Ανησυχία για τις επιπτώσεις της τελικής απόφασης της Ε.Ε. σχετικά με την πράσινη ταξινομία στην ασφάλεια εφοδιασμού της Ελλάδας και άλλων χωρών της Ευρώπης αλλά και στο ενεργειακό κόστος εκφράζεται από πλευράς της ενεργειακής αγοράς σε ό,τι αφορά τις προϋποθέσεις για τη συμπερίληψη του φυσικού αερίου στις καθαρές μορφές ενέργειας που θέτει η Ε.Ε.
Η τελική απόφαση που δημοσιοποίησε χθες η Επιτροπή –αν και σε σχέση με το προσχέδιο που δόθηκε στα κράτη-μέλη στις 31 Δεκεμβρίου έχει υιοθετήσει κάποιες από τις προτάσεις της Ελλάδας και της ομάδας των 13 κρατών-μελών που έδωσαν μάχη για τη συμπερίληψη του φυσικού αερίου στην πράσινη ταξινομία– δεν έχει μεταβληθεί ως προς το βασικό κριτήριο των ορίων που θέτει για να χαρακτηριστεί μια μονάδα φυσικού αερίου πράσινη, δηλαδή του περιορισμού των εκπομπών της κάτω από τα 270 γραμμάρια ισοδύναμου CO2/KWh.
«Πρόκειται για ένα τιμωρητικό και αντιεπενδυτικό εργαλείο, το οποίο επιχειρεί να υποχρεώσει την ενεργειακή βιομηχανία της Ευρώπης να ανακαλύψει μια τεχνολογία που αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει, αντί να της δώσει τον χρόνο ομαλής προσαρμογής στις αυξημένες απαιτήσεις της ενεργειακής μετάβασης», τονίζουν στην «Κ» παράγοντες της ενεργειακής αγοράς, επισημαίνοντας ότι δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή μονάδα συνδυασμένου κύκλου φυσικού αερίου που να μπορεί να πιάσει αυτά τα όρια και δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα προοπτική τέτοιας τεχνολογίας.
Οι νέες μονάδες φυσικού αερίου αν καταφέρουν να εξασφαλίσουν χρηματοδότηση, αφού κάποιες τράπεζες δεν θα χρηματοδοτήσουν καν επενδύσεις που δεν πληρούν τα κριτήρια τα οποία θέτει η Επιτροπή, θα πληρώσουν πολύ ακριβά τον δανεισμό τους μεταφέροντας το υψηλό κόστος στην κατανάλωση, που σημαίνει ακόμη πιο υψηλές τιμές ρεύματος. Στον βαθμό που η χρηματοδότηση νέων μονάδων γίνει πιο δύσκολη, θεωρείται αυτονόητο ότι θα οδηγηθούμε σε παράταση της λειτουργίας λιγνιτικών μονάδων για να μην τεθεί σε κίνδυνο η ασφάλεια εφοδιασμού της χώρας, εκτιμούν παράγοντες της αγοράς.
Επισημαίνουν, δε, ότι θα ήταν σκόπιμο για όλες αυτές τις αποφάσεις, οι οποίες μεταφράζονται σε ενεργειακό μείγμα και ασφάλεια εφοδιασμού των κρατών-μελών, να έχουν λόγο και οι διαχειριστές των δικτύων που έχουν τη σημαντική υποχρέωση να εξασφαλίζουν στα δεκαετή πλάνα επάρκειας που καταρτίζουν ότι η κάθε χώρα θα έχει ρεύμα.
