«Η Ελλάδα διατηρεί απολύτως το δικαίωμα της επέκτασης των χωρικών της υδάτων σύμφωνα με το Δίκαιο της Θάλασσας», και στο χρόνο που εκείνη επιλέξει. Το μήνυμα αυτό έστειλε την Παρασκευή ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης.
Αναλυτικώς, «καμία κατάσταση δεν παγιώνεται υπέρ της Τουρκίας, εκείνο το οποίο παγιώνεται, είναι η αντίληψη της διεθνούς κοινότητας ότι έχουμε στη γειτονιά μας μια χώρα, η οποία είναι, πράγματι, κίνδυνος για την ασφάλεια και την ειρήνη». Κατά τον Γ. Γεραπετρίτη, «η Ελλάδα δεν ετεροκαθορίζεται, δεν λαμβάνουμε υπ’ όψιν τέτοιου τύπου εχθροπαθείς δηλώσεις εκ μέρους της Τουρκίας. Αυτά μπορεί να έχουν και μια εσωτερική στόχευση, εμείς αναδεικνύουμε όλα αυτά τα ζητήματα εκεί που πρέπει, στους διεθνείς οργανισμούς και συμμαχίες».
«Πρωτίστως αυτό που μας αφορά είναι η διασφάλιση των δικών μας κυριαρχικών δικαιωμάτων. Η Ελλάδα διατηρεί απολύτως το δικαίωμα της επέκτασης των χωρικών της υδάτων σύμφωνα με το Δίκαιο της Θάλασσας -και θα το πράξει σε χρόνο που εκείνη κρίνει ότι είναι ο χρήσιμος και αναγκαίος», συνέχισε μιλώντας στον Real FM.
Επίσης, «το υπουργείο Εξωτερικών κάνει μία εξαιρετικά συστηματική και σοβαρή δουλειά. Πέρα από την πολιτική απόφαση, υπάρχουν και ορισμένα τεχνικά χαρακτηριστικά, που είναι αρκετά σύνθετα. Ερωτηθείς δε για την επιλογή του χρόνου, αυτή είναι «η επιλογή των εθνικών μας δικαίων και συμφερόντων. Δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση, κρίσιμη παράμετρος ούτε καν παράμετρος, να είναι οι ευσεβείς πόθοι και οι επιθυμίες της Τουρκίας», ξεκαθάρισε εξάλλου.
Στο θέμα της ακρίβειας, ο υπουργός Επικρατείας έκανε την εισαγωγική παρατήρηση ότι σε αγορές εξ ορισμού μικρές και ολιγοπωλιακές, υπάρχει θέμα με τον ανταγωνισμό. Εδώ όμως, αντέτεινε, «έχουμε μια Επιτροπή Ανταγωνισμού, που είναι πολύ αυστηρή και προληπτικά παρεμβατική σε όλους τους τομείς. Έχουν γίνει πολλά βήματα τα τελευταία χρόνια για τον εξορθολογισμό της αγοράς, η λειτουργία της οποίας είναι ικανοποιητική», ανέφερε προβλέποντας πάντως ένταση των ελέγχων για αισχροκέρδεια.
Ταυτόχρονα με τους ελέγχους, είναι και «τα ζωτικά αγαθά που θα πρέπει να βρίσκονται σε καθεστώς προνομιακής μεταχείρισης εκ μέρους όλης της εφοδιαστικής αλυσίδας, έτσι ώστε να διατηρούνται σε ανεκτά επίπεδα». Το εν λόγω μέτρο είναι «πρωτοποριακό σε επίπεδο Ευρώπης, δεν υπάρχει άλλη χώρα που να έχει πάρει τέτοιο μέτρο». Συνέστησε πάντως «να περιμένουμε να δούμε στην πράξη την εφαρμογή του μέτρου, είναι αρκετά νωπό», εκφράζοντας ταυτοχρόνως την αισιοδοξία του ότι «θα κρατηθούν οι τιμές». Σε κάθε περίπτωση, έκλεισε την απάντησή του, «δεν μπορείς με ένα άρθρο και ένα νόμο να μηδενίσεις τον πληθωρισμό». Σε κάθε περίπτωση, εκτίμησε, «θα γίνουν και άλλες παρεμβάσεις, και ρυθμιστικές και ελεγκτικές».
Ερωτηθείς για τις τράπεζες, ειδικότερα για την «ψαλίδα» μεταξύ στεγαστικών επιτοκίων και επιτοκίων καταθέσεων, σχολίασε πως «το ζήτημα των τραπεζών είναι πολυσύνθετο, οι ελληνικές τράπεζες έχουν δυστυχώς βαρίδια από το παρελθόν. Γνωρίζουμε όλοι το τεράστιο πρόβλημα που προκλήθηκε από την αναχρηματοδότηση των τραπεζών, που στοίχισε και στο ελληνικό Δημόσιο. Γνωρίζουμε το τεράστιο πρόβλημα με τα δάνεια των τραπεζών». Και, με την υπόμνηση ότι ο έλεγχος των συστημικών τραπεζών είναι αρμοδιότητα της Τραπέζης της Ελλάδος και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, τόνισε εν κατακλείδι: «Έχουν γίνει πολύ μεγάλα βήματα, ιδίως η μείωση των κόκκινων δανείων των τραπεζικών χαρτοφυλακίων είναι θεαματική, αισθάνομαι ότι θα υπάρξουν και άλλες παρεμβάσεις».
