Μια στρατηγική για την πράσινη ενέργεια είναι απαραίτητη και σημαίνει ότι χρειάζεται να υπάρξει πολύ περισσότερη πυρηνική ενέργεια, και γρήγορα, για να παραμείνει ο κόσμος οπουδήποτε κοντά σε μια τροχιά net zero εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως το 2050.
Οποιαδήποτε σοβαρή προσπάθεια για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής πρέπει να ξεκινήσει με την ανάλυση των μαθηματικών που απαιτούνται για τη μετάβαση στις λεγόμενες καθαρές μηδενικές εκπομπές άνθρακα -δηλαδή στο σημείο στο οποίο οι άνθρωποι αφαιρούν τόσο διοξείδιο του άνθρακα από την ατμόσφαιρα όσο προσθέτουν σε αυτήν, σταματώντας την συμβολή της ανθρωπότητας στην κλιματική αλλαγή. Αυτή η μετάβαση στην πράσινη ενέργεια περιπλέκεται από το γεγονός ότι ακόμη και οι πηγές ενέργειας που θεωρούνται ευρέως ως «πράσινες» έχουν αρνητικές εξωτερικές επιδράσεις, παρά το τι μπορεί να επιθυμούν πολλοί υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής. Στην Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, για παράδειγμα, παιδιά ηλικίας μόλις επτά ετών εξορύσσουν κοβάλτιο, το οποίο είναι απαραίτητο για την κατασκευή μπαταριών ηλεκτρικών αυτοκινήτων. Στην Κίνα, η οποία ελέγχει το 80% του συνόλου της κατασκευής ηλιακών πάνελ, η ηλιακή βιομηχανία βασίζεται στην εργασία σκλάβων Ουιγούρων. Για να το θέσουμε απλά, όλα έχουν το τίμημά τους.
Αν και η αναθεωρημένη ενεργειακή προοπτική της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας (International Energy Agency, IEA) για το 2022 εγείρει ορισμένα από αυτά τα ζητήματα, ωστόσο χαράζει μια πορεία προς το καθαρό μηδέν έως το 2050 που, όπως θα περίμενε κανείς, μεγιστοποιεί την αιολική και ηλιακή ενέργεια, ενώ υποθέτει ότι οι χώρες μπορούν να βρουν και να εξορύξουν τα απαιτούμενα ορυκτά σε οικονομικές τιμές. Αλλά ακόμη και κάτω από αυτές τις αισιόδοξες υποθέσεις, μια πηγή ενέργειας μηδενικού άνθρακα που συχνά παραβλέπεται εξακολουθεί να φέρει το μεγαλύτερο βάρος: για να φτάσει το καθαρό μηδέν έως το 2050, η ΙΕΑ λέει ότι η ικανότητα πυρηνικής ενέργειας θα πρέπει να διπλασιαστεί. Το μοντέλο της υποθέτει ότι από την δεκαετία του 2030 θα τίθεται σε λειτουργία κατά μέσο όρο ετησίως νέα πυρηνική ισχύς 30 γιγαβάτ και θα παραμείνει σε αυτήν την πορεία μέχρι το 2050.
Η πυρηνική σχάση, η διαδικασία που δημιουργεί πυρηνική ενέργεια, παράγει άφθονη ισχύ ενώ εκπέμπει ουσιαστικά μηδενικά αέρια του θερμοκηπίου, παρόμοια με την αιολική, την ηλιακή, και την υδροηλεκτρική. Επιπλέον, είναι μια ασφαλής και αποδεδειγμένη τεχνολογία που παρέχει ήδη πάνω από το ήμισυ της παραγωγής ενέργειας χωρίς άνθρακα στις ΗΠΑ, ενώ λειτουργεί ασταμάτητα σε αντιδιαστολή με τις ιδιοτροπίες της Μητέρας Φύσης.
