Γράφει ο Σπύρος Μπόικος
“Οι φίλοι φαίνονται στα δύσκολα”. Αυτή φαίνεται να είναι ακριβώς η περιγραφή της διεθνούς κατάστασης όπως διαμορφώνεται στον έβδομο χρόνο της οικονομικής κρίσης. Οι συμμαχίες που είχαν συναφθεί στην περίοδο 1990-91 έως και 2008, αλλά και παλιότερες, που για χρόνια φαίνονταν πιο σταθερές, όπως ο πυρήνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναθεωρούνται ενώ ταυτόχρονα βλέπουμε παλιούς εχθρούς να δίνουν τα χέρια.
Η τάση αυτή ήταν αναμενόμενη. Το ιστορικό προηγούμενο (η κρίση του 1929) έδειξε ότι στο δυσμενές οικονομικό περιβάλλον της κρίσης όλοι έχουν την τάση να “ξεχνάνε” τους φίλους, πράγμα που εκφράστηκε τότε και από την άνοδο του εθνικισμού στο πολιτικό επίπεδο. Αυτή η τάση επιβεβαιώνεται και σήμερα στη χώρα μας που διάφορες φωνές στο πολιτικό σκηνικό ζητάνε στον ένα ή στον άλλο βαθμό αναθεώρηση της σχέσης μας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, είτε από δεξιά είτε από αριστερά.
Η κρίση εγκαινιάζει μια νέα περίοδο στις διεθνείς σχέσεις, όπου η λέξη ανεξαρτησία θα ακούγεται όλο και πιο συχνά. Αν την προηγούμενη φορά που η λέξη ήταν στην πολιτική μόδα έπαιρνε κυρίως περιεχόμενο στις πρώην αποικίες στην Ασία, την Αφρική και τη Λατινική Αμερική, σήμερα βλέπουμε ότι κερδίζει πόντους κυρίως στην Ευρώπη. Αιτία για αυτό φυσικά είναι και η πολιτική του ευρωπαϊκού πυρήνα: τώρα που “τα τάληρα σώνονται” η Γερμανία πιέζει όλο και περισσότερο τις μικρότερες χώρες να υπηρετήσουν τα γερμανικά συμφέροντα, πολλές φορές κόντρα στα συμφέροντα των χωρών αυτών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η ζημία που προκάλεσε η γερμανική πολιτική στη Βουλγαρία στο ζήτημα του South Stream.
Αυτή την τάση αξιοποιούν η Κίνα και η Ρωσία, προκειμένου να αυξήσουν την επιρροή τους στο νέο πολυπολικό κόσμο. Οι ΗΠΑ φαίνονται και αυτές να χορεύουν στον καινούριο ρυθμό με τις κινήσεις καλής θέλησης προς την Κούβα και την Κίνα. Παραφωνία αποτελεί φυσικά το Βερολίνο, το οποίο, σαν το γέρο γαιοκτήμονα που έμαθε να κάθεται και να εισπράττει από τη γη του, δεν φαίνεται ιδιαίτερα πρόθυμο να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα και να ανανεώσει τη σφαίρα επιρροής του. Όχι μόνο αυτό, αλλά προθυμοποιείται να λειτουργήσει και ως εμπροσθοφυλακή των ΗΠΑ εναντίον της Ρωσίας, πράγμα που όπως αναφέραμε και παραπάνω κοστίζει στη Γερμανία σε γεωπολιτική ισχύ και κλονίζει τη συνοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης· αποτέλεσμα που μάλλον πρέπει να το τοποθετήσουμε στις προθέσεις της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, παρά να θεωρηθεί ένα τυχαίο και παρεπόμενο γεγονός.
Οι ανακατατάξεις αυτές στο διεθνές σκηνικό δεν πρόκειται βέβαια να συντελεστούν μόνο ειρηνικά. Ήδη μαίνεται ένας νέος ψυχρός πόλεμος, ενώ και ο θερμός εμφύλιος στην Ουκρανία φαίνεται να τείνει να γίνει πεδίο αντιπαράθεσης μεταξύ της Ρωσίας και του ΝΑΤΟ. Όπως γίνεται συνήθως σε τέτοιες περιπτώσεις, η αιματοχυσία θα εξαρτηθεί από αυτόν που προσπαθεί να διατηρήσει το ισχύον status quo, αυτόν που αντιστρατεύεται την αλλαγή, εν προκειμένω τις ΗΠΑ και την ΕΕ.Δυστυχώς, σε αυτό το στρατόπεδο ανήκει ακόμη και η Ελλάδα.