Με καθόλου καλό μάτι δεν «βλέπουν» οι επιχειρήσεις στη Γαλλία την απόφαση του Γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν για πρόωρες εκλογές αλλά ούτε και το αποτέλεσμα που προέκυψε, παρόλο που – όπως λένε – τη γλίτωσαν με το λιγότερο κακό αποτέλεσμα.
Σύμφωνα με ανάλυση του Βloomberg, οι συντονισμένοι ελιγμοί από διαφορετικές πολιτικές δυνάμεις που αποσκοπούσαν στο να εμποδίσουν την άνοδο του ακροδεξιού Εθνικού Συναγερμού της Μαρίν Λε Πεν έφεραν ένα κοινοβούλιο σε αδιέξοδο, με καμία ομάδα να μην έχει την πλειοψηφία.
Με τον Μακρόν να μην μπορεί να προκηρύξει νέες εκλογές για τουλάχιστον ένα χρόνο, η Γαλλία επιβαρύνεται με ένα νομοθετικό σώμα που διχάζεται από ιδεολογικές και προσωπικές διαφορές τόσο μεγάλες που είναι απίθανο να θεσπίσει ουσιαστικές αλλαγές στην τρέχουσα πολιτική.
Οι επενδυτές πανικοβλήθηκαν αρχικά όταν ο Μακρόν προχώρησε στη διάλυση της Εθνοσυνέλευσης στις 9 Ιουνίου, επειδή φοβήθηκαν ότι άνοιξε την πόρτα της εξουσίας στον Εθνικό Συναγερμό ο οποίος υποσχόταν ανατρεπτικούς και δαπανηρούς νόμους, συμπεριλαμβανομένων πολύ αυστηρότερων ελέγχων στη μετανάστευση.
Η προοπτική αυτή αναστάτωσε επίσης πολλούς επιχειρηματίες, ιδιαίτερα εκείνους που δραστηριοποιούνται στον αναπτυσσόμενο τεχνολογικό τομέα, ο οποίος έχει επωφεληθεί από τη θέσπιση μιας βίζας που επιταχύνει την πρόσληψη υπηκόων από χώρες εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σε μια ταραχώδη προεκλογική εκστρατεία, το φάντασμα της ακροδεξιάς Γαλλίας ενώθηκε με το φάντασμα του ακροαριστερού παρελθόντος, σημειώνει το Bloomberg. Ο Ζαν-Λικ Μελανσόν έφερε τους μετριοπαθείς και τους πράσινους σε ένα εκλογικό σύμφωνο που αποσκοπούσε στην αναβίωση του γαλλικού dirigisme, με την πλούσια φορολογία και τις υψηλές δημόσιες δαπάνες. Οποιοδήποτε από τα δύο άκρα θα είχε καταστρέψει το μεταρρυθμιστικό σχέδιο του Μακρόν, σχολιάζει το αμερικανικό μέσο.
Στα επτά χρόνια της θητείας του, ο Μακρόν εργάστηκε ώστε να μεταμορφώσει την προηγούμενη φήμη της Γαλλίας ως χώρας εχθρικής προς τις επιχειρήσεις. Οι περικοπές στη φορολογία των επιχειρήσεων δεν είναι δημοφιλείς στο κοινό, αλλά ξένα κεφάλαια έχουν εισρεύσει, βοηθώντας να αντιστραφεί το κύμα της αποβιομηχάνισης και να μειωθεί η ανεργία σε χαμηλό επίπεδο τεσσάρων δεκαετιών.
Το αποτέλεσμα των εκλογών σημαίνει ότι θα είναι δύσκολο να αναιρεθούν πολλές από αυτές τις πολιτικές. Τα αριστερά κόμματα κέρδισαν τον μεγαλύτερο αριθμό εδρών στην Εθνοσυνέλευση, αλλά όχι αρκετές για να θέσουν σε εφαρμογή τις πιο ριζοσπαστικές πολιτικές τους, όπως η απότομη αύξηση του κατώτατου μισθού ή η ανατροπή της πρόσφατης αύξησης της ηλικίας συνταξιοδότησης.
«Πρέπει να αποτρέψουμε οποιαδήποτε αντιστροφή ή αναθεώρηση των πολιτικών στην πλευρά της προσφοράς», δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών Μπρουνό Λε Μερ. «Πρέπει να καταβάλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια για να οικοδομήσουμε μια πλειοψηφία βασισμένη σε σχέδια που θα συνεχίσουν υπερασπίζονται αυτό».
Η Medef, η μεγαλύτερη επιχειρηματική ομοσπονδία της Γαλλίας, επιθυμεί επίσης τη διατήρηση του status quo. «Η ατμομηχανή της ανάπτυξης μπορεί να ξεκινήσει και πάλι μόνο εάν η χώρα ακολουθήσει μια οικονομική πολιτική που είναι σαφής και σταθερή», αναφέρει σε ανακοίνωσή της.
Πιέζει ο προϋπολογισμός
Η πιο πιεστική πρόκληση για την Εθνοσυνέλευση είναι ο προϋπολογισμός. Ακόμη και πριν από τις εκλογές, τα οικονομικά της Γαλλίας βρέθηκαν στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος μετά τη διόγκωση του δημοσιονομικού ελλείμματος στο 5,5% του ΑΕΠ το 2023, γεγονός που ώθησε την S&P Global Ratings να υποβαθμίσει τη χώρα και την ΕΕ να κινήσει τη διαδικασία υπερβολικού ελλείματος για τη χώρα.
Στη Γαλλία, υπάρχει παράδοση για τα κόμματα της αντιπολίτευσης να καταψηφίζουν τον προϋπολογισμό, ανεξαρτήτως συνθηκών. Έτσι, όταν η όποια κυβέρνηση προκύψει θα παρουσιάσει τα σχέδια δαπανών της στα τέλη Σεπτεμβρίου, υπάρχει ο κίνδυνος να υποστεί μια ήττα και ενδεχομένως να καταρρεύσει σε ψηφοφορία δυσπιστίας. Νέα νομοσχέδια και νέες κυβερνήσεις μπορεί να έρθουν και να φύγουν χωρίς ο προϋπολογισμός να εγκριθεί, καταλήγει το Bloomberg.
ΠΗΓΗ: economico.gr