«Ξέρω, η καπιταλιστική πολιτική της Γερμανίας είναι στο στόχαστρο μιας γενικής κατακραυγής – και δικαίως. Ωστόσο εγώ, οφείλω να πω, ότι εδώ και ενάμιση χρόνο, παρότι δεν μιλώ τη γλώσσα τους, παρότι είμαι μια επισκέπτης εργαζόμενη, ένιωσα οικεία και φιλόξενα.
Όμως θα φύγω», γράφει η Φρώσο Χατόγλου το κείμενο της οποίας φιλοξενεί το πόρταλ των ομογενών στη Γερμανία, allesgr.de. Η γυναίκα παραθέτει τους λόγους που αποφάσισε να εγκαταλείψει τη Γερμανία και να επιστρέψει στη χώρα της.
«Θα φύγω γιατί δεν την ξεπερνάω την Ελλάδα. Γιατί, πανάθεμά με, δεν αντέχω δίχως τη θάλασσά της, τον ήλιο της, το φως της. Γιατί ωραιότερη πόλη από τον Βροντάδο δε βρήκα όπου κι αν ταξίδεψα.
Η αλήθεια είναι ότι κάποια πράγματα θα μου λείψουν…
Θα μου λείψουν οι νοικοκυρεμένες, καθαρές πόλεις με τα πάαααρκα, τα δάαααση και τα ποτάαααμια τους. (Ανέκαθεν πίστευα πως αν θες να καταλάβεις μια Πολιτεία πόσο φροντίζει τους πολίτες της δες τι κάνει τα ποτάμια της. Κηφισός, για παράδειγμα!)Θα μου λείψουν πολύ, πάρα πολύ, οι… ανοιχτόμυαλες, φιλικές βιβλιοθήκες.
Θα μου λείψουν οι γιορτές, τα φεστιβάλ και τα κοντσέρτα. Δε θα μου λείψουν τα κρύα αστεία τους στα οποία οφείλεις να γελάς. Ούτε η απολυταρχική εμμονή τους να μεταγλωττίζουν τις ταινίες. Ούτε το ατάλαντο κουκλοθέατρό τους.Θα μου λείψει η δυναμική και αισιόδοξη παρουσία των ανάπηρων, τυφλών και υπερηλίκων στην καθημερινή ζωή.
Θα μου λείψει η ησυχία των δρόμων δίχως κλάξον (θεωρείται ανάγωγο) και μηχανάκια. Ο σεβασμός της διάβασης των πεζών. Αλλά όχι, δεν θα μου λείψει η κυκλοφορία των ποδηλάτων στα πεζοδρόμια, έτσι που κινδυνεύεις αν περπατάς αφηρημένος.Θα μου λείψει το Πολιτιστικό Κέντρο με τις εναλλακτικές ταινίες του (λάτρευαν το ελληνικό σινεμά).
Δεν θα μου λείψουν οι μπυρόβιοι και τα πανταχού παρόντα λουκάνικα- με τίποτε! Οι πατάτες και οι αηδιαστικές σάλτσες τους.Θα μου λείψει που βρίσκεις λόγους για να νιώθεις υπερήφανος που είσαι Έλληνας.
Θα μου λείψει η ευγένεια, η ευπροσηγορία, η επικοινωνιακή διάθεση στην καθημερινή σχέση. Η πλατεία της γειτονιάς με το μπακάλικο του Τούρκου, το εστιατόριο του Έλληνα, το παγωτατζίδικο του Ιταλού και το κιόσκι του Ρώσου δίπλα στη Γερμανική τράπεζα. Όμως δεν θα μου λείψει ο φτηνοκαταναλωτισμός, που αν θέλεις ένα στυλό θα βρεις μόνο πακέτα των δέκα!
Θα μου λείψει που γιατροί, φάρμακα και εξετάσεις είναι όλα δωρεάν, όπου πας. Που τα γυμναστήρια συνταγογραφούνται. Που το συνεργείο θα έρθει κάθε εβδομάδα και θα ελέγξει λεπτομερειακά την παιδική χαρά. Που κι αν χιονίσει, εσύ δε νοιάζεσαι γιατί από τη νύχτα έχουν καθαρίσει και φροντίσει να είναι όλα ασφαλή.
Σίγουρα θα μου λείψει ο σεβασμός της απαγόρευσης του τσιγάρου όχι μόνο στους εσωτερικούς χώρους, αλλά και στα πάρκα, όπου έχει παιδότοπους.
Θα μου λείψει -κι ας με θυμώνει- που σου κόβουν κεντρικά τη θέρμανση, όταν κρίνουν ότι έχει ζέστη και δεν δικαιούσαι να σπαταλάς ενέργεια, έστω κι αν την πληρώνεις. Που οι καθαριστές δεν αλλάζουν τις σακούλες από τους κάδους, αλλά τις αδειάζουν με τα χέρια ή με αναποδογύρισμα. Οι δρόμοι δίχως αδέσποτα. Οι οικογένειες με τα ποδήλατα, τα σκέιτ, τα ρόλερς στις κυριακάτικες εξορμήσεις τους. Τα (τόσα πολλά!) ερωτευμένα ζευγάρια όλων των ηλικιών.
Και, φυσικά, θα μου λείψουν τα παιδιά του Ελληνογερμανικού σχολείου. Μετέωρα, ανάμεσα σε δυο πατρίδες, με ευελιξία χρησιμοποιούν δυο και τρεις γλώσσες, αν έχουν γονιό και από άλλη εθνότητα. Τελικά, εμείς οι αποσπασμένοι εκπαιδευτικοί για άλλο λόγο ήρθαμε εδώ, και άλλος προέκυψε. Ήρθαμε για να υποστηρίξουμε τη γλώσσα στην τρίτη γενιά μεταναστών, αλλά τελικά χρειαστήκαμε για να στηρίξουμε την προσαρμογή των παιδιών των αμήχανων καινούργιων μεταναστών που συρρέουν λόγω κρίσης.
Αυτοί έρχονται όλο και πιο πολλοί. Εγώ όμως θα φύγω.
Έχοντας ακολουθήσει τα ιστορικά ίχνη των πολιτικών προσφύγων – Βουδαπέστη, Βαρσοβία, Βερολίνο, Δρέσδη, Λειψία (στη μνήμη σας Νίκο και Ευανθία Παπανδρέου) και αφού ακούμπησα με δέος τα μυθικά τέρατα της Μουσικής, της Φιλοσοφίας και των Παραμυθιών, μπορώ πλέον να γυρίσω… μπροστά».