Υπάρχει ένας μικρός λιπώδης αδένας που βρίσκεται πίσω από το στέρνο, ο οποίος θεωρείται «άχρηστος» για τους ανθρώπους όταν ενηλικιώνονται. Μια πρόσφατη αναδρομική μελέτη, ωστόσο, δείχνει ότι ο θύμος αδένας δεν είναι τόσο «άχρηστος» όσο πίστευαν κάποτε οι επιστήμονες. Αμερικανοί ερευνητές διαπίστωσαν ότι όσοι αφαιρούν τον συγκεκριμένο αδένα, αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο θανάτου από οποιαδήποτε αιτία αργότερα στη ζωή τους. Αντιμετωπίζουν επίσης αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου.
Οι επιστήμονες της μελέτης τονίζουν ότι η μελέτη είναι καθαρά στατιστική και δεν μπορεί να αποδείξει ότι η αφαίρεση του θύμου προκαλεί άμεσα καρκίνο ή άλλες θανατηφόρες ασθένειες. Ωστόσο υποστηρίζουν ότι η διατήρηση του θύμου «θα πρέπει να αποτελεί κλινική προτεραιότητα», όπου αυτό είναι δυνατόν. Στην παιδική ηλικία, ο θύμος είναι γνωστό ότι παίζει κρίσιμο ρόλο στην ανάπτυξη του ανοσοποιητικού συστήματος. Όταν ο αδένας αφαιρείται σε νεαρή ηλικία, οι ασθενείς εμφανίζουν μακροπρόθεσμη μείωση των Τ-κυττάρων, τα οποία είναι ένας τύπος λευκών αιμοσφαιρίων που καταπολεμούν τα μικρόβια και τις ασθένειες. Τα παιδιά χωρίς θύμο τείνουν επίσης να έχουν μειωμένη ανοσολογική απόκριση στα εμβόλια.
Μέχρι να φτάσει ένα άτομο στην εφηβεία, ωστόσο, ο θύμος συρρικνώνεται και παράγει πολύ λιγότερα Τ-κύτταρα για τον οργανισμό. Μπορεί φαινομενικά να αφαιρεθεί χωρίς άμεση βλάβη, και επειδή βρίσκεται μπροστά από την καρδιά, συχνά αφαιρείται κατά τη διάρκεια καρδιοθωρακικής χειρουργικής επέμβασης.
Αλλά ενώ ορισμένοι ασθενείς με καρκίνο του θύμου ή χρόνια αυτοάνοσα νοσήματα, όπως η μυασθένεια gravis, χρειαζεται να υποβληθούν σε θυμεκτομή, κατά την οποία ο θύμος αφαιρείται χειρουργικά, ο αδένας δεν αποτελεί πάντα εμπόδιο.
Χρησιμοποιώντας δεδομένα ασθενών από ένα κρατικό σύστημα υγειονομικής περίθαλψης, οι ερευνητές στη Βοστώνη συνέκριναν τα αποτελέσματα ασθενών που είχαν υποβληθεί σε καρδιοχειρουργική επέμβαση. Περίπου 6.000 άτομα δεν είχαν υποβληθεί σε αφαίρεση θυμού, ενώ 1.146 άτομα είχαν.
Όσοι είχαν υποβληθεί σε θυμεκτομή είχαν σχεδόν διπλάσιες πιθανότητες να πεθάνουν μέσα σε 5 χρόνια από τους υπόλοιπους, ακόμη και μετά τη συνεκτίμηση του φύλου, της ηλικίας, της φυλής και όσων είχαν καρκίνο του θύμου, μυασθένεια ή μετεγχειρητικές λοιμώξεις. Οι ασθενείς στους οποίους αφαιρέθηκε ο θύμος είχαν επίσης διπλάσιες πιθανότητες να αναπτύξουν καρκίνο εντός 5 ετών από τη χειρουργική επέμβαση. Επιπλέον, ο καρκίνος αυτός ήταν γενικά πιο επιθετικός και συχνά επανεμφανιζόταν μετά τη θεραπεία σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου.
Το γιατί υπάρχουν αυτές οι συσχετίσεις είναι άγνωστο, αλλά οι ερευνητές υποψιάζονται ότι η έλλειψη θύμου διαταράσσει με κάποιο τρόπο την υγιή λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος των ενηλίκων.
Μια υποομάδα ασθενών της μελέτης που είχαν υποβληθεί σε θυμεκτομή εμφάνισε λιγότερο ποικίλους υποδοχείς Τ-κυττάρων στις εξετάσεις αίματος, γεγονός που θα μπορούσε ενδεχομένως να συμβάλει στην ανάπτυξη καρκίνου ή αυτοάνοσων νοσημάτων μετά την επέμβαση.
«Συνολικά, τα ευρήματα αυτά υποστηρίζουν ότι ο θύμος συμβάλλει στην παραγωγή νέων Τ-κυττάρων στην ενήλικη ζωή και στη διατήρηση της υγείας του ενήλικου ανθρώπου», καταλήγουν οι συγγραφείς της μελέτης.
Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο «New England Journal of Medicine».