Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν έχει καμία πρόθεση να διεκδικήσει ευρωπαϊκή θέση. Θα παραμείνει πρωθυπουργός και θα οδηγήσει τη Ν.Δ. και στις επόμενες βουλευτικές εκλογές. Τελεία και παύλα. Ό,τι αντίθετο κι αν ακούσετε ή διαβάσετε το επόμενο διάστημα δεν θα ισχύει.
Η αλήθεια είναι ότι ο Μητσοτάκης επιχειρούσε εδώ και μήνες να μειώσει τον θόρυβο που υπάρχει για το ενδεχόμενο να αναλάβει κορυφαίο ευρωπαϊκό πόστο. «Δουλειά μου είναι να εκπροσωπώ την Ελλάδα στην Ευρώπη και όχι την Ευρώπη στην Ελλάδα» είχε πει σε συνέντευξή του στην ΕΡΤ τον Ιανουάριο.
Το είχε πει και τον περασμένο Σεπτέμβριο, στη ΔΕΘ, όπου είχε δηλώσει ότι θα εξαντλήσει την τετραετία. Το έλεγε σε κάθε ευκαιρία, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Τα σενάρια επέμεναν – και προφανώς δεν ήταν τρελοί οι δημοσιογράφοι που τα μετέδιδαν. Από κάπου προέκυπταν. Και συχνά από ανθρώπους οι οποίοι – υποτίθεται ότι – εκφράζουν τις σκέψεις και τις προθέσεις του πρωθυπουργού.
Όμως η φημολογία, από ένα σημείο και μετά, άρχισε να γίνεται ενοχλητική για τον ίδιο και να του δημιουργεί σοβαρό θέμα: Πώς θα πήγαινε σε αυτές τις – από πολλές απόψεις περίεργες και «κουφές» – ευρωεκλογές με τον κόσμο να πιστεύει ότι άλλον θα ψηφίσει τον Ιούνιο και άλλον θα έχει το φθινόπωρο; Εκλογικά αυτό είναι πρόβλημα και διευκολύνει διαρροές και αποχή.
Σε ό,τι αφορά το εσωτερικό, υπήρχε κι άλλο ζήτημα: Για να φύγει ο Μητσοτάκης από την πρωθυπουργία και την προεδρία της Ν.Δ. θα πρέπει να είναι σίγουρος ότι αυτό που θα αφήσει πίσω του – κυβέρνηση και κόμμα – θα συνεχίσει να λειτουργεί με όρους κυριαρχίας και χωρίς τον ίδιο. Αυτό δεν είναι εξασφαλισμένο.
Η Ν.Δ. είναι κυρίαρχη χάρη στον Μητσοτάκη και την ικανότητά του να «παντρεύει» τη Λαϊκή Δεξιά με το εκσυγχρονιστικό Κέντρο. Αυτά τα δύο στρατόπεδα, εάν αποχωρήσει, μάλλον σε εμφύλιο θα ξεπέσουν παρά θα συνεργαστούν. Κι αυτό σε εποχή πολιτικής ρευστότητας είναι επικίνδυνο και για τη Ν.Δ. και για τη χώρα. Δεν είναι πολλοί αυτοί που θα του το συγχωρούσαν ούτε ο ίδιος θα το επέτρεπε στον εαυτό του.
Οι διεργασίες στην Ευρώπη και τα όρια της Ελλάδας
Ζήτημα όμως δεν υπάρχει μόνο με το εσωτερικό, αλλά και με την ίδια την Ευρώπη. Δύο θέματα εδώ:
Το πρώτο είναι η θέση την οποία θα μπορούσε να διεκδικήσει:
Η προεδρία της Κομισιόν είναι θέση πολύ στενά τεχνοκρατική, ελάχιστα πολιτική και σε συνεχή σύγκρουση με τους τραπεζίτες και τα γεράκια της λιτότητας. Τα είχαμε ζήσει την περίοδο της δικής μας χρεοκοπίας. Τώρα, με την προβληματική πορεία της ευρωπαϊκής οικονομίας, ο βαθμός δυσκολίας ανεβαίνει στον Θεό.
