Με διπλό πρόσωπο προχωρά η ανάπτυξη στις κατασκευές της χώρας. Σύμφωνα με έρευνα του ΙΟΒΕ για λογαριασμό του ΤΜΕΔΕ που παρουσιάστηκε εχθές με την παρουσία του προέδρου του Ταμείου, κ.Κωνσταντίνου Μακέδου για τις κατασκευές που φτάνουν μέχρι και το 2023 το κομμάτι των δημόσιων έργων και υποδομών έχει σχεδόν επανέλθει στα επίπεδα προ κρίσης ενώ το κομμάτι της ιδιωτικής κατασκευής μετά την σχεδόν εξαφάνιση του την προηγούμενη δεκαετία της οικονομικής κρίσης ανακάμπτει αλλά με σαφώς πιο αργούς ρυθμούς.
Αυτή η ανισότητα δημιουργεί ένα μεγάλο χάσμα ανάμεσα στην γενική επαναφορά του κλάδου σε επίπεδα προ κρίσης και δείχνει ότι ειδικά η ιδιωτική κατασκευή έχει να διανύσει ακόμα πολύ δρόμο.
Για παράδειγμα το 2005 η χώρα παρουσίασε μια αξία παραγωγής κατασκευής ύψους 30,79 δισ. ευρώ και το 2023 12,79 δισ. ευρώ, δηλαδή λιγότερο από το μισό σε σχέση με τότε. Το ενδιαφέρον σημείο είναι πως το τμήμα των δημοσίων έργων και υποδομών είναι πάνω-κάτω στα ίδια επίπεδα (γύρω στα 10 δισ. ευρώ) η μεγάλη διαφορά εντοπίζεται στις κατοικίες (δηλαδή στην ιδιωτική κατασκευή) όπου το 2005 είναι σχεδόν 20 δισ. ευρώ και το 2023 περίπου 3 δισ. ευρώ.
Παράλληλα η κερδοφορία στις κατασκευές καταγράφει μια κάθετη πτώση από το 2008 και μετά που σχεδόν φτάνει στο μηδέν το 2017 και έκτοτε ανακάμπτει αλλά με πολύ μικρό ρυθμό ανόδου. Για παράδειγμα έχουμε την χρονιά ρεκόρ του 2006 με την κερδοφορία να αγγίζει τα 13,20 δισ. ευρώ, το 2012 πέφτει σε 2,9 δις. ευρώ (σχεδόν 90% κάτω), το 2017 πρακτικά μηδενίζεται με μόλις 31,7 εκατ. ευρώ (δηλαδή σχεδόν 99% κάτω από το 2006) και το 2022 κινείται σε πολύ χαμηλά επίπεδα με 1,45 δισ. ευρώ.
Μεγάλο πλήγμα αναδεικνύεται από την έρευνα του ΙΟΒΕ και στο θέμα της απασχόλησης. Από τις 386 χιλιάδες θέσεις εργασίας του κλάδου το 2008, φτάνουμε τις 207 χιλιάδες το 2012, τις 191 χιλιάδες το 2017 και το 2022 βλέπουμε μια ανεπαίσθητη αύξηση στις 197 χιλιάδες. Με λίγα λόγια η Ελλάδα παραμένει μια χώρα με μικρό αριθμό απασχολούμενων στον κατασκευαστικό κλάδο, 15 χρόνια μετά την έναρξη της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης το 2008.
Απογοητευτική παραμένει και η εικόνα του ποσοστού των επενδύσεων σε κατασκευές ως ποσοστό του ΑΕΠ μεταξύ των χωρών της ΕΕ με τη χώρα μας να είναι σταθερά στην τελευταία θέση. ι επενδύσεις σε κατασκευές αντιστοιχούσαν στο 4,8% του ΑΕΠ το 2022, έναντι 14,7% το 2007, ενώ η απόκλιση για το 2022 σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ των 27 υπερβαίνει τις 6 ποσοστιαίες μονάδες.