Τι θα απαιτούσε ένας διπλασιασμός της πυρηνικής ενέργειας; Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Ενεργειακών Μελετών της Οξφόρδης, ο κόσμος θα χρειαστεί να κατασκευάσει 235 νέους αντιδραστήρες μόνο τα επόμενα οκτώ χρόνια για να φτάσει στο μηδέν μέχρι το 2050. Δεδομένου ότι 440 αντιδραστήρες λειτουργούν πλέον παγκοσμίως και 60 νέοι είναι υπό κατασκευή, ο κόσμος ως εκ τούτου θα πρέπει να κατασκευάσει και να θέσει σε λειτουργία το ισοδύναμο 180 ακόμη αντιδραστήρων 1.000 μεγαβάτ, ή αλλιώς 25 περισσότερους νέους αντιδραστήρες ετησίως, έως το 2030, με περαιτέρω ανάπτυξη στην συνέχεια για να πετύχει τον στόχο του 2050. Πρόκειται για μια δύσκολη αποστολή, λαμβάνοντας υπόψη τα πολλά φράγματα που έθεσαν οι αντιπυρηνικές ομάδες για να σταματήσουν αυτήν την παραγωγή ενέργειας με μηδενικές εκπομπές άνθρακα, πέραν των χρονοβόρων διαδικασιών αδειοδότησης και του χρόνου και των δαπανών που απαιτούνται για να τεθεί σε λειτουργία ένα εργοστάσιο.
Υπάρχει επίσης ένα άλλο εμπόδιο στην πορεία: ο μεγαλύτερος πολυμερής χρηματοδότης της πράσινης ενέργειας στον κόσμο, η Παγκόσμια Τράπεζα, αρνήθηκε σταθερά να χρηματοδοτήσει ή να συγχρηματοδοτήσει πυρηνικά έργα. Αυτή η αυτοεπιβληθείσα πολιτική σημαίνει ότι οι διψασμένες για ενέργεια, αναπτυσσόμενες χώρες έπρεπε να στραφούν σε αυταρχικά καθεστώτα για την χρηματοδότηση και την τεχνολογία που απαιτούνται για την κατασκευή πυρηνικών σταθμών. Είναι καιρός η Τράπεζα να αναστρέψει αυτήν την ξεπερασμένη, αντιπαραγωγική πολιτική, ειδικά δεδομένης της εστίασής της στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής. Οι χώρες δεν θα πρέπει πλέον να στερούνται ένα από τα βασικά εργαλεία που απαιτούνται για την επίλυση των φιλόδοξων μαθηματικών του net zero [του καθαρού μηδενός στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου].
ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΥΡΗΝΙΚΏΝ
Αν και μερικές χώρες, όπως η Αυστρία και η Αυστραλία, παραμένουν πεισματικά αντίθετες στην πυρηνική ενέργεια, η Ιαπωνία και η Γαλλία, που είχαν σχεδιάσει να κλείσουν ένα τμήμα των πυρηνικών τους αντιδραστήρων, αντέστρεψαν την πορεία τους την περασμένη άνοιξη μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Η Γερμανία, η οποία επρόκειτο να κλείσει όλους τους αντιδραστήρες της μέχρι το τέλος του 2022, σταμάτησε προσωρινά την διακοπή λειτουργίας των δύο τελευταίων αντιδραστήρων της για να αποφύγει τις ενεργειακές ελλείψεις που προέκυψαν από τον πόλεμο στην Ουκρανία. Ωστόσο, άλλες ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Πολωνίας και της Ρουμανίας, προχωρούν περαιτέρω δεσμευόμενες να αγοράσουν πυρηνικούς αντιδραστήρες που κατασκευάζονται στις Ηνωμένες Πολιτείες. Για παρόμοιους λόγους, η Τσεχική Δημοκρατία επέλεξε την Westinghouse ως μια από τις τρεις φιναλίστ (μαζί με εταιρείες από την Γαλλία και τη Νότια Κορέα) για έναν τρέχοντα διαγωνισμό για νέα πυρηνική παραγωγή. Ακόμη πιο αξιοσημείωτο, αναπτυσσόμενες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Γκάνας, της Κένυας, και των Φιλιππίνων, ανακοίνωσαν εντός των τελευταίων τριών μηνών ότι σκοπεύουν να κατασκευάσουν νέους πυρηνικούς σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής για την επίτευξη των στόχων της οικονομικής ανάπτυξης και καθαρής ενέργειας.
