Επιστήμονες αναδημιούργησαν το άρωμα ουσιών που χρησιμοποιήθηκαν για τη μουμιοποίηση μιας αρχαίας Αιγύπτιας αριστοκράτισσας η οποία πέθανε γύρω στο 1450 π.Χ. Η πρόοδος στην τεχνολογία της χημικής ανάλυσης επέτρεψε στους ερευνητές να ανιχνεύσουν μεμονωμένες ουσίες σε υπολείμματα που περιέχονταν σε κανοπικά βάζα στα οποία διατηρούνταν τα μουμιοποιημένα όργανα.
Στην αρχαία Αίγυπτο, η μουμιοποίηση αποτελούσε την απόλυτη μορφή τέχνης για τη διατήρηση των νεκρών για σχεδόν 4.000 χρόνια. Ωστόσο δεν υπάρχουν πολλά κείμενα από την αρχαία Αίγυπτο που να αναφέρονται σε αυτή τη διαδικασία, και όσα υπάρχουν δεν αποκαλύπτουν τα ακριβή συστατικά που χρησιμοποιούνταν για τη μουμιοποίηση.
«’Το άρωμα της αιωνιότητας’ αντιπροσωπεύει κάτι περισσότερο από το άρωμα της διαδικασίας μουμιοποίησης», δήλωσε η αρχαιολόγος Μπάρμπαρα Χούμπερ από το Ινστιτούτο Γεωανθρωπολογίας Max Planck της Γερμανίας.
«Εμπεριέχει την πλούσια πολιτιστική, ιστορική και πνευματική σημασία των αρχαίων αιγυπτιακών πρακτικών ταφής», πρόσθεσε.
Η Σενετνέι (Senetnay) εργάστηκε ως βρεφοκόμος του Φαραώ Αμενχοτέπ Β’ και ανήκε στην ελίτ της εποχής, το οποίο επιβεβαιώνεται από τον τίτλο της «Στολίδι του Βασιλιά» και την ταφή της σε βασιλικό τάφο στην Κοιλάδα των Βασιλέων. Αυτό αντανακλάται επίσης στην πολυπλοκότητα των ουσιών που συντηρούσαν τα όργανά της σε τέσσερα ξεχωριστά βάζα. Η αρχαία αυτή γυναίκα αποτελούσε ένα μυστήριο για τους επιστήμονες από τότε που τα βάζα ανασκάφηκαν το 1900 μ.Χ.
Η Χούμπερ και οι συνεργάτες της χρησιμοποίησαν αέρια χρωματογραφία και φασματομετρία μάζας για να αναλύσουν έξι δείγματα υπολειμμάτων των ουσιών μουμιοποίησης από το εσωτερικό δυο βάζων που κάποτε περιείχαν τους πνεύμονες και το συκώτι της γυναίκας. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι ουσίες περιείχαν ένα πιο πολύπλοκο μείγμα συστατικών από εκείνα που χρησιμοποιήθηκαν σε άλλες μούμιες της ίδιας χρονικής περιόδου. Συγκεκριμένα, η ομάδα ανίχνευσε κερί μέλισσας, φυτικά έλαια, πλούσια ζωικά λίπη, πίσσα και ρητίνη από κωνοφόρα δέντρα. Βρήκε επίσης κουμαρίνη, μια ένωση φυτικής προέλευσης που έχει άρωμα βανίλιας.
Προηγούμενες αναλύσεις έχουν δείξει ότι οι αρχαίες ουσίες μουμιοποίησης περιείχαν ένα περιορισμένο φάσμα συστατικών πριν από την Τρίτη Ενδιάμεση Περίοδο (περίπου 1000 π.Χ.), ενώ με την πάροδο του χρόνου έγιναν πιο σύνθετα, έγραψαν οι συγγραφείς της μελέτης.
Η ομάδα ανακάλυψε επίσης ποικιλομορφία στις αναλογίες των ουσιών σε κάθε βάζο που περιείχε όργανα της Σενετνέι. Στο βάζο που περιείχε τους πνεύμονές της, οι ερευνητές ανίχνευσαν δύο συστατικά που δεν υπήρχαν στα άλλα, ένα μοναδικό παρασκεύασμα που υποδηλώνει ότι ήταν ειδικά κατασκευασμένο για τα συγκεκριμένα όργανα. Μάλιστα, πολλά συστατικά προέρχονταν από εξωτικά μέρη.
Αυτά τα πολύπλοκα και ποικίλα συστατικά, μοναδικά σε αυτή την πρώιμη χρονική περίοδο, αποκαλύπτουν νέα στοιχεία σχετικά με τις εξελιγμένες πρακτικές μουμιοποίησης και τις εμπορικές οδούς της Αιγύπτου, εξήγησε ο Κρίστιαν Λέμπεν, αιγυπτιολόγος στο Μουσείο August Kestner στη Γερμανία.
Η ερευνητική ομάδα σε συνεργασία με έναν αρωματοποιό αναδημιούργησε το συγκεκριμένο άρωμα το οποίο θα εκτεθεί σε μια επερχόμενη έκθεση στο Μουσείο Moesgaard της Δανίας.
Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο «Scientific Reports».