Γράφει ο Νίκος Χειλαδάκης
Δημοσιογράφος-Συγγραφέας-Τουρκολόγος
Στις 11 Οκτωβρίου η τουρκική εφημερίδα Sabah ανέφερε ότι η τουρκική κυβέρνηση έχει εγκρίνει για τις πολεμικές δαπάνες της χώρας το αστρονομικό ποσό των 5,7 δις τουρκικών λιρών, δηλαδή περίπου δυο δισεκατομμύρια ευρώ, πόσο που κρίνεται υπερβολικά μεγάλο για μια οικονομία όπως η τουρκική που έχει αρχίσει να παρουσιάζει έντονα σημεία ύφεσης ενώ η ανεργία και ο πληθωρισμός έχουν αρχίσει να ανεβαίνουν επικίνδυνα. Το αξιοσημείωτο είναι ότι τα ποσά αυτά εγκρίθηκαν μετά από σχετικές μυστικές εισηγήσεις και αναφορές της ΜΙΤ για την κατάσταση στην ευρύτερη περιοχή, ενώ και ο προϋπολογισμός της ΜΙΤ αναμένεται να αυξηθεί εντυπωσιακά.
Αυτή η κατάσταση στην ευρύτερη περιοχή έχει δημιουργήσει στην «Νέα Τουρκία», όπως την επαγγέλθηκαν οι Ερντογάν Νταβούτογλου μετά την μετακίνηση του πρώτου στην τουρκική προεδρία, πολύπλοκα προβλήματα που έχουν προβληματίσει έντονα το τουρκικό καταστημένο ενώ έχει επανέλθει από το παρελθόν το γνωστό άγχος του διαμελισμού που κατατρέχει κατά καιρούς την τουρκική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία. Η τεράστια ανάπτυξη της τουρκικής στρατοκρατικής μηχανής, είναι και αυτό ένα χαρακτηριστικό σημάδι της μεγάλης ανασφάλειας που επικρατεί τον τελευταίο καρό στην τουρκική πρωτεύουσα. Σε ένα πολύ σημαντικό άρθρο της τουρκικής εφημερίδας Zaman, στις 7 Οκτωβρίου με τον τίτλο, «Türkiye nin bölgesel politikasının sorunları», δηλαδή, «Τα περιφερειακά προβλήματα της τουρκικής πολιτικής», αναλύεται μια πολύ ζοφερή κατάσταση από μια σχετική μελέτη του Ινστιτούτου Διεθνών και Στρατηγικών Σχέσεων του Παρισιού. Όπως αναφέρεται, η μέχρι τώρα εφαρμοζόμενη πολιτική έχει συσσωρεύσει για πρώτη φορά στην σύγχρονη τουρκική ιστορία τόσες πολλές αντιπαλότητες στην ευρύτερη περιοχή. Η στάση της Τουρκίας στο συριακό και η απροκάλυπτη επιδίωξη του Ερντογάν να ανατραπεί πάση θυσία ο πρόεδρος Άσαντ, έφερε την ενίσχυση εξτρεμιστικών ισλαμικών ομάδων που τώρα έχουν ξεφύγει από κάθε έλεγχο, δρουν αυτόνομα και αποτελούν επικίνδυνη απειλή στο γενικότερο στάτους κβο ακόμα και για την ίδια την Τουρκία. Η ευκαιριακή συμμαχία από την μια με τους Κούρδους του βορείου Ιράκ εναντίον της νόμιμης κυβέρνησης της Βαγδάτης και από την άλλη η στήριξη των επιθέσεων των Τζιχαντιστών για να αλλάξουν χέρια οι πετρελαιοπηγές του βορείου Ιράκ με συνέπεια να κερδίζουν από το παράνομο πετρέλαιο Τουρκία, Κούρδοι και Τζιχαντιστές, αποβαίνει μπούμερανγκ, καθώς και οι Τζιχαντιστές και οι Κούρδοι έχουν αυτονομηθεί, ενώ οι τελευταίοι απροκάλυπτα επιδιώκουν μετά τα γεγονότα του Κομπανί την ανεξαρτητοποίηση τους. Ήδη η ειρηνική διαδικασία της επίλυσης του κουρδικού μέσα στην Τουρκία έχει για πολλούς πληγεί ανεπανόρθωτα και ήδη έχουν σημειωθεί πολεμικές συγκρούσεις με το ΡΚΚ και με θύματα και από τις δυο πλευρές.
