Οι ερευνητές του ΟΗΕ για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Μιανμάρ επανέλαβαν σήμερα την έκκλησή τους για «πλήρη και ανεμπόδιστη πρόσβαση» στη χώρα, υπογραμμίζοντας ότι εκτυλίσσεται μια ανθρωπιστική κρίση.
«Είναι σημαντικό για εμάς να δούμε με τα ίδια μας τα μάτια τα μέρη όπου έχουν σημειωθεί οι καταγγελλόμενες αυτές παραβιάσεις και να μιλήσουμε απευθείας με τους ανθρώπους που έχουν πληγεί και τις αρχές», δήλωσε ο επικεφαλής της αποστολής έρευνας του ΟΗΕ στη Μιανμάρ Μαρζούκι Ντάρουσμαν.
Ο επικεφαλής της αποστολής ζήτησε από το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ περισσότερο χρόνο για να ερευνηθούν οι καταγγελίες για μαζικούς φόνους, βασανιστήρια, σεξουαλική βία και χρήση ναρκών, αλλά και την πυρπόληση χωριών στην Πολιτεία Ραχίν.
«Θα πάμε όπου μας οδηγήσουν τα στοιχεία», τόνισε ο Ντάρουσμαν προτού ζητήσει την παράταση κατά έξι μήνες ως τον Σεπτέμβριο του 2018 της αποστολής έρευνας στη Μιανμάρ.
Από την πλευρά του ο πρεσβευτής της χώρας στον ΟΗΕ, ο Χτιν Λιν, επεσήμανε ότι το αίτημα του Ντάρουσμαν «δεν βοηθά», ενώ τόνισε ότι η Μιανμάρ λαμβάνει λελογισμένα μέτρα ασφαλείας εναντίον τρομοκρατών και καταβάλλει προσπάθειες για την αποκατάσταση της ειρήνης.
Στο μεταξύ η Διεθνής Αμνηστία εκτίμησε σήμερα ότι η ηγέτιδα της Μιανμάρ Αούνγκ Σαν Σου Κι ασκεί «την πολιτική της στρουθοκαμήλου» σε ό,τι αφορά «τις φρικαλεότητες» που εκτυλίσσονται στην Πολιτεία Ραχίν.
«Υπάρχουν αδιαμφισβήτητες αποδείξεις ότι οι δυνάμεις ασφαλείας επιδίδονται σε μια εκστρατεία εθνοκάθαρσης», αναφέρει η μη κυβερνητική οργάνωση, η οποία εξέφρασε την απογοήτευσή της που η βραβευμένη με Νόμπελ Ειρήνης ηγέτιδα της Μιανμάρ δεν κατήγγειλε στη σημερινή της ομιλία τον ρόλο του στρατού στις συγκρούσεις αυτές που έχουν ωθήσει περισσότερους από 410.000 Ροχίνγκια να αναζητήσουν καταφύγιο στο Μπανγκλαντές.