Από την δεκαετία του 1960 έως την πρώτη δεκαετία αυτού του αιώνα, οι αμερικανικές εταιρείες ήταν οι μεγαλύτεροι εξαγωγείς πυρηνικών τεχνολογιών παγκοσμίως, αλλά την τελευταία δεκαετία, οι αναπτυσσόμενες χώρες στράφηκαν στην Ρωσία και την Κίνα για βοήθεια στην κατασκευή νέων έργων πυρηνικής ενέργειας. Ο κύριος προμηθευτής πυρηνικών της Ρωσίας, η Rosatom, έχει υπογράψει μνημόνια συμφωνίας με περισσότερες από 30 χώρες για την παροχή βοήθειας για την πυρηνική ανάπτυξη και επί του παρόντος η Ρωσία κατασκευάζει πυρηνικούς αντιδραστήρες στο Μπαγκλαντές, την Λευκορωσία, την Κίνα, την Αίγυπτο, την Ινδία, και την Τουρκία. Από την πλευρά της, η Κίνα έχει εξάγει την τεχνολογία της μόνο στο Πακιστάν, αλλά επιδιώκει ενεργά άλλα έργα σε όλο τον κόσμο. Οι αναπτυσσόμενες χώρες έπρεπε να στραφούν στην Ρωσία και την Κίνα αφού η Παγκόσμια Τράπεζα κατέστησε σαφές το 2013 ότι δεν θα συνεχίσει να χρηματοδοτεί κανένα πυρηνικό έργο.
Εκείνη την εποχή, ο πρόεδρος της Τράπεζας, Jim Yong Kim, ουσιαστικά απαγόρευσε την χρηματοδότηση πυρηνικών έργων, λέγοντας «Η πυρηνική ενέργεια από χώρα σε χώρα είναι ένα εξαιρετικά πολιτικό ζήτημα. Ο Όμιλος της Παγκόσμιας Τράπεζας δεν συμμετέχει στην παροχή υποστήριξης για την πυρηνική ενέργεια. Πιστεύουμε ότι αυτή είναι μια εξαιρετικά δύσκολη συζήτηση που κάθε χώρα συνεχίζει να έχει». Τα δημόσια σχόλιά του βασίστηκαν σε προηγούμενες δηλώσεις της τράπεζας, συμπεριλαμβανομένης μιας δήλωσης του 2009, όταν η Τράπεζα είπε ότι η χρηματοδότηση των πυρηνικών «θα εγκυμονούσε σοβαρούς κινδύνους που σχετίζονται με την διάδοση, την ασφάλεια, και την διάθεση των αποβλήτων». Πιο πρόσφατα το 2021, υποστήριξε ότι η χρηματοδότηση της πυρηνικής ενέργειας «δεν είναι στην τεχνογνωσία της». Αυτές οι δικαιολογίες ήταν ανακριβείς τότε και συνεχίζουν να είναι και σήμερα.
Καταρχάς, η Παγκόσμια Τράπεζα δεν μπορεί να αποδώσει την απόφασή της στην έλλειψη εμπειρογνωμοσύνης. Η Παγκόσμια Τράπεζα είναι μέρος του συστήματος των Ηνωμένων Εθνών και επομένως υπό την ίδια ομπρέλα με την International Atomic Energy Agency (IAEA), ο επικεφαλής της οποίας, ο Ραφαέλ Γκρόσι, άσκησε πιέσεις ώστε η Τράπεζα να τερματίσει την απαγόρευσή της. Η Τράπεζα μπορεί να έχει πρόσβαση σε αυτήν την βαθιά δεξαμενή πυρηνικής τεχνογνωσίας με τον ίδιο τρόπο που συμβουλεύεται εξωτερικούς ειδικούς και οντότητες για έργα σε τομείς τόσο διαφορετικούς όπως η διαχείριση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην Αίγυπτο, η άρδευση στο Πακιστάν, και ο εκσυγχρονισμός της δημόσιας διοίκησης στο Τζιμπουτί, για να μην αναφέρουμε πιο περίπλοκα έργα πράσινης ενέργειας σε όλο τον κόσμο, όπως η υδροηλεκτρική ενέργεια και η γεωθερμική μηχανική. Εθνικά ιδρύματα, όπως η Export-Import Bank των Ηνωμένων Πολιτειών, που διαθέτουν πυρηνική τεχνογνωσία και έχουν παράσχει σημαντικές δυνατότητες δανεισμού για πυρηνικά έργα, θα μπορούσαν επίσης να χρησιμεύσουν ως πόροι για την τράπεζα.
