Γράφει η Ράνια Μιχαλοπούλου
Αντιστρέφοντας την αυγουστίνια έννοια της ‘Πολιτείας του Θεού’ (Civitas Dei) τα πολιτειακά συστήματα της Ευρώπης έχουν διαμορφώσει τα τελευταία χρόνια την ‘Πολιτεία του Φόβου’. Μια που οι συνθήκες φτώχειας, ανεργίας και κοινωνικής ανισότητας έχουν στερήσει τη νομιμοποιήση των κυβερνήσεων για μεγάλες μάζες του πληθυσμού τους, οι κυβερνήσεις καταφεύγουν στον τρόμο ως ένα μέσο επανάκτησης της συγκατάθεσης των λαών στην εξουσία τους.
Από την απαρχή της παγκόσμιας κρίσης το 2008 εδραιώθηκε ένα κλίμα φόβου που υπαγορεύει απόλυτη υποταγή σε συνταγές λιτότητας, κατακερματισμού του κοινωνικού κράτους, και αποδοχή μειώσεων των εισοδημάτων. Όλα αυτά γίνονται στο όνομα της αποφυγής χειρότερων δεινών. Στην Ελλάδα κακώς πιστεύουν ότι η οικονομική κρίση έιναι χρώματος γαλανόλευκου. Η φτώχεια, η ανεργία, οι εξώσεις, οι άστεγοι, τα συσσίτια και οι κοινωνικές αναταραχές αποτελούν καθημερινότητα για όλες σχεδόν τις χώρες της Ευρώπης. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες που συμμετείχαν στη διαδήλωση κατά του εκφοβισμού από φανατικούς ισλαμιστές είναι οι ίδιοι που έχουν υιοθετήσει το φόβο και την κρατική βία ως μέσα επιβολής της θέλησης της αγοράς.
Η σημειολογική αντιπαράθεση των εναγκαλισμένων ηγετών που βαδίζουν σιωπηλα στην κεφαλή της πορείας στο Παρίσι με τους παράλογους παροξυσμούς φανατικών που ουρλιάζουν συνθήματα μίσους κραδαίνοντας όπλα χρησιμοποιήθηκε εκτενώς από τα μέσα ενημέρωσης για να προσδώσει το χαμένο κύρος σε ηγεσίες που υφίστανται ολοένα και πιο ριζική αμφισβήτηση. Όμως πίσω και από τον κουστουμαριμένο εντολοδόχο των αγορών και τον φανατισμένο εκτελεστή του χαλιφάτου κρύβεται η ίδια αρχή: ο φόβος ως μέσο επιβολής εξουσίας. Δεν χρειάζεται λοιπόν μόνο μια μαζική κινητοποίηση κατά της τρομοκρατίας των φανατικών ισλαμιστών, αλλά απόρριψη του φόβου ως ρυθμιστή της δημόσιας ζωής.
Μια γρήγορη ανασκόπηση στη μοντέρνα ιστορία της Ελλάδος δείχνει ότι ποτέ δεν στηρίχτηκε προεκλογική καμπάνια στο φόβο. Συνήθως οι αρχηγοί που ζητούσαν την ψήφο των Ελλήνων είτε δημιουργούσαν (τεχνητό) κλίμα ευφορίας για μια επικείμενη αλλαγή, είτε έταζαν λαγούς με πετραχήλια, είτε, στην χειρότερη περίπτωση, προσπαθούσαν να πείσουν ότι είναι λιγότερο χειρότεροι από το αντίπαλο κόμμα. Όμως το να ζητά την ψήφο του λαού κάποιος ισχυριζόμενος ότι αν δεν κερδίσει τις εκλογές η χώρα θα καταστραφεί είναι πρωτοφανές. (Σημειωτέον ότι δεν το ισχυρίστηκε ούτε ο Ελευθέριος Βενιζέλος στις κρίσιμες εκλογές του 1920). Και ορθώς δεν ακολουθήθηκε από κανένα ηγέτη στο παρελθόν γιατί και την κρίση του λαού υπονομεύει και προϋποθέτει την ταύτιση της χώρας με ένα συγκεκριμένο πρόσωπο, κάτι που μόνο ο Λουβοδίκος IV τόλμησε να κάνει με το περίφημο ‘το κράτος είμαι εγώ.’
Παρακολουθώντας τα προεκλογικά σποτ της ΝΔ μπορεί κάποιος να εντοπίσει ότι το βασικό μήνυμα είναι ο φόβος. Η πολιτική πρόταση απουσιάζει. Το πιο ακραίο είναι αυτό με την προβολή υποτιθέμενων πρωτοσέλιδων εφημερίδων που αναγγέλουν υποτιθέμενες μελλοντικές ειδήσεις υποτιθέμενων καταστροφών, ενώ η μουσική που ακούγεται θυμίζει υπόκρουση για την καταστροφή της Πομπηίας. Η επένδυση στο φόβο δεν είναι κάτι καινούριο. Από την εποχή της εξαγγελίας του Παπανδρέου στο Καστελόριζο οι Έλληνες πολίτες βομβαρδίζονται με φόβο επικείμενων δεινών. Ποιος ξέχασε την εξαγγελία Παπαδήμου ότι αν δεν περάσει το Μεσοπρόθεσμο δεν θα υπάρχουν φάρμακα, ούτε καύσιμα και θα ξεσπάσουν κοινωνικές αναταραχές; Γενικά όλοι οι νόμοι που θεσπίστηκαν τα χρόνια της κρίσης αναγγέλθηκαν με τον απαραίτητο καταιγισμό φόβου και απειλών.
Δεν μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι η Πολιτεία του Φόβου δεν λειτούργησε προς όφελος αυτών που την χρησιμοποίησαν. Πολλοί άνθρωποι ομολογούν ότι ψηφίζουν πλέον όχι με γνώμονα ποιος είναι καλύτερος (ή έστω λιγότερο χειρότερος), αλλά γιατί φοβούνται. Το μόνο που δεν σκέφτονται είναι ότι αυτός που λαμβάνει ψήφους με τον φόβο, θα κυβερνήσει με φόβο. Άλλοι ψηφοφόροι βαρέθηκαν να φοβούνται και απέρριψαν την τρομολαγνεία. Άλλοι έχουν χάσει τα πάντα και δεν έχουν τίποτα άλλο πια να φοβηθούν. Μένει να δούμε την Κυριακή τι είδους Πολιτεία θέλουν οι Έλληνες για το μέλλον τους.