξ, αλλά και στην ειδεχθή κοινωνικά μαζική απελευθέρωση των απολύσεων, που πάραυτα εγγίζει λίγες μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις. Όμως στεντόρεια τη φωνή, η ελληνική κυβένρηση εμμένει στην θέση της, ότι δεν μπορεί να δεχτεί τέτοια υφεσιακά και αντικοινωνικά συνάμα μέτρα και αντιπροτάσσει άλλες εναλλακτικές δυνατότητες χρηματοδότησης, που δεν θα θίξουν τις αδύναμες κοινωνικές μας ομάδες.