Οι άλλες δικαιολογίες που προσφέρει η Παγκόσμια Τράπεζα για την απαγόρευση των πυρηνικών της είναι εξίσου απατηλές. Η ΙΑΕΑ εργάστηκε για περισσότερα από 70 χρόνια για να δημιουργήσει ένα πλαίσιο για την πρόληψη της μη διάδοσης [των πυρηνικών]. Αυτό το σύστημα περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα μέτρων διασφάλισης, συμπεριλαμβανομένης της ηλεκτρονικής παρακολούθησης σε πραγματικό χρόνο, η οποία παρέχει ένα αποτελεσματικό μέσο για τον εντοπισμό και την πρόληψη της διάδοσης των πυρηνικών όπλων. Επιπλέον, η μη στρατιωτική πυρηνική ενέργεια δεν αποτελεί μια εύκολη πύλη προς τα πυρηνικά όπλα. Τα καύσιμα που παράγονται από μη στρατιωτικούς πυρηνικούς σταθμούς παραγωγής ενέργειας ελαφρού ύδατος, όπως αυτοί στις Ηνωμένες Πολιτείες, δεν αποτελούν αποτελεσματική πηγή δυνητικού οπλικού υλικού. Μια χώρα θα χρειαζόταν εξαιρετικά εξελιγμένες και δαπανηρές δυνατότητες για να την καταστήσει χρήσιμη για στρατιωτικούς σκοπούς.
Τι γίνεται με άλλες ανησυχίες για την ασφάλεια; Οι πολέμιοι της πυρηνικής ενέργειας εγείρουν τρεις διάσημες πυρηνικές καταστροφές. Η πρώτη είναι το ατύχημα στο Three Mile Island, το οποίο συνέβη το 1979 και προκλήθηκε από ελαττωματικά όργανα στην αίθουσα ελέγχου και ανεπαρκή εκπαίδευση σε διαδικασίες έκτακτης ανάγκης. Ενώ το γεγονός οδήγησε στην απελευθέρωση μικρής ποσότητας ραδιενεργού αερίου -κάτω από τα φυσικά επίπεδα- η εργοστασιακή δομή περιορισμού εμπόδισε μια μεγάλη έκλυση ραδιενέργειας και, σύμφωνα με την κυβέρνηση των ΗΠΑ, κανείς δεν σκοτώθηκε ή τραυματίστηκε σοβαρά ως αποτέλεσμα του ατυχήματος. Το Τσερνόμπιλ, η πιο διάσημη και καταστροφική πυρηνική καταστροφή, συνέβη το 1986. Ήταν το αποτέλεσμα κακού σχεδιασμού (που δεν χρησιμοποιείτο εκτός Σοβιετικής Ένωσης), απρόσεκτης δοκιμής χαμηλής ισχύος του αντιδραστήρα χωρίς την αναθεώρηση ή την έγκριση του σχεδιαστή, και την αποτυχία έγκαιρης προειδοποίησης του κοινού σχετικά με τις εκλύσεις ραδιενεργών ουσιών. Τέλος, η πυρηνική καταστροφή στην Φουκουσίμα της Ιαπωνίας το 2011 προέκυψε από την αγνόηση των ιστορικών δεδομένων για το τσουνάμι και την κατασκευή του εργοστασίου πολύ κοντά στον ωκεανό, όπου ο απαραίτητος εξοπλισμός ασφαλείας ήταν ευάλωτος στις πλημμύρες.