Πρωταθλήτρια το 2022 ήταν η Ρουμανία με 16,7% επί του ΑΕΠ, δεύτερη έρχεται η Ουγγαρία με 15,4% και τρίτη η Φινλανδία με 15%. Στον αντίποδα η χώρα μας είναι τελευταία με 4,8%, προτελευταία η Ιρλανδία με 5,9% και τρίτη από το τέλος η Βουλγαρία με 7,6%.
Οι άδειες για νέες οικοδομές έχουν μια πιο ενθαρρυντική εικόνα καθώς το 2023 έφτασαν τις 27,2 χιλιάδες και αυξανόμενες από το 2002 που ήταν 24,9 χιλιάδες αλλά και τις 13,8 χιλιάδες του 2017 και το 12,6 χιλιάδες του 2016 που ήταν και η χαμηλότερη καταγραφή του ΙΟΒΕ. Ωστόσο είμαστε πολύ μακριά από τα στατιστικά της δεκαετίας του 2000 καθώς το 2004 είχαμε 60,6 χιλιάδες άδειες, το 2006 73,9 χιλιάδες άδειες και 79,4 χιλιάδες το 2007 όπου συναντάμε την υψηλότερη καταγραφή. Έκτοτε η πτώση ήταν διαρκής αλλά και η καμπύλη ανόδου από το 2017 και τούδε. Εδώ γίνεται και πιο κατανοητό γιατί η ιδιωτική κατασκευή είναι ακόμα τόσο πίσω σε σχέση με τις επιδόσεις της δεκαετίας του 2000.
Πολύ ενδιαφέρον στοιχείο είναι οι τιμές των οικιστικών οικιών που έφτασε στον “πάτο” την διετία 2012-2013, ισοφάρισαν την επίδοση του 2007 περίπου το 2019 και πλέον κινούνται σε επίπεδο ανώτερα εκείνης της χρονιάς. Στα ίδια περίπου επίπεδα κινείται και το κόστος κατασκευής.
Περνώντας στην τραπεζική χρηματοδότηση των κατασκευών ερχόμαστε αντιμέτωποι με ένα πραγματικό Βατερλώ. Η χρηματοδότηση από σχεδόν 14 δισ. ευρώ το 2007 έφτασε κάτι παραπάνω από 2 δισ. ευρώ την οκταετία 2012-2020 και τώρα κινείται στα επίπεδα των 4 δισ. ευρώ δείχνοντας πως και εκεί είμαστε πολύ πίσω σε σχέση με την δεκαετία του 2000. Η δε χρηματοδότηση νέων στεγαστικών δανείων από περίπου 15 δισ. ευρώ το 2007 από το 2015 και μετά κινείται κάτω από τα 2 δισ. ευρώ με την καμπύλη να έχει το 2021 και το 2022 ελαφρώς ανοδική τάση.
Σε σχέση με τους δημόσιους διαγωνισμούς άνω του 1 εκατ. ευρώ σύμφωνα με τα στοιχεία του ΣΑΤΕ έχουμε μια σαφέστατη ανοδική πορεία καθώς το πληθος των δημοπρατήσεων από 714 το 2018 με διακυμάνσεις έφτασε 1.218 έργα το 2023. Ίδια εικόνα έχουμε και στον συνολικό προϋπολογισμό των δημοπρατούμενων έργων που από τα 3,1 δισ. ευρώ του 2018 έφτασε τα 6,91 δισ. ευρώ το 2023. Παράλληλα οι εκπτώσεις έχουν περιοριστεί σημαντικά από το 57,2% το 2018 σε 22,6% το 2023.
Τώρα για το ανεκτέλεστο των πέντε μεγάλων κατασκευαστικών Ομίλων της χώρας, έχουμε μια σαφή εικόνα εντυπωσιακής αύξησης των μεγεθών καθώς από τα 5,37 δισ. ευρώ (όλοι μαζί οι Όμιλοι) φτάσαμε τα 6,79 δισ. το 2021 και σχεδόν τριπλασιάστηκε το 2023 με 15,35 δισ. ευρώ.
