Γράφει η Μάγια Γεωργίου
Ευτυχισμένοι είμαστε τη στιγμή που ονειρευόμαστε ή που σχεδιάζουμε, την ώρα που ελπίζουμε ή επιθυμούμε, δηλαδή.
Η ευτυχία, όπως και ο έρωτας, είναι σχεδόν αδύνατον να οριστεί με ακρίβεια, ακριβώς λόγω των πολλών ορισμών που έχουν δοθεί κατά καιρούς σε αυτές τις λέξεις. Και, φυσικά, ένας ορισμός που θα μπορούσε να ευσταθεί είναι ο εξής: Η ευτυχία είναι έρωτας. Ή… ο έρωτας είναι ευτυχία.
Αυτά που συντελούν στην προσωπική ευτυχία του καθένα μας, πέρα από μια καλή ποιότητα στις διαπροσωπικές μας σχέσεις, σχετίζονται, κατά κάποιον τρόπο, και με την προσωπική ισορροπία του καθενός. Με την ψυχική του υγεία, με τη σχέση που έχει με τον εαυτό του, με το αν του αρέσει η δουλειά του, με το αν έχει δουλειά και με το αν έχει πράγματα που επιθυμεί.
Το ότι ο μπαμπάς καπιταλισμός μάς έχει όλους κακομάθει, αυτό είναι αναντίρρητο. Το ότι νιώθουμε υπερβολικά εύκολα, ώρες ώρες, «δυστυχισμένοι», «καταθλιπτικοί», «νευριασμένοι» οφείλεται σε μια ζωή που, πια, έχουμε συνηθίσει να διάγουμε με πατήματα κουμπιών, άμεση σύνδεση της διάθεσής μας με υλικά «αγαθά» και συνεχή σύγκριση με τις ψευτιές μιας πλαστικής και δήθεν showbiz.
Αυτή την περίοδο ίσως θεωρείται ύποπτη μια φιλοσοφική θέαση της ευτυχίας, αντί για μια διεκδίκησή της με όρους κοινωνικοπολιτικούς. Κι όμως, ακόμα και σε αυτές τις περιπτώσεις διεκδίκησης, συχνά ελλοχεύει μια λάθος σύνδεση της οικονομικής ευημερίας με την ευτυχία. Γνωρίζω ένα σωρό ευτυχισμένους και ισορροπημένους ανθρώπους χωρίς πολλά, αλλά κυρίως, πολλούς βαθιά δυστυχισμένους και περιπατητές της ματαιότητας πλούσιους και ευημερούντες. Φυσικά, το ιδανικό θα ήταν μια κοινωνία γεμάτη ανθρώπους που έχουν όσα χρειάζονται-και όχι όσα τους λέει το σύστημα ότι χρειάζονται- και που νιώθουν όμορφα. Άρα, που βρίσκονται πολύ κοντά σε αυτό που λέμε «ευτυχία».
Το επικίνδυνο, νιώθω, με τις λέξεις που δεν ορίζονται, που λέγαμε και προηγουμένως είναι ότι καπελώνονται ανέκαθεν από τα πολιτικά συστήματα και, ακολούθως, από έναν αντισυστημικό τρόπο σκέψης και χάνουν το νόημά τους. Δηλαδή, όχι, κάποιος που του πεινάει το παιδί του, δεν μπορεί να είναι ευτυχισμένος, επειδή βλέπει τον ήλιο κάθε πρωί κι επειδή είναι αρτιμελής. Αλλά, επίσης, όχι δεν μπορεί να είναι δυστυχισμένος κάποιος που αναγκάζεται να πουλήσει το δεύτερο αμάξι του για να πληρώσει την εφορία, από την οποία συνήθιζε να διαφεύγει.
Ο πολύ προσωπικός μου ορισμός για την ευτυχία μοιάζει με αυτόν του Φάμελλου και, ακριβέστερα είναι ο εξής: Ευτυχία είναι να έχεις κάθε μέρα να περιμένεις κάτι καινούργιο. Και πότε μπορεί να συμβεί αυτό; Μάλλον, όταν έχεις αποκτήσει τους δικούς σου σταθερούς βατήρες για την εκτόξευση στην περιπέτεια.