Γράφει ο Ceteris Paribus
Οι ελληνικές τράπεζες δεν ήταν μόνο ο «μεγάλος ασθενής» της ελληνικής κρίσης, αλλά και το κορυφαίο «αντικείμενό» της. Μιλούμε για το μεγαλύτερο οικονομικό asset της χώρας και θα ήταν αφέλεια να πιστέψει κανείς ότι όλοι οι επίδοξοι «σωτήρες» τους, ήθελαν απλώς να τις σώσουν…
Αυτό που πραγματικά συνέβη -και συμβαίνει- είναι ότι διεξαγόταν και εξακολουθεί να διεξάγεται σκληρή η μάχη για τον έλεγχό τους. Μπορεί στο πρώτο διάστημα, μέχρι και το 2012, η έμφαση να ήταν στη σωτηρία τους από την κατάρρευση αν και η κατάληξη της όλης προσπάθειας δεν ήταν σαφής, από το 2013 όμως τα πράγματα άλλαξαν: οι προσπάθειες «σωτηρίας» των τραπεζών εντάσσονται πλέον σε σχέδια ελέγχου τους!
Ποιο είναι το έδαφος στο οποίο διεξάγεται αυτή η μάχη για τον έλεγχό τους; Ποιος θα είναι το πραγματικό «αφεντικό», δεδομένου ότι με τα δύο «πακέτα» ανακεφαλαίωσης για ένα κρίσιμο μεταβατικό διάστημα μερικών ετών η πλειονότητα του μετοχολογίου τους θα είναι υπό δημόσιο έλεγχο.
Ο αποφασιστικός «κρίκος» του δημόσιου ελέγχου είναι το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), που κατέχει τις μετοχές οι οποίες αντιστοιχούν στα δημόσια κεφάλαια που διατίθενται για την ανακεφαλαίωσή τους. Το Δημόσιο, διά του ΤΧΣ, είχε αποκτήσει τη συντριπτική πλειονότητα των μετοχών των τραπεζών ύστερα από τη διάθεση των πόρων του πρώτου «πακέτου» ανακεφαλαίωσης. Στη συνέχεια, με τις αυξήσεις κεφαλαίου το ποσοστό αυτό μειώθηκε, αλλά ακόμη και στην προπορευόμενη στην ιδιωτικοποίηση EFG Eurobank, το Δημόσιο εξακολουθούσε να είναι ο πλειοψηφών μέτοχος. Με τη νέα ανακεφαλαίωση των τραπεζών από το νέο «πακέτο» των 25 δισ. ευρώ που προβλέπει το τρίτο μνημόνιο, το ποσοστό του Δημοσίου στο μετοχολόγιο των τραπεζών θα αυξηθεί ξανά σε επίπεδα πάνω από το 70%.
Μέχρι και τις εκλογές του Ιανουαρίου και με τον «επερχόμενο» τότε ΣΥΡΙΖΑ να έχει διακηρύξει πως θα θέσει τις τράπεζες υπό δημόσιο έλεγχο, υπήρχε μια θεμελιώδης ασάφεια στο παιχνίδι για τον έλεγχο των τραπεζών, δηλαδή για το ποιος ελέγχει το μετοχολόγιο των τραπεζών που ανήκει στο Δημόσιο. Αυτή η ασάφεια προέκυπτε από μια άλλη: την ασάφεια σχετικά με το ποιος ελέγχει το ΤΧΣ. Ο νόμος της ίδρυσής του επέτρεπε στη «συμμαχία» ελληνικό Δημόσιο (διά της εκάστοτε κυβέρνησης) και Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) να έχουν την πλειονότητα των μελών του Δ.Σ. του ΤΧΣ – και έτσι να το ελέγχουν.
Με την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβερνητική εξουσία, ο αγώνας για τον έλεγχο του ΤΧΣ παροξύνθηκε. Η προηγούμενη κυβέρνηση εκδήλωσε δημόσια την πρόθεσή της να νομοθετήσει με τρόπο που θα εξασφαλίζει τον έλεγχο του ΤΧΣ από το ελληνικό Δημόσιο. Χάνοντας όμως τη μάχη των διαπραγματεύσεων με τους δανειστές, υποχρεώθηκε να υπογράψει στο νέο μνημόνιο ότι θα νομοθετήσει στην εντελώς αντίθετη κατεύθυνση: στην πλήρη απεξάρτηση του ΤΧΣ από τις παρεμβάσεις των ελληνικών κυβερνήσεων, επομένως και του ελληνικού Δημοσίου.
