Γράφει ο Ceteris Paribus
Όσα συμβαίνουν την τελευταία εβδομάδα στο κοινοβουλευτικό-πολιτικό πεδίο δεν είναι παρά οι σπασμοί εμφάνισης του νέου σκηνικού, οικονομικο-κοινωνικού και πολιτικού, που κυοφορείται: το πολυνομοσχέδιο, το κυβερνητικό «ρήγμα» για το όνομα της ΠΓΔΜ, η διεύρυνση της κυβερνητικής πλειοψηφίας.
Ενώ όμως αυτό το νέο σκηνικό οικοδομείται στη βάση της μετάβασης από τη μνημονιακή στη μεταμνημονιακή εποχή, είναι σφόδρα πιθανό να εμφανιστεί σε όλη του τη μεγαλοπρέπεια μέσα από ένα άλλο ζήτημα: το ζήτημα της ονομασίας της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας (πΓΔΜ). Δεν θα είναι η πρώτη φορά που θα εκδηλωθεί η «πανουργία της Ιστορίας»…
Το όνειρο των δανειστών: μια… Τσεχία του Νότου με «δημοκρατικό κεκτημένο»
Οι βάσεις για το νέο σκηνικό τέθηκαν όταν έπεσαν οι υπογραφές για το κλείσιμο της 2ης αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος πέρυσι τον Ιούνιο. Η στήλη έχει ξαναγράψει ότι τον περασμένο Ιούνιο δεν υπήρξε απλώς μία ακόμη συμφωνία για ένα νέο «πακέτο» μέτρων και την εκταμίευση της αντίστοιχης δανειακής δόσης, αλλά κάτι πολύ σημαντικότερο: η άρση της πολιτικής δυσπιστίας των δανειστών απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ.
Έκτοτε, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έγινε σκανδαλωδώς η εκλεκτή των δανειστών βάσει ενός «πολιτικού deal» που καθόρισε όχι απλώς την έκβαση της 2ης αξιολόγησης αλλά και το όλο πλαίσιο μετάβασης στη «μεταμνημονιακή» εποχή. Αυτός είναι ο λόγος που η 3η αξιολόγηση έκλεισε εντυπωσιακά εύκολα, αυτός είναι ο λόγος που οι δανειστές επέτρεψαν να μοιραστεί «κοινωνικό μέρισμα» που στηρίχτηκε σε «πέτσινο» υπερ-πλεόνασμα σαν να ήταν μέρος υπό εκτέλεση συμβολαίου, αυτός είναι ο λόγος που κανείς εντός και εκτός της χώρας δεν φαίνεται να ανησυχεί για την έκβαση της «υπεραξιολόγησης» του επόμενου Μαΐου – Ιουνίου.
Εκεί, η κυβέρνηση και οι δανειστές έχουν συμφωνήσει ότι θα ισχύσει το whatever it takes, δηλαδή θα συμφωνηθεί ό,τι απαιτείται – από τους δανειστές φυσικά.
Μιλώντας διαρκώς για «πακέτα μέτρων», για περικοπές και για υπερ-φορολόγηση, η συνολική εικόνα, η «μεγάλη εικόνα» όπως συνηθίζεται να λέγεται, διαφεύγει. «Ανεπαισθήτως», όπως έλεγε και ο μεγάλος Αλεξανδρινός, μέσα από τρία δανειακά προγράμματα, ακόμη περισσότερα μνημόνια και πολλά περισσότερα «πακέτα» μέτρων οικοδομείται στην Ελλάδα το success story ενός διεθνούς υποδείγματος.
Υποδείγματος ως προς τι; Ως προς την κατάρρευση, σε χρόνο που αποτελεί παγκόσμιο ρεκόρ, ενός πολιτικο-οικονομικού μοντέλου διογκωμένου κρατικού τομέα σε συνδυασμό με ένα σύστημα προστασίας της εργασίας, αλλά και ενός πολιτικού μοντέλου που αδυνατούσε να «χειραφετηθεί» από τις δουλείες αυτής της πραγματικότητας.
Η Ιστορία θα γράψει ότι ήταν ο Αλέξης Τσίπρας -κι όχι ο Γιώργος Παπανδρέου ή ο Αντώνης Σαμαράς- που γκρέμισε οριστικά αυτό το πολιτικο-οικονομικό μοντέλο!
Η ισχυρότερη ώθηση για το γκρέμισμα αυτού του μοντέλου δεν δόθηκε από τις περικοπές και τους φόρους, που ασφαλώς αποτέλεσαν τη βάση, αλλά από τρεις μεγάλους διαρθρωτικούς παράγοντες:
Πρώτο, την εκτεταμένη ιδιωτικοποίηση του δημόσιου τομέα. Όχι κυρίως μέσα από τις επιμέρους ιδιωτικοποιήσεις που συμφώνησε η κυβέρνηση με τους δανειστές, αλλά μέσα από τη γιγαντιαία, «μια κι έξω» ιδιωτικοποίηση μεγάλου τμήματος του ευρύτερου δημόσιου τομέα, με τη μεταβίβαση των ΔΕΚΟ αλλά και λοιπής δημόσιας περιουσίας στο λεγόμενο «υπερταμείο».