Παράλληλα σε ένα χαρακτηριστικό της άρθρο η τουρκική εφημερίδα Radikal στις 13 Οκτωβρίου, που επικαλείται άρθρο της αγγλικής Guaqrdian, με τον ενδεικτικό τίτλο, «Türkiye dostlarını kaybediyor», δηλαδή, «Η Τουρκία χάνει τους φίλους της», αναφέρει ότι η υπόθεση των Τζιχαντιστών και οι αποκαλύψεις ότι ο Ερντογάν και η κυβέρνηση του έχουν ενισχύσει σε καθοριστικό βαθμό το κίνημα των αδίστακτων μουσουλμάνων εξτρεμιστών, που τώρα απειλούν να ανατινάξουν στο αέρα όλη την Μέση Ανατολή, έχει σαν αποτέλεσμα να αναθεωρηθούν οι απόψεις πολλών χώρων απέναντι της Άγκυρας. Η πρώτη δεκαετία του Ερντογάν, όπως τονίζεται, ήταν μια δεκαετία πολύ σημαντικών επιτευγμάτων κυρίως στον οικονομικό τομέα ενώ η εξωτερική πολιτική της Τουρκίας ακολούθησε μια μετριοπαθή στάση που είχε εκτιμηθεί διεθνώς. Τα γεγονότα όμως του Gezi Park, τον Μάιο του 2013, ήταν η απαρχή μιας στροφής στις διεθνείς σχέσεις της Τουρκιάς. Στη συνέχεια η υπόθεση των Τζιχαντιστών δημιούργησε πολλά προβλήματα με τις ΗΠΑ που έχουν πάψει όπως φαίνεται να θεωρούν την Τουρκία σαν τον κύριο στρατηγικό τους σύμμαχο στην περιοχή και δεν εμπιστεύονται τον Ερντογάν. Συγκεκριμένα για το σημαντικό θέμα των σχέσεων Τουρκίας ΗΠΑ, σε ένα σχετικό άρθρο του αρθρογράφου της εφημερίδας Sabah, Emre Aköz, στις 3 Οκτωβρίου με τον χαρακτηριστικό τίτλο, «Türkiye ve ABD : Çatışan çıkarlar», δηλαδή «Τουρκία και ΗΠΑ : ανταγωνιστικά συμφέροντα», αναφέρεται ότι οι σχέσεις των δυο χωρών έχουν εισέρθει σε μια περίοδο μεγάλης ψυχρότητας καθώς για πρώτη φορά σε τόσο μεγάλη έκταση τα συμφέροντα τους δεν συμπίπτουν και μάλιστα συγκρούονται σε πολλούς τομείς. Κυρίως το θέμα που φέρνει τις δυο χώρες σε απ’ ευθείας σύγκρουση είναι το κουρδικό, καθώς οι Αμερικανοί επενδύουν πιο πολύ στους Κούρδους για να εξυπηρετηθούν στις στρατηγικές τους επιδιώξεις. Η εξέλιξη αυτή έχει δυσαρεστήσει έντονα την Άγκυρα ενώ η καχυποψία σε πολλά θέματα όπως το συριακό και ο εκδημοκρατισμός της Τουρκίας σκιάζει τις σχέσεις των δυο χωρών. Η απαρχή της διάρρηξης των σχέσεων ήταν το ταξίδι του Ερντογάν τον Απρίλιο του 2013 στην Ουάσιγκτον. Ο Ερντογάν τότε είχε εκνευρίσει έντονα τους Αμερικανούς με τις θέσεις του στο συριακό και γενικότερα στην Μέση Ανατολή ενώ η εμμονή του να παρουσιάσει στο επίσημο τραπέζι των συνομιλιών τον νέο αρχηγό της ΜΙΤ, Χακάν Φιντάν, που είναι το «κόκκινο πανί» για τους Αμερικανούς εξ’ αιτίας των σχέσεων του με το Ιράν, εξόργισε τον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών, Τζων Κέρυ. Αλλά και με την Ρωσία όπου υπάρχει κάποια βελτίωση στις οικονομικές σχέσεις, δεν έχει σημειωθεί καμία πρόοδο στις στρατηγικές συνεργασίες καθώς εξακολουθεί να υπάρχει, αν δεν έχει αυξηθεί, η καχυποψία των Ρώσων για τις σχέσεις του Ερντογάν με τους ακραίους ισλαμιστές που έχουν ορκιστεί να ανατρέψου τον Ρώσο πρόεδρο.
