Aνώτατος αξιωματούχος του Μισισιπή δημοσίευσε πρόσφατα μια οκτασέλιδη έκθεση στην οποία προτείνει ότι η πολιτεία οφείλει να επενδύσει περισσότερο σε προγράμματα σπουδών που θα μπορούσαν να «αποδίδουν τόσο στους φορολογούμενους όσο και στους απόφοιτους».
«Αυτό σημαίνει ότι οι πολιτειακές επιχορηγήσεις θα πρέπει να επικεντρωθούν περισσότερο σε προγράμματα μηχανικής και επιχειρήσεων», δήλωσε ο Σαντ Γουάιτ, και λιγότερο σε προγράμματα ανθρωπιστικών σπουδών όπως η ανθρωπολογία, οι γυναικείες σπουδές και η γερμανική γλώσσα και λογοτεχνία.
«Αν συμβούλευα τα παιδιά μου, θα τους έλεγα πρώτα απ′ όλα ότι πρέπει να βρείτε ένα πρόγραμμα σπουδών που να συνδυάζει το πάθος σας με κάποιο είδος πρακτικής δεξιότητας που πραγματικά χρειάζεται ο κόσμος», δήλωσε ο Γουάιτ σε συνέντευξή του.
Ο Ρεπουμπλικανός Γουάιτ δήλωσε ότι το πρώτο του ερώτημα ήταν κατά πόσον οι κρατικές δαπάνες για προγράμματα σπουδών αντιστοιχούν στις ανάγκες της οικονομίας. Είπε, όμως, ότι ήθελε επίσης να μάθει: «Πληρώνουμε ή χρησιμοποιούμε τα χρήματα των φορολογουμένων για να χρηματοδοτήσουμε προγράμματα που διδάσκουν την ιδεολογία του καθηγητή και όχι απλώς ένα σύνολο δεξιοτήτων για το πώς να προσεγγίζουμε τα προβλήματα στον κόσμο;»
Εδώ και χρόνια, οικονομολόγοι, ειδικοί και γονείς διαφωνούν για το αν ένα πτυχίο ανθρωπιστικών επιστημών έχει αξία. Η συζήτηση τώρα φαίνεται να έχει τελειώσει και η απάντηση είναι «όχι».
Δεν είναι όμως μόνο ο Γουάιτ που αμφισβητεί την κρατική υποστήριξη για τις ανθρωπιστικές επιστήμες, αλλά και ένας αυξανόμενος αριθμός πανεπιστημίων που θέτουν τμήματα, όπως η ιστορία της τέχνης και οι αμερικανικές σπουδές, στο στόχαστρο.
Το Πανεπιστήμιο της Δυτικής Βιρτζίνια έστειλε πρόσφατα ειδοποιήσεις για απολύσεις σε 76 άτομα, συμπεριλαμβανομένων 32 μόνιμων μελών ΔΕΠ, στο πλαίσιο της απόφασής του να περικόψει 28 ακαδημαϊκά προγράμματα – πολλά από αυτά σε τομείς όπως οι γλώσσες και η αρχιτεκτονική τοπίου.
Αρκετά άλλα δημόσια ιδρύματα έχουν ανακοινώσει ή προτείνει περικοπές σε προγράμματα, κυρίως στις ανθρωπιστικές επιστήμες, όπως το Πανεπιστήμιο της Αλάσκας, το Πανεπιστήμιο του Ανατολικού Κεντάκι, το Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Βόρειας Ντακότα, το Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Αϊόβα και το Πανεπιστήμιο του Κάνσας, σύμφωνα με το The Hechinger Report, ένα εκπαιδευτικό περιοδικό.
Το Πανεπιστήμιο του Μαϊάμι, δημόσιο ίδρυμα στην Οξφόρδη του Οχάιο, με 20.000 φοιτητές, επανεκτιμά 18 προπτυχιακές ειδικότητες, καθεμία από τις οποίες έχει λιγότερους από 35 φοιτητές εγγεγραμμένους, συμπεριλαμβανομένων των γαλλικών και γερμανικών, των αμερικανικών σπουδών, της ιστορίας της τέχνης, των κλασικών σπουδών και των θρησκευτικών σπουδών. Στο στόχαστρο βρίσκονται επίσης σπουδές κοινωνιολογίας, ανθρωπολογίας και φυλετικών διακρίσεων.
Η αλλαγή αυτή συντελείται εδώ και δεκαετίες. Το 1970, η εκπαίδευση και τα συνδυασμένα πτυχία κοινωνικών επιστημών και ιστορίας ήταν οι πιο δημοφιλείς ειδικότητες, σύμφωνα με ομοσπονδιακές στατιστικές. Σήμερα, το πιο δημοφιλές πτυχίο είναι η διοίκηση επιχειρήσεων, ενώ οι κοινωνικές επιστήμες αντιστοιχούν μόλις στο 8% των πτυχίων.
Σε μια πρόσφατη συζήτηση σε πάνελ στη Νέα Υόρκη, ο Ρούζβελτ Μόντας, λέκτορας αμερικανικών σπουδών και αγγλικών στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, πρότεινε τα πανεπιστήμια να αντισταθούν σε μια αυστηρά «καριερίστικη αντίληψη» της εκπαίδευσης.
«Δεν είναι αλήθεια ότι το μόνο που θέλουν οι φοιτητές από ένα κολέγιο είναι η δουλειά», είπε. «Διψούν για μια εκπαίδευση που τους μεταμορφώνει, μια εκπαίδευση που απευθύνεται σε ολόκληρο τον εαυτό τους, όχι μόνο σε έναν τραπεζικό λογαριασμό».
Την ίδια ώρα όμως το Χάρβαρντ, το οποίο διαθέτει ένα κεφάλαιο άνω των 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων, συγκρότησε μια επιτροπή στρατηγικού σχεδιασμού για να εξετάσει τα προγράμματα ανθρωπιστικών επιστημών.
ΠΗΓΗ: kathimerini.gr