Δεύτερο, με την κατεδάφιση του συστήματος προστασίας της εργασίας και του συνδικαλισμού. Οι όροι και προϋποθέσεις για να κηρυχθεί μια απεργία δεν είναι παρά το «κερασάκι στην τούρτα» ενός μοντέλου συσσώρευσης που στηρίζεται στη μακράν πιο εκτεταμένη για χώρα-μέλος «ευλύγιστη» εργασία του τετράωρου και του τετραήμερου, της απλήρωτης υπερωρίας αλλά και του απλήρωτου μισθού.
Τρίτο, τη δραστική μείωση του ποσοστού της ιδιωτικής ιδιοκτησίας. Όχι μόνο η ακίνητη περιουσία αλλά και οι καταθέσεις, μειώθηκαν δραστικά, ιδιαίτερα για τα κατώτερα εισοδηματικά στρώματα.
Το πρόγραμμα του «τέλους της Μεταπολίτευσης» ολοκληρώθηκε, διά χειρός Αλέξη Τσίπρα! Κάποιοι ιδεολόγοι του ακραίου νεοφιλελευθερισμού μπορεί να ήθελαν το «κάτι παραπάνω», αλλά δεν υπάρχει άλλο πολιτικό κόμμα εξουσίας που θα μπορούσε να καταφέρει περισσότερα – ούτε καν αυτά χωρίς μεγάλες πολιτικές και κοινωνικές αναστατώσεις.
Αυτό το νέο και «διά χειρός ΣΥΡΙΖΑ» κοινωνικο-οικονομικό «μοντέλο» μπορεί κάλλιστα να αποκληθεί «Τσεχία του ευρωπαϊκού Νότου». Μόνο στις κεντροευρωπαϊκές χώρες του στρατοπέδου του πρώην «υπαρκτού σοσιαλισμού» υπήρξε τέτοιας έκτασης κατεδάφιση και μετασχηματισμός του προηγούμενου κοινωνικο-οικονομικού μοντέλου.
Με τη διαφορά ότι, σε αντίθεση με την Τσεχία, στην Ελλάδα μαζί με την κατεδάφιση του προηγούμενου κοινωνικο-οικονομικού μοντέλου κατεδαφίστηκε και ο «λαϊκισμός», δεξιός και αριστερός: Ο ΣΥΡΙΖΑ αυτό-μετασχηματίστηκε σε εμπνευστή του νέου κοινωνικο-οικονομικού μοντέλου. Η Χρυσή Αυγή έπαιξε με έπαρση το «χαρτί» της πολύ νωρίς και έκτοτε δεν μπορεί να ορθοποδήσει, ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ περιθωριοποίησε την εξ αριστερών πολιτική διαμαρτυρία, η δε «τυφλή» πολιτική διαμαρτυρία με τη μορφή του κεντρώου ή αχρωμάτιστου «λαϊκισμού» δεν απέκτησε ποτέ ουσιαστική υπόσταση – στην Ελλάδα, παρά τις θρυλούμενες ομοιότητες των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου, δεν είχαμε ποτέ έναν Μπέπε Γκρίλο.
Πρόκειται πράγματι για «πολιτικό θαύμα»! Μέσα σε λιγότερο από μία οκταετία, η Ελλάδα έγινε όσον αφορά το κοινωνικο-οικονομικό μοντέλο μια Τσεχία του Νότου», αλλά με «δημοκρατικό κεκτημένο» και χωρίς «λαϊκισμό». Ένα πραγματικό success story για το οποίο ο κ. Σόιμπλε μπορεί να είναι υπερήφανος…
Οι πολιτικές παρενέργειες
Εντελώς φυσιολογικά και αναμενόμενα, αυτό δεν θα μπορούσε παρά να επηρεάσει και καθορίσει το πολιτικό εποικοδόμημα. Όσοι λοιπόν αναρωτιούνται για το βαθύτερο νόημα (που δεν είναι και πολλοί, γιατί οι περισσότεροι μένουν στην επιφάνεια των κοντόθωρων τακτικισμών) πολιτικών εξελίξεων όπως η διεύρυνση της κυβερνητικής πλειοψηφίας διά ανέλπιστων «μεταγραφών» (όπως της κυρίας Μεγαλοοικονόμου) ή όπως το διαφαινόμενο «ρήγμα» μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ στο ζήτημα του ονόματος της πΓΔΜ, ας το αναζητήσουν στις τεκτονικού χαρακτήρα διεργασίες και μετασχηματισμούς που συμβαίνουν στο κοινωνικο-οικονομικό μοντέλο της χώρας.
Η ολοκλήρωση των χαρακτηριστικών αυτού του μοντέλου ορίζει μια διαδικασία πολιτικής μετάβασης, σε ένα νέο πολιτικό σκηνικό. Παρακολουθούμε τους πολιτικούς σπασμούς αυτής της μετάβασης – κι είμαστε στην αρχή της. Οι πιθανότητες να αποτελέσει το «Μακεδονικό» το εμβρυουλκό για τη γέννηση της νέας πολιτικής πραγματικότητας αυξάνονται.
Το γιατί και το πώς θα μας απασχολήσει σε επόμενο άρθρο. Προς το παρόν να σημειώσουμε μόνο ότι οι πολιτικές εξελίξεις είναι «λογικό» ότι θα έχουν χαρακτήρα «επιβεβαίωσης» του νέου κοινωνικο-οικονομικού υποδείγματος. Και για να το πούμε αλλιώς: όχι, το «Μακεδονικό» δεν θα ρίξει την κυβέρνηση…