Αυτά τα τρία ατυχήματα θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί. Για συμπληρωματική αντίληψη, 600 μη στρατιωτικοί αντιδραστήρες πυρηνικής ενέργειας έχουν λειτουργήσει από την δεκαετία του 1960 (για να μην αναφέρουμε εκατοντάδες ακόμη στρατιωτικούς αντιδραστήρες). Συνολικά, αυτό το ιστορικό είναι πολύ καλό, ειδικά σε σύγκριση με τα αποτελέσματα από συγκρίσιμες μορφές ενέργειας. Πράγματι, όταν εξετάζονται οι θάνατοι ανά μονάδα παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας, η πυρηνική ενέργεια έχει ως αποτέλεσμα 99,8% λιγότερους από τον άνθρακα, 99,7% λιγότερους από το πετρέλαιο, και 97,6% λιγότερους από το φυσικό αέριο. Επιπλέον, το Εθνικό Γραφείο Οικονομικών Ερευνών για το 2019 υπολόγισε [8] ότι η προγραμματισμένη σταδιακή κατάργηση των πυρηνικών της Γερμανίας θα κόστιζε περισσότερους από 1.100 επιπλέον θανάτους κάθε χρόνο ως αποτέλεσμα της αυξημένης ατμοσφαιρικής ρύπανσης που προκαλείται από την χρήση ορυκτών καυσίμων. Η Γερμανία, προς το παρόν, έχει σταματήσει το κλείσιμο των τριών τελευταίων πυρηνικών σταθμών της, χάρη στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Εν μέρει, ως αποτέλεσμα των διδαγμάτων τα οποία αντλήθηκαν από τα τρία ατυχήματα που περιγράφονται παραπάνω, οι πάνω από 450 πυρηνικοί αντιδραστήρες που αποτελούν την σημερινή διεθνή πυρηνική βιομηχανία έχουν λειτουργήσει σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα ασφάλειας υπό το άγρυπνο βλέμμα τόσο των εθνικών ρυθμιστικών Αρχών πυρηνικής ενέργειας, όσο και της Παγκόσμια Ένωση Πυρηνικών Χειριστών (World Association of Nuclear Operators), ενός αυτορρυθμιστικού φορέα. Η βιομηχανία έχει γενικά κερδίσει ένα καλά αναγνωρισμένο ιστορικό για την ασφάλεια, την απαραίτητη αυτοαξιολόγηση, και την προθυμία να μοιραστεί τις βέλτιστες πρακτικές μεταξύ όλων των μη στρατιωτικών πυρηνικών εταίρων της παγκοσμίως.
Επιπλέον, η τελευταία γενιά πυρηνικών αντιδραστήρων που σχεδιάζονται στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι μικρότερη (συνήθως το ένα τέταρτο ή λιγότερο από το μέγεθος των αντιδραστήρων που διατίθενται επί του παρόντος στην αγορά από την Ρωσία και την Κίνα), είναι πιο εύκολο να κατασκευαστούν και να χρηματοδοτηθούν, και διαθέτουν βελτιωμένα επίπεδα ασφάλειας. Αυτοί οι αντιδραστήρες είναι ιδιαίτερα επιθυμητοί, δεδομένου ότι το μέγεθος και το κόστος τους τούς καθιστούν πιο ελκυστικούς σε χώρες λιγότερο ικανές να αντέξουν οικονομικά πυρηνικά έργα 1.200 μεγαβάτ (ή περισσότερα).
