Γράφει ο Σεραφείμ Κοτρώτσος
Follow @serkot65
Επειδή σε μια χώρα που η κοινωνία έχει εθιστεί στη βρώση λωτών, εύκολα –με την απαραίτητη πάντοτε μιντιακή υποστήριξη- το παλιό βαφτίζεται νέο και το πολύ παλιό «εφεδρεία» και «πολιτικό κεφάλαιο», η επιχειρούμενη παλιννόστηση του Κώστα Σημίτη αποκτά, εσχάτως, χαρακτηριστικά «από μηχανής θεού».
Τι λένε οι θιασώτες αυτού του σχεδίου: μεταξύ του κυβερνώντος ΣΥΡΙΖΑ και της Ν.Δ του Κυριάκου Μητσοτάκη έχει δημιουργηθεί ένα κενό που θα μπορούσε να καλυφθεί από μία «σοβαρή» σοσιαλδημοκρατία με εκφάνσεις φιλελευθερισμού που γεωγραφικά σηματοδοτείται ως Κεντροαριστερά.
Σ’ αυτό το χώρο, λοιπόν, θα μπορούσαν, λένε,να αθροιστούν δυνάμεις του σημιτικού- εκσυγχρονιστικού ΠΑΣΟΚ (αν θεωρήσουμε, όπως επισημαίνεται, πως το «παλαιό ΠΑΣΟΚ» έχει μετακομίσει στην αυλή του Αλέξη Τσίπρα), μέρους της ανανεωτικής ΔΗΜΑΡ και του Ποταμιού. Όμως, επειδή πρόσφατες προσπάθειες, όπως αυτή της κίνησης των «58», ναυάγησαν εξαιτίας των συγκρουόμενων πολιτικών εγωϊσμών διαφόρων, απαιτείται η πρωτοβουλία μιας πολιτικής προσωπικότητας που θα μπορούσε να ενώσει.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Βήματος η προσωπικότητα αυτή είναι ο Κώστας Σημίτης ο οποίος, κατά την επιθυμία ορισμένων, ανακαλείται από την εφεδρεία στην κεντρική πολιτική σκηνή για να εγγυηθεί την μετάβαση του λεγόμενου κεντρώου χώρου από ένα συνονθύλευμα πολιτικών δυνάμεων σε έναν ενιαίο τρίτο πόλο δεξιότερα του ΣΥΡΙΖΑ και αριστερότερα της Ν.Δ.
Είναι, όμως, πράγματι, εφεδρεία ο 80χρονος Κώστας Σημίτης;
Εάν η πολιτική ιστορία της εγχώριας σοσιαλδημοκρατίας σταματούσε στο 2000 θα μπορούσε ίσως κανείς να ισχυριστεί κάτι τέτοιο. Η τετραετία 1996-2000 είχε, όντως, τα χαρακτηριστικά μιας προσπάθειας εκσυγχρονισμού του πολιτικού συστήματος. Είτε γιατί ο Κώστας Σημίτης δεν πίστευε πραγματικά όσα έλεγε μέχρι τότε, είτε γιατί δεν μπόρεσε, η προσπάθεια αυτή έληξε τότε άδοξα.
Πως είναι δυνατόν, όμως, να αναγορεύεται σε «πολιτικό κεφάλαιο», το οποίο μπορεί να δαπανηθεί δέκα έξι χρόνια μετά, ένας πολιτικός που:
Επέλεξε να αποχωρήσει από την κεντρική πολιτική σκηνή «αναπολόγητος», δίχως, δηλαδή, να εκτεθεί στην εκλογική ετυμηγορία, παραδίδοντας, μάλιστα, το «δαχτυλίδι» στον «ελέω αρχηγού» διορισθέντα διάδοχό του,
Απέκρυψε επιμελώς τα σημάδια μιας υποθηκευμένης οικονομίας, ισχυριζόμενος, μάλιστα, μέχρι την έσχατη στιγμή πως ήταν «ισχυρή»,
Επέτρεψε το μέγα σκάνδαλο υπεξαίρεσης πλούτου από τα λαϊκά στρώματα μέσω της άριστα ενορχηστρωμένης έκρηξης του Χρηματιστηρίου,
Έβλεπε ατάραχος κάποιους υπουργούς του να καταληστεύουν το δημόσιο χρήμα μέσα από εξοπλιστικά προγράμματα και προμήθειες του Δημοσίου καλυπτόμενος πίσω από την αλήστου μνήμης φράση «εάν έχετε στοιχεία να τα πάτε στον εισαγγελέα»,
Δεν κατόρθωσε να προβλέψει ότι μια οικονομία που στηριζόταν σε πήλινα πόδια δεν θα μπορούσε να αντέξει το σοκ της προσαρμογής στο ενιαίο νόμισμα. Το αντίθετο, παραπλάνησε την κοινωνία για τις πραγματικές δυνατότητες της οικονομίας και τα οφέλη της ένταξης στην ΟΝΕ.
Στις μέρες του τα συστήματα διαπλοκής έγιναν παντοδύναμα και η συναλλαγή πολιτικής και επιχειρηματικότητας έγιναν κυρίαρχη νοοτροπία,
Επέτρεψε να μπαίνουν στα μαύρα ταμεία του ΠΑΣΟΚ τα εκατομμύρια της Siemens και όχι μόνο, και αντιμετώπιζε τις παθογένειες του πολιτικού συστήματος και τον ζόφο των σκανδάλων με την άποψη «αυτή είναι η Ελλάδα»…
Είναι αλήθεια πως στην Ελλάδα το «παλιό» εύκολα αγιοποιείται για να αξιοποιηθεί στην «κατάλληλη» στιγμή.
Για να αποκτήσει, όμως, κάποιος «πολιτικό κεφάλαιο» αυτό πρέπει να έχει αποκτηθεί από την αναγνώριση των πραγματικών αποτελεσμάτων του έργου του. Όχι επειδή κάποιοι χειραγώγησαν την κοινή γνώμη δημιουργώντας την εντύπωση πως η εποχή της αρχής της παρακμής ήταν «χρυσός αιώνας».
Και, σε κάθε περίπτωση, το «πολιτικό κεφάλαιο» καθενός μετριέται στην επιρροή που έχει στην κοινωνία και από την ειλικρινή αυτοκριτική που έχει κάνει. Όχι από την επικοινωνιακή σκηνοθεσία. Άλλως πως, να μετράς τη σκιά σου την ώρα που πρέπει, όχι την ώρα που φαίνεται μεγαλύτερη.