Γράφει ο Γιάννης Νικήτας
(αμυντικός αναλυτής- διεθνολόγος)
To τελευταίο χρονικό διάστημα η Τουρκική προκλητικότητα αυξάνεται σε Θράκη, Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο. Δυστυχώς, η ελληνική εξωτερική πολιτική βασίζεται και ίσως εξακολουθεί να ακολουθεί τρίπτυχο του κατευνασμού, υποχωρητικότητας και στρουθοκαμηλισμού. Η σοφή λαϊκή ρήση «δώσε θάρρος στον χωριάτη να σ’ ανέβει στο κρεβάτι» βρίσκει απόλυτη εφαρμογή στο παράδειγμα των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Το χειρότερο δε όλων είναι η περιφρόνηση της πλειάδας των πολιτικών και ειδικότερα της Αριστεράς προς τα ζητήματα άμυνας και ασφάλειας. Κράτος που δεν μπορεί να εξασφαλίζει και να προασπίζει τα εθνικά του συμφέροντα έναντι των δυνητικών απειλών απλά δεν υφίσταται στο διεθνές σύστημα του οποίου η αναρχία αυξάνεται με γεωμετρική πρόοδο ενώ οι διεθνείς οργανισμοί διαρκώς απωλούν τον ρόλο τους και τη δυναμικότητα τους. Οτιδήποτε δεν μπορείς να υπερασπιστείς και να προβάλεις αξιόπιστη αποτροπή σε συγκεκριμένο χώρο και χρόνο δεν σου ανήκει.
Το βασικό πρόβλημα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής είναι η έλλειψη εθνικού στρατηγικού δόγματος όπου θα καθορίζονται τα εθνικά συμφέροντα (ζωτικά και μείζονα), οι εθνικοί αντικειμενικοί σκοποί καθώς και οι τρόποι που μπορούν να επιτευχθούν τα παραπάνω σε πολιτικό, διπλωματικό, οικονομικό και στρατιωτικό επίπεδο. Είναι προφανές πως η χώρα μας έχει την ανάγκη για τη διαμόρφωση ενός Εθνικού Στρατηγικού Δόγματος από διπλωμάτες, στρατιωτικούς, νομικούς και ακαδημαϊκούς των διεθνών σχέσεων ενώ ανάγκη περισσότερο επιτακτική από ποτέ είναι η σύσταση μόνιμου Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας ως το κύριο όργανο που θα συμβουλεύει τον πρωθυπουργού και θα συντονίζει τη δράση των Υπουργείων Άμυνας και Εξωτερικών.
Αποκρυπτογραφώντας την τουρκική εξωτερική πολιτική καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως λειτουργεί με την στρατηγική του πειθαναγκασμού μέσω απειλής χρήσης βίας ή αλλιώς καταναγκασμού. Οι ελληνικές ηγεσίες πέφτοντας διαρκώς στη παγίδα ειρήνη ή πόλεμος υποχωρούν και τα ελληνικά συμφέροντα διαρκώς μειώνονται. Είναι πλέον κοινός τόπος πως η Τουρκία δεν σέβεται το διεθνές δίκαιο, δεν υπακούει στα κελεύσματα των διεθνών ή ευρωπαϊκών οργανισμών, δεν τηρεί επ’ ουδενί τις διεθνείς συνθήκες ή συμβάσεις. Χρησιμοποιεί το διεθνές δίκαιο κατά το δοκούν μόνον όταν την εξυπηρετεί. Όλοι όσοι έχουμε διαβάσει τα δύο κύρια εγχειρίδια της Τουρκικής εξωτερικής πολιτικής («Το στρατηγικό βάθος & η διεθνής θέση της Τουρκίας» αλλά και «Εναλλακτικές κοσμοθεωρίες: Η επίδραση της Ισλαμικής και της Δυτικής κοσμοθεωρίας στην πολιτική θεωρία») δια χειρός Αχμέτ Νταβούτογμου μπορούμε να αντιληφθούμε και να τεκμηριώσουμε την τουρκική υψηλή στρατηγική. Παραταύτα, κάποιοι αιθεροβάμονες επιμένουν να μιλούν για ελλητουρκική φιλία και μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο χωρών. Άλλοι δε προτείνουν να το ρισκάρουμε, να καταργήσουμε τη θητεία και να μετατρέψουμε τις Ένοπλες Δυνάμεις σε μια δεύτερη Αστυνομία. Ξέρετε οι δύο παραπάνω τάσεις αντιπροσωπεύουν τους ηλίθιους και τους πανηλίθιους. Η περιβόητη τουρκική πολιτική περί μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονες έχει καθησυχάσει τους έλληνες πολιτικούς πως η Τουρκία αποτελεί μια χώρα με συνθήκες καλής γειτνίασης. Είναι μια τακτική υπνωτισμού του αντιπάλου. Για όσους διατηρούν αμφιβολίες περί των τουρκικών προθέσεων θα τους προτρέψουμε στη ανάγνωση των χρηματικών πόρων που δαπανά η Τουρκία για την ενίσχυση των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων δρομολογώντας εξοπλιστικά προγράμματα δεκάδων δισεκατομμυρίων με σκοπό την απόκτηση ολικής ποιοτικής υπεροχής έναντι της Ελλάδας και ως εκ τούτου κάθε προσπάθεια αντίστασης εκ μέρους μας να είναι μάταια.