Όλη αυτή η κατάσταση έχει δημιουργήσει στο εσωτερικό της χώρας πολιτική πόλωση και έντονες συγκρουσιακές καταστάσεις ενώ τα σύννεφα της διάσπασης έχουν αρχίσει και πάλι να εμφανίζονται έντονα στον ορίζοντα. Για το θέμα αυτό σε ένα άλλο χαρακτηριστικό άρθρο του αρθογράφου, Taner Akçam, στην εφημερίδα Taraf, με τον πολύ ενδεικτικό τίτλο, «İç savaşın başındayız», δηλαδή, «Βρισκόμαστε στην απαρχή εμφυλίου», ο αρθρογράφος παρουσιάζει μια αρχομένη εσωτερική σύγκρουση με όλες τις συνέπειες ακόμα και της διάσπασης τη Τουρκίας. Φυσικά και εδώ κυριαρχεί το κουρδικό πρόβλημα αλλά παράλληλα γίνεται και μια ανάλυση των σχέσεων της Τουρκίας με μια σειρά χωρών όπως ΗΠΑ, Ρωσία, Ενωμένη Ευρώπη, Ιράν, Ισραήλ και Σαουδική Αραβία, με το συμπέρασμα ότι παντού έχουν επιδεινωθεί τραγικά με ανυπολόγιστες συνέπειες για την ίδια την συνοχή της Τουρκιάς. Τα σημάδια ενός ανερχόμενου νέου θρησκευτικού πολέμου στην ευρύτερη Μέση Ανατολή θα έχουν ολέθριες συνέπειες για την Τουρκιά, καθώς εκτός από το κουρδικό πρόβλημα υποβόσκουν έντονες εσωτερικές θρησκευτικές αντιπαλότητες μεταξύ του σουνιτικού κατεστημένου και των καταπιεσμένων θρησκευτικών μειονοτήτων, κυρίως των Αλεβητών, που έχουν συνταχτεί από την αρχή του συριακού εμφυλίου, σε αντίθεση με τον Ερντογάν, υπέρ του καθεστώτος Άσαντ. Ο αρθρογράφος πιστεύει ότι έχει αρχίσει η χάραξη νέων συνόρων στην Μέση Ανατολή και αναφέρει για μια Νέα Τάξη της περιοχής στην οποία θα παίξουν σημαντικό ρόλο οι ΗΠΑ, Ρωσία, Ισραήλ, Ιράν και Σαουδική Αραβία, με πολύ άσχημες προοπτικές για την Τουρκία που όχι μόνο θα χάσει τον κυρίαρχο ρόλο που επιδίωκε να παίξει, αλλά θα κινδυνεύσει άμεσα η ίδια η ακεραιότητα της με την προοπτική ίδρυσης ενός μεγάλου κουρδικού κράτους.
Σε όλα αυτά, το τουρκοισλαμικό καθεστώς των Ερντογάν Νταβούτογλου προσπαθεί να αντιπαρατάξει την νεοοθωμανική του πολιτική, την προβολή μιας υπερδύναμης της ευρύτερης περιοχής που διαθέτει μια τρομερή στρατοκρατική μηχανή, η οποία, όπως είδαμε και στην αρχή του άρθρου, ενισχύεται συνεχώς. Αυτός ο Νεοοθωμανισμός προβλήθηκε πρόσφατα με ένα πολύ ξεκάθαρο τρόπο από τον υπουργό Εσωτερικών, Efkan Ala, ο οποίος σε μια δημόσια ομιλία του στο Ερζερουμ, στις 4 Οκτωβρίου, είχε τονίσει με σαφή τρόπο πως η νέα Τουρκιά είναι η κληρονόμος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, (Biz Osmanlı sonrası bir devletiz), και πως η πολιτική της έχει σαν βασικό άξονα την αναβίωση του οθωμανικού «οράματος», το οποίο όπως υποστήριξε είχε εξασφαλίσει την… ειρήνη στην ευρύτερη περιοχή. Ο Efkan Ala ισχυρίστηκε πως η Τουρκία είναι ο καθοριστικός παράγοντας των εξελίξεων στους γεωγραφικούς κύκλους Βαλκάνια, Μέση Ανατολή, Καύκασος, δηλαδή στις περιοχές όπου κυριαρχούσε η οθωμανική αυτοκρατορία και υπερθεμάτισε τον νεοοθωμανισμό του Νταβούτογλου που πρεσβεύει πως οι χώρες αυτών των περιοχών έκαναν τραγικό λάθος να αποσχιστούν από την λεγόμενη, «Παξ Οτομάνα», με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν μη βιώσιμα κράτη που κατά καιρούς συγκλονίζονται από κρίσεις επιβίωσης τους. Αυτή είναι και η βασική ιδεολογική θέση των νεοοθωμανιστών της σημερινής Τουρκίας που αντιπαρατάσσουν στα πολιτικά τους αδιέξοδα τον νεοοθωμανικό μεγαλοϊδεατισμό τους.