Τέλος, οι ανησυχίες που έχει εγείρει η Παγκόσμια Τράπεζα σχετικά με τα απόβλητα είναι επίσης άστοχες, καθώς το πυρηνικό καύσιμο είναι το μέταλλο με τις περισσότερες ρυθμίσεις στον κόσμο ως αποτέλεσμα της προσεκτικής εποπτείας από τις μη στρατιωτικές ρυθμιστικές Αρχές πυρηνικής ενέργειας κάθε χώρας με πυρηνική ενέργεια. Είτε αποθηκεύεται σε δεξαμενές αναλωμένου καυσίμου στους αντιδραστήρες είτε σε δοχεία ξηρής αποθήκευσης μακριά από τους αντιδραστήρες, υπάρχει ιστορικό αποτελεσματικής διαχείρισης και αποθήκευσης˙ κανένας πολίτης δεν έχει σκοτωθεί ή ακόμη και τραυματιστεί σοβαρά από την αποθήκευσή του. Αν και υπήρξαν σημαντικές πολιτικές προκλήσεις για την προτεινόμενη τοποθεσία πυρηνικών αποβλήτων, Yucca Mountain, στη Νεβάδα, η Φινλανδία θα ανοίξει τη μόνιμη αποθήκη αποβλήτων της το 2024 και θα πρωτοστατήσει στο να αποδείξει ότι τα χρησιμοποιημένα πυρηνικά καύσιμα μπορούν να διαχειρίζονται με ασφάλεια υπόγεια, ακόμη και για 100.000 χρόνια. Η Γαλλία ανακυκλώνει τα χρησιμοποιημένα καύσιμα από την δεκαετία του 1960 και μέσα σε αρκετά χρόνια θα ακολουθήσει το παράδειγμα της Φινλανδίας στο άνοιγμα του δικού της μόνιμου αποθετηρίου. Αυτό όχι μόνο επωφελείται από την επαναχρησιμοποίηση του 96% της ενέργειας που παραμένει μετά την χρήση του καυσίμου σε έναν αντιδραστήρα, αλλά έχει επίσης μειώσει σημαντικά την δημιουργία αποβλήτων υψηλής ραδιενέργειας στην Γαλλία, συμπεριλαμβανομένου του πλουτωνίου. Άλλες ευκαιρίες για την αντιμετώπιση αυτού του ζητήματος, συμπεριλαμβανομένων των εξελίξεων στην τεχνολογία βαθέων γεωτρήσεων (όπου το καύσιμο απορρίπτεται από τέσσερα έως πέντε μίλια κάτω από την γη) και η συνεχιζόμενη ανάπτυξη σχεδίων πυρηνικών αντιδραστήρων που καίνε χρησιμοποιημένο πυρηνικό καύσιμο παρέχουν επίσης παραδείγματα τεχνολογικών εξελίξεων που μπορούν να αντιμετωπίσουν με ασφάλεια ανησυχίες σχετικά με τα ραδιενεργά απόβλητα υψηλής ραδιενέργειας.
ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ
Στην περσινή διάσκεψη του ΟΗΕ για το κλίμα, γνωστή ως COP27, οι βιομηχανοποιημένες οικονομίες (εκτός από την Κίνα, τη μεγαλύτερη πηγή εκπομπής αερίων θερμοκηπίου στον κόσμο) υποσχέθηκαν να πληρώσουν τις αναπτυσσόμενες χώρες για την «απώλεια και την ζημιά» τους από την κλιματική αλλαγή. Οι αναπτυσσόμενες χώρες θεώρησαν ότι ήταν ένα σημαντικό βήμα, αλλά αυτές οι χώρες χρειάζονται κάτι καλύτερο: φθηνή, αξιόπιστη, άφθονη ενέργεια, συμπεριλαμβανομένων όλων των τύπων πράσινης ενέργειας, ιδιαίτερα εκείνων με σταθερό βασικό φορτίο, όπως η πυρηνική ενέργεια. Όπως είπε ο Αιγύπτιος οικονομολόγος, Abla Abdel Latif, σε αντιπροσωπεία του Κογκρέσου των ΗΠΑ στην COP, η Αφρική θέλει και χρειάζεται χρηματοδότηση για να αναπτύξει την ενέργεια που έχει επειγόντως ανάγκη. Ίσως αυτός είναι ένας από τους λόγους που η Αίγυπτος κατέληξε να πάρει δάνειο από την Rosatom (και δεσμεύτηκε στην ρωσική τεχνολογία για δεκαετίες) για το νέο πυρηνικό της εργοστάσιο.
Αντί να πληρώνει για τις απώλειες και τις ζημιές από την κλιματική αλλαγή, η οποία ανέρχεται σε μόλις μερικά σεντς ανά άτομο που πλήττεται στον αναπτυσσόμενο κόσμο, η Παγκόσμια Τράπεζα και οι χρηματοδότες της θα πρέπει να χρησιμοποιήσουν αυτά τα δισεκατομμύρια δολάρια ως δάνεια χαμηλού επιτοκίου για πυρηνικά έργα από ασφαλείς, μη αυταρχικούς παρόχους που θα βοηθήσουν αυτές τις χώρες να ξεφύγουν από την ενεργειακή φτώχεια με ασφαλή και αξιόπιστη ενέργεια μηδενικών εκπομπών άνθρακα.