Η προεδρία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου είναι πιο πολιτική, πιο κοντά στο στυλ του Μητσοτάκη, αλλά με πολλές αβεβαιότητες. Αν εκλεγεί και ο Τραμπ στην Αμερική, κλάψε με μάνα κλάψε με μια νύχτα με φεγγάρι.
Το δεύτερο θέμα είναι η ίδια η Ελλάδα. Αν υποθέσουμε ότι ο πρωθυπουργός θα ήταν διαθέσιμος για μια υψηλή ευρωπαϊκή θέση, θα είχε απέναντί του τη δυσπιστία πολλών Ευρωπαίων: Ο Μητσοτάκης προέρχεται από μια χώρα που ακόμα ζει τις συνέπειες της χρεοκοπίας, που έχει επί δεκαετίες χάλια θεσμούς και δεν εμπνέει εύκολα εμπιστοσύνη και, επιπλέον, ούτε μπορεί ούτε πρόκειται να λύσει τώρα κοντά τα προβλήματά της με την Τουρκία. Πολλά τα προβλήματα για να τα παραβλέψουν.
Και στο παρελθόν, σε καλύτερες εποχές για τη χώρα, υπήρξε συζήτηση για ανάθεση μεγάλης ευρωπαϊκής θέσης σε Έλληνα πρώην πρωθυπουργό, τον Κώστα Σημίτη, ο οποίος μάλιστα είχε πολύ καλή σχέση με τον γερμανικό πυρήνα της Ευρώπης. Ούτε τότε προχώρησε το πράγμα. Και τότε η ευρωπαϊκή δυσπιστία για την Ελλάδα ήταν κρίσιμη.
Στόχος η τρίτη θητεία
Όπως και να έχουν τα πράγματα, πάντως, το σίγουρο είναι ότι ο Μητσοτάκης δεν σκοπεύει να διεκδικήσει ευρωπαϊκή θέση. Άρα το ερώτημα είναι τι θέλει για τον εαυτό του από εδώ και πέρα.
Το πρώτο που θέλει είναι μια τρίτη πρωθυπουργική θητεία. Έτσι θα ξεπεράσει τον Κώστα Σημίτη και θα ισοφαρίσει τον Ανδρέα Παπανδρέου. Αν ολοκληρώσει και τις τρεις (πλήρεις) θητείες, θα σπάσει και το μεταπολιτευτικό ρεκόρ παραμονής στην πρωθυπουργία, το οποίο έχει ο Ανδρέας με 11 χρόνια.
Το συνολικό ρεκόρ του Κωνσταντίνου Καραμανλή (τέσσερις θητείες με διάρκεια 13 χρόνια και… 4 ημέρες), πριν και μετά τη χούντα, είναι πολύ μεγαλύτερος στόχος.
Πέρα από τα ρεκόρ όμως υπάρχει και η ουσία. Ο Μητσοτάκης, όπως κάθε πρωθυπουργός, έχει τη φιλοδοξία να αφήσει εποχή ως μεταρρυθμιστής – πιστεύει ότι ο εκσυγχρονισμός του κράτους και των θεσμών είναι αυτό που θα του εξασφαλίσει την υστεροφημία και θα τον βάλει στο κάδρο των πιο σημαντικών Ελλήνων ηγετών. Κι επειδή είναι πάντα πολύ επίμονος με τους στόχους του, είναι σίγουρο ότι θα το προσπαθήσει.
Στο πίσω μέρος του μυαλού του βέβαια υπήρχε πάντα και μια win-win διευθέτηση των ελληνοτουρκικών, αλλά αυτός κι αν είναι δύσκολος στόχος. Βουνό ολόκληρο.
Και κάτι τελευταίο: Μετά τον κάβο των ευρωεκλογών, δεν θα υπάρξει άλλη κάλπη μέχρι τον Ιούνιο του 2027, οπότε θα έχουμε πάλι εθνικές. Θα φτάσουμε μέχρι τότε ή θα πάμε σε πρόωρες – και πόσο πρόωρες; Η δική μου πληροφόρηση και εκτίμηση λέει ότι δεν θα χρειαστεί να περιμένουμε μέχρι το 2027. Γιατί άλλωστε να ζήσουμε τρία ολόκληρα χρόνια με αυτή την… αγωνία;
Του Αντώνη Δελλατόλα από το topontiki.gr