Ξεκινώντας σήμερα Δευτέρα, η Ινδονησία θα φιλοξενήσει, αυτό που στην ουσία μπορεί να χαρακτηριστεί, ως η πρώτη παγκόσμια Σύνοδος Κορυφής ενός Δεύτερου Ψυχρού Πολέμου, τη συνάντηση των ηγετών της G20 στο Μπαλί.
Γράφει ο Δημήτρης Απόκης
Αυτή θα είναι η πρώτη σύνοδος κορυφής της G20 που θα πραγματοποιηθεί μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο. Είναι επίσης η πρώτη μετά την αύξηση των εντάσεων ΗΠΑ-Κίνας που ακολούθησε την επίσκεψη της Νάνσι Πελόσι, προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ, στην Ταϊβάν τον Αύγουστο. Και παρά το γεγονός, ότι στη Σύνοδο, δεν θα παραβρεθεί τελικά, ο Πρόεδρος της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν, η εκπροσώπηση της Μόσχας, από τον έμπειρο διπλωμάτη, Υπουργό Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, αφήνει περιθώρια για έντονη παρασκηνιακή διπλωματία. Και βέβαια, από τη λίστα, δεν λείπει ο πειρατής του Διεθνούς Δικαίου και της Ανατολικής Μεσογείου, Πρόεδρος της Τουρκίας, Ταγίπ Ερντογάν.
Το γεγονός που κυριαρχεί και χωρίς καμία αμφιβολία αγγίζει το σύνολο της διεθνούς ατζέντας είναι, η σπάνια πρόσωπο με πρόσωπο συνάντηση μεταξύ των ηγετών των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου που θα πραγματοποιηθεί κατά τη διάρκεια αυτού που ορισμένοι αποκαλούν «η πρώτη σύνοδος υπερδυνάμεων του δεύτερου ψυχρού πολέμου». Ο πρόεδρος, των Ηνωμένων Πολιτειών, Τζο Μπάιντεν θα έχει συνομιλίες με τον Κινέζο ηγέτη, Σι Τζινπίνγκ, στο περιθώριο της συνάντησης της Ομάδας των 20.
Η τελευταία φορά που ένας πρόεδρος των ΗΠΑ έδωσε τα χέρια με τον ηγέτη της Κίνας ήταν πάνω από τρία χρόνια πριν. Ο Ντόναλντ Τράμπ βρισκόταν στον Λευκό Οίκο, η πανδημία της COVID-19 απείχε μήνες και οι σχέσεις μεταξύ Πεκίνου και Ουάσιγκτον, ενώ αντιμετώπιζαν τριβές για το εμπόριο, βρίσκονταν σε πολύ πιο σταθερό έδαφος.
Σήμερα, η εμπιστοσύνη μεταξύ Ουάσιγκτον και Πεκίνου εξαντλείται, η ρητορική γίνεται όλο και πιο ανταγωνιστική και οι διαμάχες συνεχίζουν να φουντώνουν σε τομείς όπως το εμπόριο, η τεχνολογία, η ασφάλεια και η ιδεολογία.
Το εάν ο Μπάιντεν και ο Σι μπορούν να βρουν κοινό έδαφος στο Μπαλί είναι ένα τεράστιο ερώτημα και μια αντανάκλαση της τρέχουσας κατάστασης των σχέσεων.
Χαμηλές προσδοκίες στην Ουάσιγκτον…
«Δεν πρόκειται να υπάρξει κανενός είδους κοινή δήλωση εδώ. Αυτή δεν είναι πραγματικά μια συνάντηση που καθοδηγείται από αποτελέσματα», διαμηνύουν ανώτερες πηγές του Λευκού Οίκου. «Ο πρόεδρος πιστεύει ότι είναι κρίσιμο να οικοδομήσουμε ένα έδαφος για τη σχέση και να διασφαλίσουμε ότι υπάρχουν κανόνες στην πορεία, που δεσμεύουν τον ανταγωνισμό μας».
Οι δύο ηγέτες έχουν μιλήσει τηλεφωνικά αρκετές φορές από τότε που ο Μπάιντεν ανέλαβε τα καθήκοντά του πέρυσι, αλλά δεν μπόρεσαν να αντιστρέψουν ή ακόμη και να επιβραδύνουν την καθοδική διολίσθηση των δεσμών μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου.
Ο κ. Μπάιντεν δήλωσε την Τετάρτη ότι, στόχος του για τη συνάντηση είναι να κατανοήσει βαθύτερα τις προτεραιότητες και τις ανησυχίες του Σι και να «καθορίσει ποιες είναι οι κόκκινες γραμμές».
Η Ουάσιγκτον θα είναι λιγότερο ευέλικτη στην Ταϊβάν μετά τις ενδιάμεσες εκλογές, των οποίων το αποτέλεσμα ο κ. Μπάιντεν, εξέλαβε ως επικύρωση των πολιτικών του σε όλα τα επίπεδα.