Σε αυτήν την προσπάθεια, η Τάπεζα θα μπορούσε να ακολουθήσει το παράδειγμα των Ηνωμένων Πολιτειών, οι οποίες τελικά τερμάτισαν την δική τους απαγόρευση χρηματοδότησης ξένων πυρηνικών έργων το 2020, όταν η Διεθνής Εταιρεία Χρηματοδότησης Ανάπτυξης των ΗΠΑ (U.S. International Development Finance Corporation, DFC) συμφώνησε να δανείσει για πυρηνικά έργα επειδή θεωρούνται ως ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Όπως σωστά είπε η DFC στην ανακοίνωσή της: «Αυτή η αλλαγή θα προσφέρει επίσης μια εναλλακτική λύση στην χρηματοδότηση αυταρχικών καθεστώτων, ενώ παράλληλα θα προωθούνται οι διασφαλίσεις των ΗΠΑ για τη μη διάδοση και θα υποστηρίζεται η ανταγωνιστικότητα των ΗΠΑ στον πυρηνικό τομέα». Δυστυχώς, υπό την κυβέρνηση Μπάιντεν, η DFC δεν έχει ακόμη χρηματοδοτήσει ούτε ένα πυρηνικό έργο.
Η DFC θα πρέπει να στραφεί προς τα εμπρός, όπως έχουν κάνει οι συνάδελφοί της στην Export-Import Bank των Ηνωμένων Πολιτειών, και να παρέχει χρηματοδότηση για πυρηνικά έργα που χρηματοδοτούνται από τις ΗΠΑ διεθνώς. Αυτό θα μπορούσε να ενθαρρύνει την Παγκόσμια Τράπεζα να κάνει το ίδιο. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει επίσης να πιέσουν για να αντιστραφεί η πολιτική της Παγκόσμιας Τράπεζας, όπως προτείνει ο βουλευτής, Πάτρικ Μακ Χένρι, Ρεπουμπλικανός από την Βόρεια Καρολίνα και νέος πρόεδρος της Επιτροπής Χρηματοοικονομικών Υπηρεσιών της Βουλής. Το νομοσχέδιό του, ο Διεθνής Νόμος για την Χρηματοδότηση της Πυρηνικής Ενέργειας, ή H.R. 1646, αναμένεται να κατατεθεί εκ νέου φέτος.
Ακόμη και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επαναπροσδιόρισε την πυρηνική ενέργεια ως πράσινη σε μια ψηφοφορία-ορόσημο τον Ιούλιο του 2022. Αλλάζοντας σωστά την ταξινόμηση της πυρηνικής ενέργειας σε φιλική προς το περιβάλλον, οι ευρωπαϊκές χώρες έχουν πλέον πρόσβαση σε εκατοντάδες δισεκατομμύρια φθηνά δάνεια και κρατικές επιδοτήσεις. Έτσι, καθώς η Ευρώπη έχει πλέον υιοθετήσει τα πυρηνικά (και ακόμη και το φυσικό αέριο) ως πράσινο, συνεχίζει να το αρνείται στον αναπτυσσόμενο κόσμο μέσω της στάσης της κατά των πυρηνικών στην Παγκόσμια Τράπεζα και άλλες πολυμερείς περιφερειακές τράπεζες ανάπτυξης, διασφαλίζοντας ότι η Ρωσία και η Κίνα παραμένουν οι μόνες στο παιχνίδι.