Αλλά αυτός ο νεοθωμανισμός αναζητά και μια στρατηγική και ιστορική επιβεβαίωση στο εσωτερικό και κυρίως ένα πρόσχημα ανάδειξης της σύγχρονης Τουρκιάς-υπερδύναμης στο εξωτερικό. Αυτό το πρόσχημα πολλοί στην Άγκυρα πιστεύουν ότι θα το βρουν στον πιο «αδύναμο κρίκο» στην περιφέρεια τους. Η επιβεβαίωση του καθεστώτος και η συνέχιση της ύπαρξης της σύγχρονης Τουρκίας περνά για πολλούς από μια στρατηγική νίκη, ιδίως μέσα σε ένα πολύ ζοφερό περιβάλλον που έχει δημιουργήσει η λανθασμένη και υπερφίαλη εξωτερική πολιτική. Και ποιος είναι αυτός ο αδύναμος κρίκος ; Εδώ ακριβώς εμφανίζεται η περίπτωση της μνημονιακής Ελλάδας. Στο σημείο αυτό οι κινήσεις της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής βαδίζουν συν τοις άλλοις και σύμφωνα με το δόγμα, «ο εχθρός του εχθρού μου είναι και δικός μου φίλος». Στις 11 Οκτωβρίου ο υπαρχηγός της τουρκικής κυβέρνησης και βασικός σύμβουλος του Ερντογάν, ο Numan Kurtulmuş, έκανε ένα σημαντικό ταξίδι στα Σκόπια. Ο Numan Kurtulmuş στο ταξίδι αυτό, αντιπερισπασμό στα τουρκικά αδιέξοδα, έδωσε την αμέριστη υποστήριξη της Τουρκίας στην πολιτική των Σκοπιανών στο θέμα της διαμάχης τους με τη Ελλάδα και δεν έχασε την ευκαιρία να κατηγορήσει με σκληρά λόγια την χώρα μας για την στάση που κρατά έναντι των Σκοπίων. Φυσικά ο αντιπρόεδρος της τουρκικής κυβέρνησης εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία για να ενισχύσει την τουρκική παρουσία στην περιοχή αυτή βορείως της Ελλάδας. Επισκέφτηκε το πατρικό του Κεμάλ Ατατούρκ και μοίρασε αφιδώς χρήματα στις τουρκόφωνες κοινότητες στα σκοπιανοελληνικά σύνορα στην περιοχή του Μοναστηρίου και βορειότερα. Πέραν τούτου του ενδεικτικού για τις τουρκιές προθέσεις, σίγουρα πιο σημαντικό είναι πως οι τουρκικές προκλήσεις προς την ελληνική πλευρά τον τελευταίο καρό αυξάνονται στο μέτρο της αύξησης των προβλημάτων της Τουρκίας στα ανατολικά της σύνορα. Και εδώ είναι το μεγάλο παράδοξο. Σίγουρα αυτές οι προκλήσεις είναι μια σοβαρή ένδειξη των προθέσεων της Άγκυρας. Το πρόβλημα υπάρχει και είναι πρόβλημα εκτόνωσης σε συσσωρευμένα πολλαπλά αδιέξοδα. Κάποιοι «ειδικοί» στην τουρκική πρωτεύουσα πιστεύουν πως έχουν εντοπίσει τον «αποδιοπομπαίο» τράγο για τα αδιέξοδα τους και κινούνται ακροβατικά σε επικίνδυνες ατραπούς.
Το ζήτημα είναι το πώς αντιλαμβάνεται η δική μας πλευρά όλες αυτές τις παραμέτρους που μπορεί να οδηγήσουν σε ανεξέλικτες περιπέτειες. Φαίνεται πως το παλιό «μάθημα» ότι ο Τούρκος κάνει πίσω όταν αντιληφθεί πως δεν περνούν οι προκλήσεις του, ενώ αντιθέτως αποθρασύνεται όταν αντιληφτεί πως ο αντίπαλος φοβάται και την σκιά του, δεν έχει εμπεδωθεί στην Αθήνα με συνέπεια η κατάσταση αντί να εξομαλύνεται να εκτραχύνεται όλο και περισσότερο. Ας πάρουμε παράδειγμα το Ιράν, ακόμα και την μικρή Αρμενία, ειδικά τώρα που στην Τουρκία κάποιοι…. μετρούν τις ημέρες της.