Του Κωνσταντίνου Παντελή
Την περασμένη εβδομάδα δύο γεγονότα που φαινομενικά δεν έχουν καμία σχέση το ένα με το άλλο κατέδειξαν τη μεγαλύτερη ίσως από τις παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας, αυτή του διχασμού γύρω από ένα διπολικό σύστημα.
Το πρώτο γεγονός είναι η συναυλία της αμερικανίδας τραγουδίστριας της pop μουσικής Lady Gaga στο ΟΑΚΑ. Από καιρό πολλοί μιλούσαν για τη συναυλία της χρονιάς, μια και η έλευση και μόνο της εκκεντρικής pop star υποσχόταν πολλά τόσο για την ίδια της την εμφάνιση στην Ελλάδα όσο και για την ποιότητα του show που θα προσέφερε. Τι κι αν η προσέλευση και η ζήτηση των εισιτηρίων δεν είχαν τα αναμενόμενα από τους διοργανωτές αποτελέσματα; Από την άφιξή της στο αεροδρόμιο Ελευθέριος Βενιζέλος όπου εμφανίστηκε ως παραλλαγμένη Αφροδίτη, έως και την τελευταία της ερμηνεία το βράδυ της 19ης Σεπτεμβρίου η διάσημη star αποθεώθηκε από τους θαυμαστές και τις θαυμάστριές της εν μέσω ζητωκραυγών. Και βέβαια κάποιος θα αναρωτηθεί τι το ξεχωριστό είχε αυτή η περίπτωση από άλλες, ανάλογες συναυλίες μεγάλων ονομάτων της παγκόσμιας μουσικής σκηνής στην Ελλάδα. Η ειδοποιός διαφορά έγκειται στη μεγάλη έκταση που έλαβε η δημόσια κριτική στα social media για την ίδια τη Gaga, τη συναυλία της αλλά και αυτούς που επρόκειτο να την παρακολουθήσουν.
Ξαφνικά, το φιλοθεάμον και μη κοινό χωρίστηκε στα δύο, ανάμεσα σε αυτούς που ανυπομονούσαν να βρεθούν στη συναυλία της 19ης Σεπτεμβρίου στο ΟΑΚΑ και σε αυτούς που τους λοιδορούσαν τόσο για αυτή τους την επιλογή, όσο και για τις ευρύτερες μουσικές τους επιλογές και τα πρότυπα που αυτοί ακολουθούν. Από την άλλη, κάποιοι από αυτούς που θα πήγαιναν να παρακολουθήσουν τη Gaga επί σκηνής βρέθηκαν να υπερασπίζουν τις προσωπικές τους μουσικές κυρίως προτιμήσεις ιδιαίτερα μέσα από τα ρεπορτάζ ορισμένων ΜΜΕ για τους λόγους που επέλεγαν να παρακολουθήσουν μια τέτοια συναυλία.
Το δεύτερο σημαντικό γεγονός συνέβη το απόγευμα της ίδια μέρας, οπότε και κορυφώθηκαν οι εκδηλώσεις μνήμης στο πλαίσιο της συμπλήρωσης ενός χρόνου από την άγρια δολοφονία του Παύλου Φύσσα στο Κερατσίνι, με τον δράστη να έχε σχέση με τη Χρυσή Αυγή. Και ήρθε η ώρα η ελληνική κοινωνία, τουλάχιστον σε ένα μικρόκοσμο, να χωριστεί πάλι στα δύο.
Ο διπολισμός έκανε ακόμα μια φορά την εμφάνισή του και στις διαδικτυακές συζητήσεις και σχόλια έπρεπε κάποιος να πάρει θέση σε πτυχές από το εάν έπρεπε να κλείσουν οι δρόμοι στο κέντρο ή όχι για τη συναυλία με φόντο τη μάχη κατά του ρατσισμού μέχρι και τις αναφορές στη διάκριση των περιστατικών της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα και αυτής των δύο μελών της Χρυσής Αυγής. Αναπόφευκτα, το ποιά άποψη θα υιοθετούσε κάποιος σε ένα μικρής έκτασης σχόλιο τις περισσότερες φορές ταυτιζόταν με το εάν είναι κατά του φασισμού και της Χρυσής Αυγής ή όχι. Και όσοι δεν φαίνονταν πολιτικά ορθοί λοιδορούνταν ακόμα μια φορά.
Κι αυτό ακριβώς είναι ίσως το μεγαλύτερο πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας (και) στον καιρό της κρίσης που διανύουμε. Έχουμε μια τάση να χωριζόμαστε σε δύο εκ διαμέτρου αντίθετους πόλους, να διαλέγουμε στρατόπεδα, ηθελημένα ή ανεπαίσθητα σε ό,τι αφορά τις περισσότερες πτυχές της κοινωνικής μας ζωής. Και το πιο θλιβερό είναι ότι αυτό το φαινόμενο βρίθει ακόμα περισσότερο στη νέα γενιά, στους ανθρώπους με τα καθαρά μυαλά, σε αυτούς πάνω στους οποίους εναπόκειται το μέλλον και η βιωσιμότητα αυτού του τόπου.
Ο διάλογος πολλές φορές λαμβάνει τη χροιά της επίθεσης στις προσωπικές απόψεις του καθενός και την παράλληλη υπεράσπισή τους από την αντίθετη συνδιαλεγόμενη πλευρά. Απώτερη συνέπεια είναι η σταδιακή έλλειψη του σεβασμού της διαφορετικότητας στις απόψεις, στις προτιμήσεις καθώς και στον τρόπο ζωής και δράσης των μελών μιας ευνομούμενης κοινωνίας. Και σίγουρα η χιλιοειπωμένη φράση ότι σε περιόδους κρίσης δημιουργούνται μεγάλες ευκαιρίες είναι καθόλα αληθής, αλλά οι ευκαιρίες που αξίζει να ακολουθήσουμε σε αυτές τις περιπτώσεις πρέπει να είναι αυτές που θα διαλύσουν τις παθογένειες που μας ταλανίζουν για πολλά χρόνια και αυτές που θα μας οδηγήσουν στην πρόοδο και την οριστική φυγή από το οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό τέλμα. Και ο σεβασμός και η κατανόηση της διαφορετικότητας των επιλογών δεν είναι ο στόχος αλλά το μέσο, το οποίο μαζί με τη σωστή παιδεία θα μας οδηγήσει εκεί.