Παράγοντες της αγοράς εντοπίζουν μάλιστα ασάφειες και στις σημειακές αλλαγές του προσχεδίου, όπως η κατάργηση των ενδιάμεσων στόχων για την πρόσμειξη του φυσικού αερίου με υδρογόνο μετά και τις απαιτήσεις της Γερμανίας και την αντικατάσταση ανθρακικής ισχύος στη βάση της δυναμικότητας και όχι ανά μονάδα. Ενώ η Επιτροπή καταργεί τους ενδιάμεσους στόχους για τη συμμετοχή του υδρογόνου, θέτει ως προϋπόθεση έγκρισης της χρηματοδότησης για νέα μονάδα φυσικού αερίου δέσμευση του Δ.Σ. της εταιρείας ότι μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2035 θα λειτουργεί αποκλειστικά με υδρογόνο, καύσιμο που στη δυναμικότητα που απαιτείται για να καλύψει εκτός από τις μεταφορές και τη βιομηχανία και την ηλεκτροπαραγωγή θα υπάρχει μόνο σε επίπεδο υποσχέσεων.
Η εγχώρια αγορά είναι εμφανώς απογοητευμένη, αν και δεν αποκλείει το ενδεχόμενο το Ευρωκοινοβούλιο να μπλοκάρει την απόφαση, με το επιχείρημα ότι δεν είναι πράσινη. Αν και για τους αντίθετους λόγους, μια τέτοια εξέλιξη θα έφερνε ανακούφιση και θα άνοιγε τον δρόμο για την υλοποίηση των νέων μονάδων φυσικού αερίου με φθηνό χρήμα. Καταργήθηκαν οι ενδιάμεσοι στόχοι μετάβασης σε καθαρές μορφές αερίου (υδρογόνο, βιοαέριο κ.ά.) για μονάδες φυσικού αερίου στην τελική μορφή της συμπληρωματικής πράξης κατ’ εξουσιοδότηση (Delegated Act) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Πράσινη Ταξινομία, που υιοθετήθηκε χθες από το Κολέγιο των Επιτρόπων. Στο αρχικό σχέδιο απόφασης, που δόθηκε προς διαβούλευση στις 31 Δεκεμβρίου, προβλεπόταν ως όρος για τη χορήγηση της πράσινης ετικέτας –ως μεταβατικό καύσιμο– σε μονάδες φυσικού αερίου να παράγουν το 30% του ηλεκτρισμού τους από αέρια χαμηλών ή μηδενικών εκπομπών έως την 1η.1.2026, ποσοστό που έπρεπε να ανέβει στο 55% έως την 1η.1.2030. Οι στόχοι αυτοί απαλείφθηκαν, αλλά διατηρήθηκε ο τελικός στόχος για την αποκλειστική χρήση αερίων χαμηλών ή μηδενικών εκπομπών από το τέλος του 2035. Αξιωματούχοι της Επιτροπής ανέφεραν ότι η χρήση σε μεγάλη κλίμακα καθαρών αερίων για ηλεκτροπαραγωγή ήδη από το 2026 θα είχε αρνητικές συνέπειες για τις ανάγκες απανθρακοποίησης του τομέα των μεταφορών (όπου ήδη χρησιμοποιούνται). Πρόσθεσαν, δε, ότι η απευθείας μετάβαση στην αποκλειστική χρήση καθαρών αερίων (από μηδέν στο 100%) είναι οικονομικά πιο συμφέρουσα για τις μονάδες φυσικού αερίου.
Πυρηνική ενέργεια
Σχετικά με την πυρηνική ενέργεια, όπως εξηγεί αρμόδια αξιωματούχος, στην τελική μορφή της απόφασης παρέχεται «μεγαλύτερη διαύγεια και διασαφηνίζεται το περιεχόμενο του σχεδίου που είναι αναγκαίο έως το 2050 για τη διάθεση εξαιρετικά ραδιενεργών πυρηνικών αποβλήτων». Τα απόβλητα αυτά (το 1% του συνόλου) πρέπει να διατίθενται σε χώρους βαθιάς γεωλογικής απόθεσης για να μπορούν τα πυρηνικά εργοστάσια που τα παράγουν να ενταχθούν στην ταξινομία. Υπενθυμίζεται ότι τέτοιοι χώροι δεν λειτουργούν ακόμα στην Ε.Ε. (ο πρώτος αναμένεται να τεθεί σε λειτουργία το 2024 στη Φινλανδία).