Γράφει ο Σπύρος Ριζόπουλος
Μετά από ένα ταξίδι μου στην Ιταλία, το Νοέμβριο του 2015, έγραψα ένα άρθρο εξηγώντας «Γιατί δεν θα γίνουμε ποτέ Μιλάνο». Τότε πολλοί μπορεί και να με είπαν υπερβολικό στις διαπιστώσεις μου για τη μάστιγα της βλακείας και της στενομυαλιάς που ταλανίζει τη χώρα. Να τώρα που έρχεται ένας διάσημος ιταλικός οίκος να ζητήσει αυτό που στο Μιλάνο είναι αυτονόητο.
Αλλά η χθεσινή ομόφωνη απόφαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (ΚΑΣ) να απορρίψει την πρόταση του διάσημου οίκου Gucci για επίδειξη μόδας με φόντο την Ακρόπολη, επιβεβαιώνει στο ακέραιο τις διαπιστώσεις αυτές. Η βλακεία και η στενομυαλιά είναι ανίκητες. Γίνεται πάντα ό,τι είναι δυνατόν να γίνει για να χαθούν ευκαιρίες προβολής της χώρας και να «πνιγούν» νέοι και έξυπνοι τρόποι αξιοποίησης του πραγματικά πλούσιου πολιτισμικού μας αποθέματος.
Η επίδειξη θα γινόταν την 1η Ιουνίου, στην έναρξη της τουριστικής περιόδου του καλοκαιριού. Θα είχε όπως όλες οι αντίστοιχες εκδηλώσεις του διάσημου οίκου παγκόσμια προβολή και η Ακρόπολη θα ταξίδευε σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου ανεβάζοντας κατά μερικά εκατομμύρια τις αφίξεις του φετινού καλοκαιριού και τους τζίρους στον τουρισμό της Αθήνας. Και θα έμπαιναν και στα δημόσια ταμεία δύο εκατομμύρια ευρώ, την ώρα που κόβονται συντάξεις.
Αλλά οι αρχαιολόγοι του ΚΑΣ, οι οποίοι και σε πολλές άλλες περιπτώσεις δείχνουν το μένος τους για κάθε τι που σχετίζεται με την ιδιωτική οικονομία, αποφάνθηκαν πως τάχα η συγκεκριμένη εκδήλωση δεν συνάδει με «τον ιδιαίτερο πολιτιστικό χαρακτήρα των μνημείων της Ακρόπολης». Συνάδει η βλακεία; Συνάδει η φτώχεια; Συνάδει η μιζέρια; Συνάδει το εχθρικό περιβάλλον για κάθε επένδυση, είτε στον πολιτισμό είτε αλλού;
Η βλακεία είναι πάντα αποφασιστική και σίγουρη για τον εαυτό της, διότι πολύ απλά δεν βλέπει τίποτα γύρω της και δεν έχει αίσθηση των επιπτώσεών της. Και ως γνωστόν «το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι».
Όταν στο ΚΑΣ, τουλάχιστον τέσσερις ψήφοι ελέγχονται απευθείας από τον εκάστοτε Γενικό Γραμματέα του υπουργείου Πολιτισμού, στους υπόλοιπους αρχαιολόγους που είναι όλοι κρατικοδίαιτοι δεν μένει παρά να συνταχθούν με την «πολιτική γραμμή» που έρχεται από πάνω. Άλλωστε η Γενική Γραμματέας Μαρία Ανδρεαδάκη Βλαζάκη, δεν ήταν παρά ο προπομπός της ειλημμένης πολιτικής απόφασης που ανακοίνωσε σήμερα και η ίδια η υπουργός Λυδία Κονιόρδου. Όπως προκύπτει και από άλλη περίπτωση για την οποία έχω αρθρογραφήσει πρόσφατα, το ΚΑΣ εμφανίζεται απλά να διεκπεραιώνει πολιτικές σκοπιμότητες.
Εδώ που τα λέμε όμως, βρίσκει και τα κάνει το υπουργείο Πολιτισμού . Διότι αν – λέμε τώρα – αποφάσιζαν διαφορετικά, θα έβγαιναν όλοι οι «χαχόλοι» από τη μια άκρη του πολιτικού φάσματος ως την άλλη, για να πουλήσουν οι μισοί «πατριωτισμό» και οι άλλοι μισοί «αντίσταση στην εμπορευματοποίηση του πολιτισμού».
Ο πολιτισμός στην Ελλάδα δεν κινδυνεύει από τις επιδείξεις μόδας. Κινδυνεύει από τη συνεχή επίδειξη της πολιτικής βλακείας, η οποία κρατάει σε ομηρία τις πραγματικές αναπτυξιακές δυνατότητες. Προτιμούν να δουν τον πολιτισμό να πεθαίνει από … πείνα, παρά να επιτρέψουν να γίνουν πράγματα που τους ξεπερνούν. Άχρηστοι στην πλειοψηφία τους δεν θα μπορούσαν ποτέ να σταθούν και να επιβιώσουν σε ένα απαιτητικό περιβάλλον αξιοκρατίας και ιδιωτικοοικονομικών κριτηρίων απόδοσης και αποτελεσματικότητας. Όταν πρέπει να βγάζεις το ψωμί που τρως, θα πρέπει αν μη τι άλλο να είσαι λίγο περισσότερο έξυπνος από αυτούς που τα βρίσκουν όλα έτοιμα, «στο πιάτο».
Αυτή ακριβώς την εξυπνάδα μισούν οι βλάκες.