Η αποκάλυψη του επιτρόπου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Περιφερειακή Πολιτική Γιοχάνες Χαν, σύμφωνα με την οποία η Ελλάδα έχει γυρίσει την πλάτη σε κονδύλια ύψους 1,14 δισ. ευρώ από τα κοινοτικά διαρθρωτικά προγράμματα της περιόδου 2000- 2006, εξηγήθηκε αμέσως. Βρυξέλλες και Βερολίνο θεωρούν ότι η ανάπτυξη στην Ελλάδα καθυστερεί από την «αναποτελεσματική χρήση των διαθέσιμων κοινοτικών πόρων» της ελληνικής κυβέρνησης. Το τελευταίο δεν το λένε, αλλά είναι φως φανάρι.
Τι κρύβεται πίσω από αυτό; Δύο πράγματα: Πρώτον, οι Γερμανοί πιέζουν την Αθήνα να μπορούν να παίρνουν επιχορηγήσεις του ΕΣΠΑ και γερμανικές εταιρείες που θα επενδύσουν στην Ελλάδα και δεύτερον, επειδή η Αθήνα δεν ενθουσιάστηκε με την ιδέα, φαίνεται ότι η Τρόικα θα ζητήσει να αναλάβουν οι Βρυξέλλες την διαχίριση του ελληνικού ΕΣΠΑ!
Η λογική Βρυξελλών-Βερολίνου είναι απλή. Χρειάζονται άμεσα επενδύσεις που θα στηρίξουν το δημοσιονομικό πρόγραμμα και αυτές δεν μπορεί παρά να υποστηριχθούν με κοινοτικό χρήμα από τα διαρθρωτικά ταμεία. Όμως, η διαχείριση των χρηματοδοτικών πόρων θα παρακάμπτει το ελληνικό Δημόσιο και θα παρεμβαίνει άμεσα στην επιλογή και χρηματοδότηση της επενδυτικής δραστηριότητας μέσω των γερμανικών ταμιευτηρίων που βρίσκονται υπό ίδρυση στην ελληνική επαρχία και της αναπτυξιακής τράπεζας (ιδρύματος), της οποίας η συγκρότηση βρίσκεται υπό συζήτηση.
Η Κομισιόν θεωρεί ότι οι διαθέσιμοι πόροι απορροφώνται κυρίως σε τομείς μη παραγωγικούς. Βάση της «αλλαγής» αυτής θα είναι η απόφαση της Κομισιόν για χρηματοδότηση των προγραμμάτων με 95% κοινοτικούς πόρους, περιορίζοντας, έτσι, μόλις στο 5% τη συμμετοχή των ιδιωτών στα επενδυτικά προγράμματα.
Η ευρωπαϊκή ανάλυση δεν είναι άστοχη, καθώς η ανικανότητα των ελληνικών κυβερνήσεων είναι πλέον παροιμιώδης στο μέτωπο των κοινοτικών προγραμμάτων στήριξης, αλλά η ανικανότητα αυτή οφείλεται στη διαφθορά και στην αποσάθρωση του κρατικού μηχανισμού που επέβαλε η μνημονιακή πολιτική.