Εκτός από την σημαντική συμβολή στην επίτευξη του net zero, η χρηματοδότηση της Παγκόσμιας Τράπεζας για πυρηνικά έργα θα επέτρεπε μεγαλύτερο δυνητικό επίπεδο συμμετοχής από την ΙΑΕΑ για την άσκηση μεγαλύτερης πρακτικής επίβλεψης κατά την διάρκεια του κύκλου ζωής ενός πυρηνικού έργου από την σύλληψή του μέχρι την λειτουργία και τον παροπλισμό του, που μπορεί να κυμαίνεται από 60 έως 100 χρόνια. Το σημερινό status quo είναι η έλλειψη διαφάνειας στα πυρηνικά έργα που αναλαμβάνουν η Κίνα (στο Πακιστάν) και η Ρωσία (στο Ιράν), με τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη να αποκλείονται δυνητικά από την συμμετοχή σε αυτά τα προγράμματα για δεκαετίες. Ακόμη και αν η τράπεζα παρείχε χρηματοδότηση μόνο για να βοηθήσει στην δημιουργία δραστηριοτήτων πυρηνικής ρυθμιστικής επίβλεψης για την χώρα υποδοχής που επιδιώκει την κατασκευή νέας πυρηνικής παραγωγής, σε αντίθεση με την χρηματοδότηση των πραγματικών έργων, θα αύξανε την Δυτική εμπλοκή και θα ενίσχυε το παγκόσμιο καθεστώς μη διάδοσης.
Ομοίως, η χρηματοδότηση έργων πυρηνικών ερευνητικών αντιδραστήρων που εμπλέκονται στην παραγωγή ραδιοϊσοτόπων, τα οποία έχουν σημαντικές ιατρικές χρήσεις, θα δημιουργούσε τριπλή νίκη και θα ήταν παρόμοια με αυτό που ξεκίνησε ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντουάιτ Αϊζενχάουερ, κατά την διάρκεια του προγράμματος Atoms for Peace το 1953. Τα έργα αυτά θα μπορούσαν να επιτρέψουν την δημιουργία ανεξάρτητων, αποτελεσματικών ρυθμιστικών Αρχών για την πυρηνική ενέργεια˙ να δημιουργήσουν ένα αρχικό σχέδιο ανάπτυξης που θα μπορούσε να ενισχύσει την εγχώρια πυρηνική ικανότητα (συμπεριλαμβανομένης της ανάπτυξης τοπικών προγραμμάτων πυρηνικής μηχανικής και κατασκευής)˙ και να επιτρέψουν την ανάπτυξη τεχνολογιών υγείας που σώζουν ζωές. Όλα αυτά θα μπορούσαν να επιτευχθούν με τρόπο απολύτως συνεπή με την διατήρηση των πυρηνικών διασφαλίσεων.
Μια στρατηγική για την πράσινη ενέργεια που θα περιλαμβάνει όλα τα παραπάνω είναι απαραίτητη και σημαίνει ότι χρειάζεται να υπάρξει πολύ περισσότερη πυρηνική ενέργεια, και γρήγορα, για να παραμείνει ο κόσμος οπουδήποτε κοντά σε μια τροχιά net zero έως το 2050. Αυτό απαιτεί βοήθεια προς τις χώρες να χρηματοδοτήσουν νέα έργα. Ένα καλό μέρος για να ξεκινήσουμε είναι σε πολυμερές επίπεδο μέσω της Παγκόσμιας Τράπεζας, η οποία θα μπορούσε να δημιουργήσει νέες ευκαιρίες συγχρηματοδότησης με τον ιδιωτικό τομέα καθώς και να ωθήσει μια αλλαγή στην Αφρικανική Τράπεζα Ανάπτυξης και στις άλλες πολυμερείς τράπεζες περιφερειακής ανάπτυξης, σε συνδυασμό με την DFC και την Τράπεζα Εξαγωγών-Εισαγωγών των ΗΠΑ. Δεδομένης της πραγματικότητας των μαθηματικών του net zero και της αλλαγής της στάσης για την πυρηνική ενέργεια στην Ευρώπη, η Τράπεζα θα πρέπει να έχει μια γενναία συζήτηση για την πυρηνική της πολιτική. Είναι μια ευνοϊκή στιγμή να διεξαχθεί αυτή η συζήτηση, επειδή η Τράπεζα αναζητά νέους τρόπους για να επεκτείνει την ικανότητα δανεισμού της για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Η αλλαγή της πολιτικής της Παγκόσμιας Τράπεζας για παροχή χρηματοδότησης για πυρηνικά έργα θα ήταν ο ταχύτερος και ευκολότερος τρόπος για να προωθηθεί η προσπάθεια για net zero στον αναπτυσσόμενο κόσμο, ενώ παράλληλα θα αυξανόταν η ασφάλεια, η προστασία, και η ευημερία.