Η Ελλάδα από το 2005 έχει επιβάλλει έναν μονομερή αφοπλισμό στα εξοπλιστικά προγράμματα ενώ οι διαρκείς μειώσεις της θητείας απομυζούν από τις Ένοπλες Δυνάμεις κρίσιμης σημασίας έμψυχο δυναμικό. Το πρώτο Υπουργείο που υπέστη μειώσεις στον προϋπολογισμό του είναι το Άμυνας. Η ισχύς μιας χώρας εξαρτάται από μια σειρά από παράγοντες όπου κάποιοι εξ αυτών είναι σταθεροί και κάποιοι άλλοι μεταβάλλονται. Η ένοπλη ισχύς είναι ένας εξ αυτών. Ισχυρές Ένοπλες Δυνάμεις συνεπάγονται μεταμόρφωση της Ελλάδας σε πόλο ανάπτυξης και ευημερίας. Όλα θα ήταν διαφορετικά στη Κύπρο εάν η Ελλάδα δεν είχε απεμπολήσει το Δόγμα του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου. Σκεφθείτε πόσο πιο εύκολο θα ήταν για την Ελλάδα η εκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου εάν η Τουρκία δεν μας απειλούσε με πόλεμο.
Εφεξής η αντιμετώπιση των τουρκικών προκλήσεων οφείλει να είναι δυναμική εφαρμόζοντας εθνικούς κανόνες εμπλοκής. Ενδεικτικά αναφέρουμε τη στάση της Ελλάδας απέναντι στις «αβλαβείς διελεύσεις» των τουρκικών μονάδων επιφανείας:
- Διάβημα.
- Απαίτηση να αποχωρήσει εντός δύο ωρών αλλιώς θα προβούμε στη λήψη στρατιωτικών μέτρων.
- Υπερπτήση μαχητικών και εικονικός βομβαρδισμός του πλοίου.
- Προειδοποιητικές βολές πλησίον.
- Βολή στο πηδάλιο.
- Βύθιση του πλοίου.
Ανάλογα μέτρα μπορούν να ληφθούν και για την αντιμετώπιση των αεροπορικών προκλήσεων μέχρι ότου καταλάβει η Τουρκία πως η Ελλάδα δεν είναι ξέφραγο αμπέλι. Το παράδειγμα της κατάρριψης του τουρκικού αεροσκάφους από τη Συριακή αεράμυνα κατέδειξε πως η Τουρκία δεν θα προβεί σε πολεμικές ενέργειες. Όμως η Ελλάδα θα πρέπει να είναι έτοιμη για το χειρότερο σενάριο. Αυτό της εισόδου της σε πόλεμο. Οι Ένοπλες Δυνάμεις διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο. Απαιτείται εθνική επαγρύπνηση και εγρήγορση. Όμως οι πολιτικοί είναι αυτοί που αποφασίσουν. Το κράτος του Ισραήλ είναι χώρα πρότυπο για την Ελλάδα σε όλους τους τομείς.
Ανακεφαλαιώνοντας, ένας από τους καγκελάριους της Γερμανίας, ο Kurt Georg Kiesinger, είχε δηλώσει ότι στην εξωτερική πολιτική έχουμε να κάνουμε με συμφέροντα. Η διαπίστωση αυτή δεν αφορά συγκεκριμένες χρονικές περιόδους, αλλά αποτελεί διαχρονική πραγματικότητα σε ότι αφορά στις διεθνείς σχέσεις. Η ισχύς και κατ’ επέκταση οι παράγοντες ισχύος είναι το κλειδί της επιτυχίας και πάνω σ’ αυτού πρέπει να οικοδομηθεί η νέα εθνική στρατηγική.
Καθοριστικής σημασίας είναι:
- Η ρεαλιστική και ορθή διάγνωση των απειλών.
- Ο καθορισμός στόχων.
- Η αντικειμενική εκτίμηση της στρατηγικής του αντιπάλου και των συμμάχων.
- Η σύναψη συμμαχιών και η εμπλοκή ξένων συμφερόντων σε εθνικό επίπεδο. Λόγω χάρη ποτέ η Τουρκία δεν θα αποπειραθεί να βομβαρδίσει ξένων συμφερόντων θαλάσσιες εξέδρες άντλησης πετρελαίου.
Σε κρίσιμα στρατηγικά ζητήματα πρέπει να ακολουθείται η φόρμουλα: Στρατηγικός σχεδιασμός – Συμμαχίες – Πληροφορίες.
Κλείνοντας, οι απόψεις δύο Ελλήνων ιστορικών με πλούσιο συγγραφικό έργο αποτυπώνουν πλήρως τις σκέψεις μας για το μέλλον της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής:
Θουκυδίδης: «Ο ισχυρός προχωρά όσο του επιτρέπει η δύναμη του και ο αδύναμος υποχωρεί όσο του επιβάλλει η αδυναμία του».
Είναι ενδεικτική η άποψη του ιστορικού Κωσταντίνου Παπαρρηγόπουλου: «το πειστικότερο των εθνικών δικαίων επιχείρημα είναι η δύναμις».