Για την Κίνα, δεν υπάρχει μεγαλύτερο ζήτημα από την Ταϊβάν. Το Πεκίνο θεωρεί το αυτοδιοικούμενο νησί μέρος της Κίνας και έχει υποσχεθεί να το ενώσει πολιτικά με την ηπειρωτική χώρα, αλλά θεωρεί ότι οι ΗΠΑ στέκονται εμπόδιο.
«Όσοι παίζουν με τη φωτιά θα χαθούν από αυτήν. Ελπίζουμε ότι οι ΗΠΑ το αντιλαμβάνονται ξεκάθαρα αυτό», προειδοποίησε ο Σι τον Αμερικανό Πρόεδρο το καλοκαίρι, όταν οι δύο ηγέτες είχαν τηλεδιάσκεψη.
Και τον Οκτώβριο, ο επικεφαλής του Κομμουνιστικού Κόμματος επανέλαβε και πάλι ότι η προτίμηση της Κίνας θα ήταν για «ειρηνική επανένωση» αλλά επανέλαβε ότι η χρήση βίας παραμένει μια επιλογή.
Οι εντάσεις αυξήθηκαν όταν η πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Νάνσι Πελόσι, επισκέφθηκε την Ταϊβάν τον Αύγουστο. Το Πεκίνο απάντησε με κυρώσεις και μεγάλης κλίμακας στρατιωτικές ασκήσεις γύρω από το νησί.
Ο Αμερικανός πρόεδρος, πιθανότατα θα επιδιώξει να καθησυχάσει τον Σι ότι η μακροχρόνια πολιτική της Ουάσιγκτον σχετικά με την Ταϊβάν δεν έχει αλλάξει και ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν υποστηρίζουν την ανεξαρτησία της Ταϊβάν. Αναλυτές λένε ότι ο Σι είναι πιθανό να παραμείνει δύσπιστος, ιδιαίτερα με το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα να προβλέπεται να αναλάβει τον έλεγχο τουλάχιστον της Βουλής των Αντιπροσώπων μετά τις ενδιάμεσες εκλογές.
Ο ηγέτης της μειοψηφίας της Βουλής των Αντιπροσώπων και πιθανότατα νέος Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, Κέβιν Μακάρθι, δήλωσε ότι, θα ήθελε να επισκεφθεί την Ταϊβάν εάν γίνει ηγέτης της πλειοψηφίας. Μια τέτοια κίνηση θα μπορούσε να είναι καταστροφική, διότι είναι πολύ πιθανό αυτή τη φορά το Πεκίνο, να αναλάβει δράση.
Ψυχρός Πόλεμος 2.0;
Η εξωτερική πολιτική του κ. Μπάιντεν έχει επικεντρωθεί στην αντιμετώπιση των ορατών απειλών που θέτει η Κίνα. Το τελευταίο κτύπημα ήρθε στις αρχές Οκτωβρίου, όταν η αμερικανική κυβέρνηση, επέβαλε ελέγχους εξαγωγών, που απαγορεύουν την πώληση στην Κίνα μικροτσίπ αιχμής και του εξοπλισμού που χρησιμοποιείται για την κατασκευή τους.
Κάποιοι ακούνε απόηχους σε αυτή την κίνηση της πολιτικής της Αμερικής πριν από μισό αιώνα προς τη Μόσχα.
Η Ουάσιγκτον αναφέρει, ότι οι τελευταίοι έλεγχοι εξαγωγών έχουν σχεδιαστεί για να κρατήσουν τις βασικές τεχνολογίες μακριά από τα χέρια των στρατιωτικών υπηρεσιών και των υπηρεσιών ασφαλείας της Κίνας, αλλά οι ειδικοί λένε ότι θα έχουν ευρύτερο αντίκτυπο.
Στην περίπτωση της Κίνας, όμως, η επιβολή των περιορισμών θα μπορούσε να είναι δύσκολη. Τα μικροτσίπ είναι μικρά και εύκολα διακινούνται λαθραία πέρα από τα σύνορα. Επίσης, η πλήρης επιβολή θα απαιτούσε από άλλες χώρες που αποτελούν μέρος της πολύπλοκης αλυσίδας εφοδιασμού ημιαγωγών να συμμετέχουν, και αυτό είναι μια δύσκολη εξίσωση.
Το Πεκίνο έχει εκφράσει την αντίθεσή του στην κίνηση αυτή, και οι αξιωματούχοι επικρίνουν τακτικά αυτό που αποκαλούν «νοοτροπία μηδενικού αθροίσματος του Ψυχρού Πολέμου» από την πλευρά της Ουάσιγκτον. Ωστόσο, η Κίνα δεν έχει απαντήσει. Οι αναλυτές λένε ότι αυτό μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι οι έλεγχοι ανακοινώθηκαν σε μια δύσκολη στιγμή για τους Κινέζους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, λίγες ημέρες πριν από έναν ανασχηματισμό ηγεσίας στο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος.