Έτσι, το μεγάλο πρότζεκτ της νέας ανακεφαλαίωσης των ελληνικών τραπεζών θα εδράζεται σε ένα νόμο που θα δίνει, καθαρά και χωρίς διαμφισβητήσεις, τον έλεγχο των τραπεζών στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM), την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Κομισιόν).1 Με λίγα λόγια, ο έλεγχος των τραπεζών περνάει σε «ξένα χέρια»! Τα οποία, κατά τους στίχους γνωστού ελληνικού λαϊκού άσματος, θα αποδειχτούν «μαχαίρια», με δύο τρόπους:
α. Επειδή διακηρυγμένος στόχος της ανακεφαλαίωσης είναι η εξυγίανση και στη συνέχεια η ιδιωτικοποίηση, το άμεσο ευρωπαϊκό μάνατζμεντ στην ιδιωτικοποίηση σημαίνει τον αναπόφευκτο «αφελληνισμό» των τραπεζών. Τα έως τώρα «κόλπα» και το «κατενάτσιο» της ΤτΕ και των ελληνικών κυβερνήσεων παραμερίζονται και οι γενναία ανακεφαλαιούμενες ελληνικές τράπεζες θα γίνουν «φιλέτα» για τα ξένα funds, που εύκολα θα τις «αρπάξουν»…
β. Επειδή είναι η τελευταία ανακεφαλαίωση που θα γίνει με δημόσιο χρήμα. Με τον ίδιο νόμο για το ΤΧΣ, θα επέλθουν αλλαγές με βάση τις οποίες στο εξής για κάθε πιθανή μελλοντική εξυγίανση των τραπεζών θα ευθύνονται πλέον οι πιστωτές της: με τη σειρά, μέτοχοι, ομολογιούχοι, καταθέτες.
Το «παιχνίδι» με τις ελληνικές τράπεζες, λοιπόν, φαίνεται πως τελειώνει. Περνάνε σε «ξένα χέρια», «αφελληνίζονται». Και αυτό είναι τόσο σημαντικό ή τόσο επουσιώδες, όσο καθένας μπορεί να αντιληφθεί…
Σημειώσεις:
1. Σύμφωνα με τις διαρροές όχι των προθέσεων της ελληνικής κυβέρνησης, που πλέον δεν μετράνε, αλλά των απαιτήσεων των δανειστών, ο νόμος για το ΤΧΣ θα προβλέπει:
– Νέα διαδικασία επιλογής και διορισμού μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής και του Γενικού Συμβουλίου του ΤΧΣ, στην οποία ο ρόλος των «θεσμών» θα είναι καταλυτικός.
– Σύσταση Επιτροπής Επιλογής υποψηφίων για τη διοίκηση του ΤΧΣ, στην οποία οι «θεσμοί» θα έχουν την πλειοψηφία. Από τους έξι ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες της Επιτροπής, οι τρεις θα διοριστούν από τα θεσμικά όργανα της Ε.Ε., συμπεριλαμβανομένου του προέδρου του οποίου η ψήφος θα υπερισχύει σε περίπτωση ισοψηφίας, και τρεις θα διοριστούν από τις αρχές (δύο από το υπ. Οικονομικών και ένας από την ΤτΕ). Με την υπερισχύουσα σε περίπτωση ισοψηφίας ψήφο του προέδρου, οι «θεσμοί» εξασφαλίζουν τον έλεγχό της.
– Το Υπ. Οικονομικών, η ΤτΕ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η ΕΚΤ και ο ESM θα διαθέτουν από έναν παρατηρητή στην Επιτροπή Επιλογής. Η Επιτροπή Επιλογής θα επικουρείται από διεθνή σύμβουλο σε θέματα προσλήψεων. Ο υπουργός Οικονομικών θα προβεί σε διορισμούς από τους υποψηφίους που θα επιλέγει η Επιτροπή Επιλογής. Η Επιτροπή Επιλογής θα καθορίζει τις αμοιβές και λοιπούς όρους απασχόλησης, περιλαμβανομένης της διαδικασίας αξιολόγησης και απόλυσης.
Με λίγα λόγια, η διαδικασία για το διορισμό διοίκησης στο ΤΧΣ που να είναι της απολύτου επιλογής των δανειστών, είναι «δεμένη» από παντού…