Γράφει ο Σπύρος Ριζόπουλος
Follow @Sp_Rizopoulos
Άφησα να περάσουν μερικές μέρες, να «κάτσει η σκόνη» από τον εύκολο σχολιασμό, για να γράψω αυτά που προσωπικά θεωρώ σημαντικά για την επίσκεψη του απερχόμενου αμερικανού Προέδρου στην Αθήνα.
Είχα τονίσει εγκαίρως σε προηγούμενο άρθρο πως για την επίσκεψη Ομπάμα θα έπρεπε να κρατάμε ως χώρα «μικρό καλάθι», ειδικά στην περίπτωση που η αλλαγή της σκυτάλης στο Λευκό Οίκο δεν θα έφερνε τη Χίλαρυ αλλά τον Τραμπ στην προεδρία. Όπερ και εγένετο. Από τη στιγμή που δεν θα υπήρχε «συνέχεια» των Δημοκρατικών στη διακυβέρνηση, οι όποιες δηλώσεις υποστήριξης του Ομπάμα θα μπορούσαν να εκληφθούν μονάχα ως προσωπικές ευχές και τίποτα περισσότερο.
Και πράγματι ο Ομπάμα έκανε για την Ελλάδα το καλύτερο που μπορούσε, με δεδομένες τις συνθήκες που διαμορφώθηκαν από την εκλογή Τραμπ. Προς τιμήν του ο άνθρωπος ήρθε και είπε «τα καλύτερα» που μπορούσε να πει, έκανε βόλτα στην Ακρόπολη κι έκανε μια ομιλία παγκόσμιου ενδιαφέροντος με εξαιρετικά κολακευτικές αναφορές στην Ελλάδα.
Το ερώτημα συνεπώς είναι άλλο. Ο Ομπάμα έκανε πράγματι το καλύτερο που μπορούσε. Η Ελλάδα, δηλαδή η ελληνική κυβέρνηση, το έκανε; Όχι, δεν το έκανε. Από τη στιγμή που το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών ήταν αυτό που ήταν – και δεν φταίει γι αυτό η ελληνική κυβέρνηση – θα έπρεπε να υπάρχει έτοιμο σχέδιο για την προσαρμογή του concept της επίσκεψης στα καινούργια δεδομένα. Αυτή είναι η κριτική μου προς την κυβέρνηση και όχι όλη αυτή η παραφιλολογία για το αν καθόταν ο Τσίπρας βαριεστημένος στον καναπέ με τον Ομπάμα. Η κυβέρνηση μετά τη νίκη του Τραμπ ήξερε πως η επίσκεψη Ομπάμα δεν θα είχε παρά συμβολικό χαρακτήρα και τίποτα περισσότερο. Είναι θέμα κοινής λογικής, δεν χρειάζεται να είναι κανείς πολιτική διάνοια για να καταλάβει το αυτονόητο. Αλλά ο αριστερός τρόπος σκέψης όταν είναι φυγόπονος, φτάνει μέχρι εκεί. Να κάνει τη διαπίστωση και μετά όλη τη βαρετή διεκπεραίωση για κάτι που δεν πιστεύει πως έχει σημασία.
Αν υπήρχε «εναλλακτική σκέψη» στην ελληνική κυβέρνηση, θα άρπαζε την ευκαιρία για να κάνει το μόνο για το οποίο θα μπορούσε η επίσκεψη Ομπάμα να βοηθήσει σημαντικά με έναν άμεσο και πρακτικό τρόπο. Να αξιοποιήσει δημιουργικά τη σαφή πρόθεση του Ομπάμα να υποστηρίξει συμβολικά την Ελλάδα και έτσι να τον κάνει πρωταγωνιστή της προσπάθειας προβολής της «ελληνικής φιλοξενίας» στην παγκόσμια τουριστική αγορά.
Γι αυτό και θα ήθελα να δω τον πρωθυπουργό μου να υποδέχεται τον Ομπάμα στο αεροδρόμιο. Όχι σαν ένδειξη υποτέλειας αλλά σας συμβολισμός της φιλοξενίας. Αυτό σημαίνει τιμώ τον άνθρωπο που επισκέπτεται τη χώρα μου. Θα ήθελα να δω τον πρωθυπουργό μου μαζί με τον αμερικανό Πρόεδρο στην Ακρόπολη και όχι να ξεναγείται διεκπεραιωτικά από μια κυρία, δημόσιο υπάλληλο. Θα ήθελα να δω τον πρωθυπουργό μου να τρώει ψάρι μαζί με τον Ομπάμα και φόντο το γαλάζιο της θάλασσας και όχι να είναι κλεισμένοι στο προεδρικό μέγαρο για να τσακώνονται τα κόμματα ποιοι πήραν πρόσκληση και ποιοι όχι. Όπως επίσης για τη διαφήμιση της ελληνικής φιλοξενίας δεν λέει τίποτα το ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Θα έλεγε πολλά όμως να έμπαινε ο Ομπάμα με τον Τσίπρα σε ένα μοντέρνο παντοπωλείο που θα είχε στα ράφια του αποκλειστικά βιολογικά και παραδοσιακά προϊόντα ελληνικής παραγωγής.
Τουρισμός δεν είναι οι συμφωνίες που κάνει η Κουντουρά με πολυεθνικές εταιρείες tour operators για να ευημερούν οι αφίξεις. Αυτά τα στοιχεία δεν έχουν την παραμικρή αξία. Αποδεικνύουν μόνο πως οι tour operators γίνονται πλουσιότεροι τη στιγμή που ο Έλληνας μικρομεσαίος ξενοδόχος χάνει το ξενοδοχείο του γιατί του το παίρνει η τράπεζα. Αυτή είναι η αλήθεια.
Δυστυχώς δεν υπάρχει «εναλλακτική σκέψη» σε αυτή την κυβέρνηση, όπως και σε προηγούμενες. Ακολουθώντας όμως την πεπατημένη, δεν φτάνεις και πολύ μακριά. Όταν σου δίνεται ένα τέτοιο «δώρο» και δεν έχεις τον τρόπο να αναδείξεις την ελληνική φιλοξενία, το ελληνικό φιλότιμο, την κουλτούρα του Ζορμπά που δεν είναι η καρικατούρα της γραφικότητας, αλλά η στάση του «συνεχίζω να χορεύω όρθιος παρά τις δυσκολίες», τότε σημαίνει πως δεν υπάρχει αίσθηση των ευκαιριών και στρατηγική για την αξιοποίησή τους. Κι αυτό είναι πολύ ανησυχητικό για μια χώρα, ειδικά στη θέση που βρίσκεται η Ελλάδα.