Το G-20 παράθυρο ευκαιρίας…
Εάν οι κ. Μπάιντεν και Σι μπορέσουν να συγκεντρώσουν την πολιτική βούληση, οι ειδικοί πιστεύουν ότι η συνάντηση στο Μπαλί θα μπορούσε ρεαλιστικά να αποφέρει μια δέσμευση για το άνοιγμα περισσότερων διαύλων επικοινωνίας.
Το βέβαιο είναι ότι υπάρχει ένα μικρό παράθυρο ευκαιρίας, τώρα που το Κογκρέσο του Κόμματος της Κίνας και οι ενδιάμεσες εκλογές των ΗΠΑ τελείωσαν. Μια ευκαιρία οι δυο πλευρές να επικεντρωθούν, στα στρατηγικά στοιχεία της σχέσης χωρίς η εσωτερική πολιτική να κρέμεται πάνω από κάθε κίνηση.
Είναι πιθανό, οι δυο ηγέτες, να εξετάσουν το ενδεχόμενο επέκτασης των συζητήσεων για την οικονομία ή να κινηθούν προς την επανέναρξη πιο φυσιολογικών ταξιδιών.
Σε κάθε περίπτωση, κανείς δεν πρέπει να περιμένει πάρα πολλά από αυτή τη σύνοδο κορυφής. Μια ειλικρινής συζήτηση μπορεί να βοηθήσει στην εμβάθυνση της κατανόησης μεταξύ των δύο ηγετών, αλλά μέχρι εκεί.
Αυτό που είναι κρίσιμο για όλο τον πλανήτη είναι ότι η τρέχουσα στιγμή είναι επικίνδυνη και κατά κάποιο τρόπο, παρόμοια με τη δεκαετία του 1950 και τις αρχές της δεκαετίας του 1960, όταν η δυσπιστία αυξήθηκε μεταξύ των ΗΠΑ και της Σοβιετικής Ένωσης και ο καθένας δοκίμασε και διερεύνησε τα όρια του άλλου.
Μετά την Κρίση των Πυραύλων της Κούβας, και οι δύο πλευρές, λόγω αυτής της απίστευτα οδυνηρής εμπειρίας, εσωτερίκευσαν την πεποίθηση ότι η στρατηγική αυτοσυγκράτηση, που συχνά θεσμοθετήθηκε μέσω κινήσεων όπως οι συμφωνίες ελέγχου των εξοπλισμών, ήταν προς το αμοιβαίο συμφέρον τους. Τώρα όμως, δεν υπάρχει τέτοια συναίνεση μεταξύ Ουάσιγκτον και Πεκίνου.
Ουκρανική κρίση…
Το άλλο κορυφαίο θέμα, στη Σύνοδο, είναι η κρίση στην Ουκρανία. Ένα θέμα το οποίο καίει, ιδιαίτερα στο πεδίο της οικονομίας σχεδόν το σύνολο του πλανήτη, αλλά ιδιαίτερα την Ευρώπη. Το παρασκήνιο θα είναι έντονο, παρά το γεγονός ότι δεν θα υπάρχει φυσική παρουσία του κ. Πούτιν.
Πολλές σημαντικές χώρες της Ασίας, μεταξύ των οποίων και η Ινδονησία, δεν επιθυμούν να αποτελέσουν μέρος της σύγκρουσης με τη Δύση και το διαμηνύουν ξεκάθαρα προς τις δυο πλευρές. Και σε αυτό το κρίσιμο θέμα είναι εξαιρετικά σημαντικό το μήνυμα που θα εκπέμψει ο Πρόεδρος της Κίνας, αλλά και χώρες όπως η Ινδία.
Τουρκία και Ερντογάν…
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η παρουσία της Τουρκίας και του Ταγίπ Ερντογάν, στη Σύνοδο. Είναι βέβαιο ότι ο Τούρκος πρόεδρος, θα προσπαθήσει να ενισχύσει το προφίλ του γεφυροποιού και του παίκτη στο πρώτο τραπέζι της διεθνούς σκακιέρας. Μένει να δούμε εάν η Ουάσιγκτον, η Μόσχα και το Πεκίνο, θα του δώσουν το χώρο για κάτι τέτοιο.
* Ο Δημήτρης Γ. Απόκης, είναι Διεθνολόγος και Δημοσιογράφος, ειδικός σε θέματα Αμερικανικής Πολιτικής. Απόφοιτος των πανεπιστημίων The American University, School of International Service, και του The Johns Hopkins University, The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies της Ουάσιγκτον, μέλος του The International Institute for Strategic Studies του Λονδίνου, και υπήρξε επί σειρά ετών διαπιστευμένος ανταποκριτής στο Λευκό Οίκο, στο Στέητ Ντιπάρτμεντ και στο Αμερικανικό Πεντάγωνο.
Πηγή: thepresident.gr / Δημήτρης Απόκης