Μαζί με τους πόρους από τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης εκτιμάται ότι για έργα με άμεση σχέση με τις Κατασκευές θα κινητοποιηθούν την περίοδο 2022-2026 συνολικά €23,9 δισ. ευρώ. Σε σύνολο 23,9 δισ. ευρώ οι κινητοποιούμενοι πόροι 2022-2026 είναι: Επιχορηγήσεις 12,8 δισ. ευρώ και δάνεια 11.1 δισ. ευρώ. Ως αποτέλεσμα οι επενδύσεις σε Κατασκευές -κυρίως στις υποδομές- εκτιμάται ότι θα ενισχύσουν σημαντικά το μερίδιό τους στο ΑΕΠ. Μέχρι το 2026 εκτιμάται πως θα έχουμε επιπλέον επενδύσεις σε υποδομές και κατοικίες ετησίως που θα φτάσουν μέχρι και το 3,8% του ΑΕΠ.
Μεσοπρόθεσμα εκτιμάται ότι η αξία παραγωγής των κατασκευαστικών έργων υποδομών και κατοικιών θα υπέρ-διπλασιαστεί σε σύγκριση με το επίπεδο που είχε το 2020. Η ετήσια αξία παραγωγής (πωλήσεις) των Κατασκευών εκτιμάται ότι θα πλησιάζει τα 18 δισ. ευρώ το 2025.
Η έλλειψη του ανθρώπινου δυναμικού καταγράφεται σήμερα ως το νούμερο ένα πρόβλημα στις κατασκευές. Για το 2023 η εκτίμηση είναι πως υπήρχε κενό 23 χιλιάδων θέσεων εργασίας, ενώ για φέτος η έλλειψη αυτή θα εκτοξευθεί στις 51 χιλιάδες και το 2025 θα ανέβει ακόμα περισσότερο σε 55 χιλιάδες κενές θέσεις εργασίας. Εδώ αναμένονται πολλά τόσο από διακρατικές συμφωνίες με τρίτες χώρες (π.χ Αίγυπτος, Ινδία) αλλά και στα προγράμματα κατάρτισης των ίδιων των κατασκευαστικών επιχειρήσεων. Δυστυχώς η έρευνα δεν είχε ποσοστικά στοιχεία για τις κατηγορίες εργαζομένων δηλαδή τις ελλείψεις σε επιστημονικό προσωπικό, τεχνίτες και εργάτες.
Το στοίχημα με την απασχόληση των Ελλήνων στις κατασκευές είναι απογοητευτικό καθώς τα ευρήματα της έρευνας του ΙΟΒΕ καταδεικνύουν πως η Ελλάδα βρίσκεται στην τελευταία θέση μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ27 ως προς τη συμμετοχή των νέων στο εργατικό δυναμικό του κλάδου των κατασκευών. Από το 9,5% του 2008 φτάσαμε σε μόλις 1,2% των νέων 15-24 ετών το 2020 και πλέον το 2023 ανήλθε σε 3,4%. Τα υψηλότερα ποσοστά τα συναντάμε σε Αυστρία με 14%, Ιρλανδία με πάνω από 12% και Δανία κάτι λιγότερο του 12%.
Σύμφωνα με τον ΙΟΒΕ Οι κατασκευαστικές εταιρίες θα πρέπει να εξετάσουν δράσεις για να αμβλύνουν το πρόβλημα:
• Επαναξιολόγηση μισθών και παροχών
• Εφαρμογή προγραμμάτων κατάρτισης και μαθητείας για την ανανέωση των δεξιοτήτων και την ανάπτυξη ειδικευμένων εργαζομένων
• Χρήση νέων τεχνολογιών και αυτοματισμών για τη βελτίωση της παραγωγικότητας και τη μείωση της εξάρτησης από τη χειρωνακτική εργασία
• Βελτίωση των συνθηκών εργασίας
• Προώθηση της εικόνας/απήχησης του κατασκευαστικού κλάδου
• Στενότερη διασύνδεση με τα πανεπιστήμια
Του Νίκου Καραγιάννη από το ypodomes.com