Γράφει ο Κωνσταντίνος Παντελής
Με την Αίγυπτο στο ρόλο του διαμεσολαβητή για την επίτευξη μιας συμφιλίωσης μεταξύ των δύο αντίπαλων παλαιστινιακών ομάδων, ο ειδικός απεσταλμένος του Προέδρου Τραμπ στη Μέση Ανατολή επισκέφθηκε το Κάιρο την Πέμπτη προκειμένου να βοηθήσει να προχωρήσουν αυτές οι συνομιλίες προσπαθώντας παράλληλα να διασφαλίσει ότι οι Αιγύπτιοι δεν θα τις οδηγήσουν σε μια κατεύθυνση απαράδεκτη για τις Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ.
Η Χαμάς, η μαχητική ισλαμική ομάδα που έφερε υπό τον έλεγχό της τη Λωρίδα της Γάζας το 2007 και δεν την έχει χάσει από τότε, συμφώνησε στο Κάιρο την περασμένη εβδομάδα να επιστρέψει τον διοικητικό έλεγχο της φτωχής παράκτιας περιοχής στην Παλαιστινιακή Αρχή υπό την ηγεσία του Προέδρου Μαχμούτ Αμπάς.
Η συμφωνία της 12ης Οκτωβρίου ζητεί από την Παλαιστινιακή Αρχή να άρει τις κυρώσεις που επέβαλε φέτος στη Γάζα για να πιέσει τη Χαμάς, διακόπτωντας την παροχή ηλεκτρικού ρεύματος για αρκετές ώρες την ημέρα και μειώνοντας δραματικά τις πληρωμές των κυβερνητικών μισθών. Η Χαμάς, με τη σειρά της, πρόκειται να δώσει τον έλεγχο της διέλευσης των συνόρων μεταξύ της Ράφα και της Αιγύπτου, απελευθερώνοντας μια κρίσιμη γραμμή για τις εισαγωγές και για την εξωτερική μετακίνηση.
Εντούτοις, το σύμφωνο επί της ουσίας λειτούργησε ευεργετικά για την έναρξη των συνομιλιών. Τα πιο ενοχλητικά ζητήματα μεταξύ της Χαμάς και της φατρίας του Αμπάς, Φατάχ αφέθηκαν να συζητηθούν αργότερα.
Για τη διοίκηση Τραμπ, η οποία ελπίζει να επιτύχει μια μεγάλη ισραηλινο-παλαιστινιακή συμφωνία, οι προσπάθειες της Αιγύπτου με τη Χαμάς και τη Φατάχ προσέφεραν ένα κρίσιμο άνοιγμα για την επίλυση του προβλήματος της Γάζας, το οποίο πολλοί βλέπουν ως προϋπόθεση για την όποια ελπίδα επανέναρξης της ειρηνευτικής διαδικασίας.
Ένα βασικό ερώτημα είναι αν οι συνομιλίες στο Κάιρο θα δώσουν στην Χαμάς, την οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες ορίζουν ως τρομοκρατική οργάνωση, επιρροή σε μια παγιωμένη παλαιστινιακή κυβέρνηση στη Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας – και σε ποιο βαθμό.
Ο απεσταλμένος των Ηνωμένων Πολιτειών, Τζέισον Γκρίνμπλατ, προειδοποίησε πριν από την μονοήμερη παραμονή του στο Κάιρο ότι η όποια παλαιστινιακή κυβέρνηση θα πρέπει «να δεσμευτεί σαφώς και ρητά» στη μη χρηση βίας, στις ειρηνικές διαπραγματεύσεις, στην αναγνώριση του κράτους του Ισραήλ και στην αποδοχή προηγούμενων συμφωνιών και υποχρεώσεων – συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφοπλίζουν τους τρομοκράτες.
“Αν η Χαμάς σκοπεύει να διαδραματίσει κάποιο ρόλο σε μια παλαιστινιακή κυβέρνηση, πρέπει να αποδεχθεί αυτές τις βασικές απαιτήσεις”, δήλωσε χαρακτηριστικά ο Γκρίνμπλατ.
Το Ισραήλ και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα καλωσόριζαν την ανακατάληψη του ελέγχου της Γάζας από τον Αμπάς, μόνο και μόνο για να αποτρέψει αυτό που τα Ηνωμένα Έθνη αποκαλούν αναδυόμενη ανθρωπιστική και υγειονομική κρίση, καθώς οι ασθένειες εξαπλώνονται και η οι υδροδοτικές εγκαταστάσεις κατά μήκος των ακτών του Ισραήλ υφίστανται μεγάλα προβλήματα.
Για την Αίγυπτο, το κίνητρο για τη διαμεσολάβηση στις συνομιλίες υπερβαίνει κατά πολύ την καλή θέληση που απορρέει από τη διπλωματία. Οι Αιγύπτιοι αποζητούν να δασφαλίσουν τα σύνορα με τη Ράφα ως μέρος μιας ευρύτερης προσπάθειας να σταματήσουν το λαθρεμπόριο όπλων στο Σινά, όπου μάχονται εναντίον μιας φίλα προσκείμενης στο ΙΚ οργάνωσης.
Όμως, ενώ η προσέγγιση της Χαμάς με την Φατάχ του Αμπάς, η οποία κυριαρχεί στην Παλαιστινιακή Αρχή, θέτει την προοπτική ενός ενιαίου Παλαιστινιακού μετώπου που θα συνδιαλέγεται με το Ισραήλ σε πιθανές ειρηνευτικές συνομιλίες, μια κυβέρνηση ενότητας που ενέχει τη Χαμάς θα μπορούσε να παραβιάσει τους κανόνες του Κογκρέσου κατά της χρηματοδότησης τρομοκρατικών οργανώσεων. Αυτό, με τη σειρά του, θα μπορούσε να αναγκάσει τη διοίκηση του Τραμπ να παρακρατήσει εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια ετήσιας βοήθειας προς τους Παλαιστινίους. Υπενθυμίζεται απλά ότι μια παρόμοια συμφωνία μεταξύ της Χαμάς και της Παλαιστινιακής Αρχής το 2011 προκάλεσε προειδκοποιήσεις για περικοπές χρηματοδότησης.
Τις επόμενες ημέρες θα φανεί η αποτελεσματικότητα της αιγυπτιακής διαμεσολάβησης ανάμεσα σε Χαμάς και Φατάχ αλλά και οι επιπτώσεις της όποιας έκβασης των συνομιλιών.
Πηγές: New York Times, AFP