Οι αποφάσεις στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα γίνουν πολύ πιο δύσκολες όταν τα επιτόκια πέσουν περίπου στο 3% και προκύψουν συγκρούσεις σχετικά με το τι χρειάζεται ακόμη για να κρατηθεί ο πληθωρισμός υπό έλεγχο. Αυτό σημειώνουν πηγές που επικαλείται το Bloomberg.
Ενώ οι επόμενες δύο ή τρεις μειώσεις του επιτοκίου καταθέσεων από το σημερινό επίπεδο του 3,75% είναι απίθανο να προκαλέσουν μεγάλες προστριβές, η συζήτηση θα συναντήσει στη συνέχεια διαφορετικές απόψεις τόσο για τις προοπτικές των τιμών όσο και για το σημείο όπου η νομισματική πολιτική θα σταματήσει να περιορίζει την οικονομική ανάπτυξη, δήλωσαν οι άνθρωποι, ζητώντας να μην κατονομαστούν καθώς οι συζητήσεις είναι ιδιωτικές.
Οι εκτιμήσεις για το τελευταίο κυμαίνονται από 2% έως 3%. Όμως, με τον πληθωρισμό να βυθίζεται, οι αγορές και οι αναλυτές εκτιμούν ότι το κόστος δανεισμού θα πλησιάσει -ή ίσως και να φτάσει- το ανώτερο επίπεδο αυτού του εύρους μέχρι το τέλος του έτους. Βλέπουν ότι τελικά θα διαμορφωθεί περίπου στο 2,5%.
«Όσο πιο κοντά πλησιάζουν τα επιτόκια στο ανώτερο εύρος των εκτιμήσεων για το ουδέτερο επιτόκιο -δηλαδή, όσο λιγότερο σίγουροι είμαστε για το πόσο περιοριστική είναι η πολιτική μας- τόσο πιο προσεκτικοί πρέπει να είμαστε για να αποφύγουμε να γίνει η ίδια η πολιτική παράγοντας που επιβραδύνει τον αποπληθωρισμό», δήλωσε την Παρασκευή το μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου Ίζαμπελ Σνάμπελ.
Οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ συμφωνούν σε μεγάλο βαθμό ότι υπάρχει περιθώριο περαιτέρω μείωσης των επιτοκίων, καθώς η αύξηση των τιμών καταναλωτή εξακολουθεί να συνάδει με τις προοπτικές τους για επιστροφή στον στόχο του 2% στα τέλη του επόμενου έτους.
Μετά την αρχική κίνηση του Ιουνίου, αναμένονται περισσότερες τον Σεπτέμβριο και τον Δεκέμβριο – ευθυγραμμιζόμενες με τη δημοσίευση των τριμηνιαίων οικονομικών προβλέψεων. Οι επενδυτές δεν αποκλείουν άλλη μία τον Οκτώβριο. Υπάρχει λιγότερη ομοφωνία, ωστόσο, σχετικά με το πόσο μεγάλη απειλή εξακολουθεί να αποτελεί ο πληθωρισμός -που τον Αύγουστο βρισκόταν στο 2,2%-. Τα περιστέρια της ΕΚΤ ανησυχούν για την υστέρηση του στόχου, ιδίως καθώς η οικονομία των 20 χωρών της ευρωζώνης χάνει τη δυναμική της. Τα γεράκια, ωστόσο, φοβούνται ότι η πολύ γρήγορη χαλάρωση της πολιτικής θα κινδύνευε να αναζωπυρώσει τις τιμές. Τέτοια επιχειρήματα εκφράζονται ήδη από το εσωτερικό του 26μελούς Διοικητικού Συμβουλίου.
Από τη μία πλευρά, ο Γιάννης Στουρνάρας από την Ελλάδα έχει παροτρύνει τους αξιωματούχους να είναι «εξίσου ανήσυχοι για την υπέρβαση και την υποεκπλήρωση του στόχου του πληθωρισμού», και ο Μάριο Σεντένο από την Πορτογαλία έχει πει ότι η ΕΚΤ πρέπει να «μειώσει τον πληθωρισμό με τις μικρότερες δυνατές θυσίες» – μια αναφορά στον πιθανό οικονομικό πόνο αν η πολιτική είναι πολύ σφιχτή για πολύ καιρό.
Για τον ίδιο, ο κίνδυνος είναι η επιστροφή στο περιβάλλον χαμηλού πληθωρισμού και χαμηλής ανάπτυξης που προηγήθηκε της πανδημίας.
Αντίθετα, ο Μπόρις Βούτσιτς της Κροατίας ξεχωρίζει την επίμονη αύξηση των τιμών στον τομέα των υπηρεσιών, η οποία αυξήθηκε στο 4,2% τον Αύγουστο, ενώ ο πρόεδρος της Bundesbank Γιόακιμ Νάγκελ δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι η ΕΚΤ δεν θα πρέπει να μειώσει τα επιτόκια πολύ γρήγορα, διότι «μια κάπως ισχυρότερη οικονομική ανάκαμψη θα μπορούσε να καθυστερήσει περαιτέρω την επιστροφή στον στόχο μας».
Σε ένα άρθρο του Ιανουαρίου, οι οικονομολόγοι της ΕΚΤ ανέφεραν ότι τα μοντέλα παράγουν ένα πραγματικό επιτόκιο μεταξύ -0,75% και 1% – που σημαίνει ονομαστικό επιτόκιο από 1,25% έως 3%.Ο Γάλλος Βιλερουά ντε Γκαλό ωστόσο, δήλωσε τον Απρίλιο ότι μια εκτίμηση της ΕΚΤ και της Τράπεζας της Γαλλίας «δείχνει» ονομαστικό επιτόκιο από 2% έως 2,5%.
«Αυτό δεν είναι απαραίτητα ο στόχος για την τρέχουσα φάση μείωσης των επιτοκίων», δήλωσε τότε. «Απλώς δείχνει ότι έχουμε σημαντικά περιθώρια να μειώσουμε τα επιτόκια μας πριν βγούμε από το περιοριστικό έδαφος». Ο Λέιν της ΕΚΤ λέει ότι η επιστροφή στον στόχο για πληθωρισμό 2% δεν είναι ακόμη ασφαλής.
«Ο συνεχιζόμενος κίνδυνος στασιμοπληθωρισμού στη ζώνη του ευρώ θα καταστήσει τις μειώσεις των επιτοκίων αμφίβολες επειδή το Διοικητικό Συμβούλιο είναι και πάλι σαφώς πιο διχασμένο μεταξύ περιστεριών και γερακιών», δήλωσε ο Κάρστεν Μπρζέσκι, επικεφαλής του τμήματος μακροοικονομικών της ING. «Για να συμφωνήσουν τα γεράκια σε μια σειρά μειώσεων των επιτοκίων, η ανάπτυξη στη ζώνη του ευρώ πρέπει να αποδυναμωθεί περαιτέρω».
Πηγή: newmoney.gr