Στο ζήτημα των υποκλοπών, παρατήρησε εν πρώτοις, ότι «αυτήν τη στιγμή όλη η Ευρώπη ταλανίζεται από το ζήτημα αυτό, δηλαδή των κακόβουλων λογισμικών παρακολούθησης πολιτών και πολιτικών. Είναι ένα ζήτημα το οποίο είναι δυστυχώς παρεπόμενο της υψηλής τεχνολογίας και έχει δημιουργήσει συνθήκες βαρύτατης παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κυρίως των προσωπικών δεδομένων. Είναι πανευρωπαϊκό το πρόβλημα, καμία χώρα δεν έχει καταφέρει να το επιλύσει. Υπάρχουν φαινόμενα στην Ευρώπη κατά βάση από ιδιωτικά κέντρα ή, όπου υπάρχουν καθεστώτα πιο παρεμβατικά, μπορεί να κάνουν και αυτά παρακολουθήσεις. Στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης υπάρχουν τέτοια φαινόμενα και δεν είναι βεβαίως κρατικά καθοριζόμενα. Στην Ισπανία για παράδειγμα παρακολουθείτο ο πρωθυπουργός. ‘Αρα, δεν είναι εύκολο να επιλυθεί το πρόβλημα», ήταν το πρώτο συμπέρασμα του υπουργού Επικρατείας.
Διευκρινίζοντας στη συνέχεια ότι «καμία χώρα της Ευρώπης δεν έχει απαγορεύσει την εμπορία αυτών των λογισμικών, αυτό που απαγορεύεται είναι η χρήση τους», τόνισε ότι «η Ελλάδα θα είναι η πρώτη χώρα στην Ευρώπη που θα απαγορεύσει τη χρήση των κακόβουλων λογισμικών όχι μόνο σε επίπεδο πρακτικής αξιοποίησης αλλά και σε επίπεδο εμπορίας ή οποιοασδήποτε άλλης εμπορικής συναλλαγής προς ιδιώτες. Θέτοντας μια απόλυτη κόκκινη γραμμή ότι στην ελληνική επικράτεια τέτοιου τύπου προϊόντα δεν θα διακινούνται καν, όχι απλά δεν θα χρησιμοποιούνται».
Κληθείς να σχολιάσει πρόσφατα δημοσιεύματα για παρακολουθήσεις υπουργού της κυβέρνησης και επιχειρηματία, απάντησε: «αυτά είναι εικασίες που κανείς δεν θα μπορούσε να επιβεβαιώσει». Κάνοντας δε, λόγο για σύγχυση, που ορισμένες φορές είναι σκόπιμη από κάποιους κύκλους, διευκρίνισε πως «άλλο είναι το ζήτημα της νόμιμης διαδικασίας άρσης απορρήτου για λόγους εθνικής ασφαλείας το οποίο το προβλέπουν το Σύνταγμα και ο νόμος και γίνεται με τις προβλεπόμενες εγγυήσεις και άλλο το ζήτημα της χρήσης κακόβουλου λογισμικού που δεν γίνεται από το κράτος -σας το λέω κατηγορηματικά- και σε κάθε περίπτωση είναι κάτι που δεν ελέγχεται. Αυτή τη στιγμή κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει εάν υπάρχει παρακολούθηση υπουργού ή επιχειρηματία. Όποιος έχει τέτοιου τύπου ανησυχία μπορεί να προσφεύγει στις αρμόδιες αρχές και τη δικαιοσύνη, έτσι ώστε να γίνεται η σχετική διερεύνηση. Δεν μπορεί αυτό να το γνωρίζει κάποιος τρίτος πολλώ μάλλον η κυβέρνηση. Εκείνος που επικαλείται τέτοιου τύπου παρακολουθήσεις, προφανώς θα πρέπει να προσκομίσει και τις αποδείξεις», κατέληξε.
Η συνέντευξη έκλεισε με το ερώτημα για τον χρόνο διεξαγωγής των εκλογών, στο οποίο απάντησε επικαλούμενος την τοποθέτηση του πρωθυπουργού ότι οι εκλογές θα γίνουν στο τέλος της τετραετίας. Ωστόσο, συνέχισε, «υπάρχει μια πιο κρίσιμη διάσταση από το αν οι εκλογές θα γίνουν τον Φεβρουάριο, τον Μάιο ή τον Ιούνιο. Υπάρχουν ακόμη πάρα πολλά πράγματα να γίνουν. Υπάρχουν πολύ σημαντικά ορόσημα, τα οποία δεν συνδέονται μόνο με τυπικές υποχρεώσεις της χώρας, όπως είναι οι υποχρεώσεις για το Ταμείο Ανάκαμψης που για να μπορούν να είμαστε συνεπείς θα πρέπει να νομοθετούμε, να απορροφούμε, να κάνουμε έργα. Υπάρχουν σημαντικά ορόσημα με κοινωνικό χαρακτήρα. Πρέπει να ολοκληρωθεί το έργο, έχουν πολλά να γίνουν ακόμη. Συνεχίζουμε τη δουλειά μας, δεν έχουμε μπει καθόλου σε προεκλογική διάθεση και εύχομαι να μην μπούμε καθόλου σε προεκλογική διάθεση ακριβώς για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε τη δουλειά μας. Όταν θα έλθει ο χρόνος, τότε θα δούμε τα ζητήματα των εκλογών».
Εν κατακλείδι, «έχουμε εμπιστοσύνη στην κρίση του εκλογικού σώματος, πιστεύω ότι θα σταθμίσει κυρίως τη δουλειά, τα έργα, θα δώσει την ευκαιρία στη χώρα να πάει λίγο πιο μπροστά – ας μην επαιρόμαστε ότι έχουν γίνει όλα, αυτά τα 3,5 χρόνια, δεν είναι επαρκής ο χρόνος. Μακάρι να συνεχίζουμε τα βήματα μπροστά όποτε και αν γίνουν οι εκλογές», δήλωσε κλείνοντας ο Γ. Γεραπετρίτης.