Γράφει ο Ceteris Paribus
Το καταλανικό κίνημα ανεξαρτησίας έχει προφανείς ρίζες στην ισπανική ιστορία, παλαιότερη αλλά και πρόσφατη. Ενώ όμως ο αντίπαλος που έχει ορίσει είναι το «ισπανικό κράτος», η Μαδρίτη και ο Ραχόι, ο αντίπαλος που μοιάζει ακαταμάχητος είναι… οι τράπεζες. Και δι’ αυτών και πίσω απ’ αυτές, η παγκοσμιοποίηση! Είναι αυτός ο λόγος που το καταλανικό ζήτημα τείνει να αποτελέσει τη θρυαλλίδα για μια πολιτική κρίση όχι μόνο στην Ιβηρική χερσόνησο αλλά και στην Ευρώπη…
Έτσι, ενώ τα ρεπορτάζ βοούν ότι η κυβέρνηση της Καταλονίας θα προβεί σε μονομερή ανακήρυξη της ανεξαρτησίας ίσως και αυτή την Τρίτη 10 Οκτωβρίου (τη σημειώνουμε γιατί, αν επιβεβαιωθούν οι πληροφορίες-εκτιμήσεις, θα έχει ένα «ιστορικό» χαρακτήρα), η απόφαση δεν θα είναι εύκολη, ακριβώς γιατί το εμπόδιο δεν είναι μόνο η Μαδρίτη και ο Ραχόι…
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά.
Εγκλωβισμένοι σε ανεξέλεγκτη δυναμική
Αντιμετωπίζοντας μυωπικά την αναγγελία διεξαγωγής δημοψηφίσματος για την ανεξαρτησία σαν «παραβίαση του νόμου», ο Ραχόι δημιούργησε το απόλυτο αδιέξοδο. Οι συνθήκες βίας υπό τις οποίες διεξήχθη το δημοψήφισμα (συλλήψεις κυβερνητικών στελεχών, εκατοντάδες τραυματίες, πρωτοφανείς εικόνες βίας στους δρόμους) θύμιζαν μάλλον χώρα της περιφέρειας κι όχι του αναπτυγμένου ευρωπαϊκού πυρήνα. Τώρα, η δυναμική υπέρ της ανεξαρτησίας στην Καταλονία έχει πολλαπλασιαστεί, το δε συντριπτικό «Ναι» του δημοψηφίσματος μοιάζει με ανυπέρβλητη «ιστορική εντολή» προς την καταλανική κυβέρνηση, την οποία δεν μπορεί να προδώσει χωρίς να εξαφανιστεί πολιτικά και να δημιουργήσει μια μαύρη κηλίδα «προδοσίας» για την καταλανική ιθύνουσα πολιτική -και όχι μόνο- τάξη. Από την άλλη, ούτε ο Ραχόι μπορεί να κάνει πίσω.
Το αδιέξοδο αποτυπώνεται στον τρόπο που συγκλήθηκε για την Τρίτη η ολομέλεια του καταλανικού Κοινοβουλίου. Αρχικά, επρόκειτο να συγκληθεί τη Δευτέρα με θέμα ημερήσιας διάταξης την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας. Το ισπανικό ανώτατο δικαστήριο έθεσε τη συνεδρίαση με αυτό το θέμα… εκτός νόμου. Για να παρακάμψει την απαγόρευση, ο πρόεδρος της Καταλονίας Carles Puigdemont όρισε συνεδρίαση για την Τρίτη με θέμα «Ενημέρωση για την πολιτική κατάσταση».
Η διεξαγωγή του δημοψηφίσματος υπό τις συνθήκες που επέβαλε ο Ραχόι και το συντριπτικό αλλά και «ηρωικό» και «μπαρουτοκαπνισμένο» αποτέλεσμα θέτουν ένα ανυπέρβλητο όριο για την καταλανική ηγεσία. Αν την Τρίτη ανακηρυχθεί η ανεξαρτησία, θα έχει τεθεί ένα δεύτερο ανυπέρβλητο όριο. Ένα νέο «ιρλανδικό» στην καρδιά της αναπτυγμένης Ευρώπης θα μοιάζει από κάθε άποψη με μια ακατανόητη υπερβολή: η Καταλονία δεν είναι περιοχή του Ιράκ ή της Συρίας για να ποδηγετηθεί με ανοιχτή καταστολή ούτε οι Βρυξέλλες μπορούν να «αφομοιώσουν» μια τέτοια «extreme» εξέλιξη. Ή λοιπόν η καταλανική ιθύνουσα τάξη θα ταπεινωθεί μέχρις εσχάτων (ενδεχόμενο που μπορεί να οδηγήσει σε ακραία ριζοσπαστικοποόιηση τμήμα του κινήματος ανεξαρτησίας και σε χαοτική κατάσταση την Καταλονία) ή θα πρέπει να γίνει μια δύσκολη προσπάθεια επαναπροσέγγισης πάνω στο έδαφος μιας ντε φάκτο ανεξαρτησίας. Σε αυτή την περίπτωση, το νόημα των διαπραγματεύσεων μεταξύ Βαρκελόνης και Μαδρίτης θα μπορούσε να είναι η μορφή και το βάθος της ανεξαρτησίας – αλλά αφού αυτή έχει ανακηρυχθεί.
Ο Ραχόι κατάφερε να εγκλωβίσει την καταλανική ιθύνουσα τάξη και την ίδια τη Μαδρίτη σε μια ανεξέλεγκτη δυναμική και να καταστρέψει τα μοναδικά διαχειρίσιμα σενάρια: είτε τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος υπό ήρεμες συνθήκες με την ελπίδα ότι τα ποσοστά ανάμεσα στο «Ναι» και το «Όχι» θα ήταν μοιρασμένα είτε τη διαμόρφωση όρων για διεξαγωγή διαπραγματεύσεων πριν την επίσημη ανακήρυξη της ανεξαρτησίας. Το αποτέλεσμα είναι ότι διαπραγματεύσεις σε κάθε περίπτωση θα γίνουν, αλλά στο δυσκολότερο δυνατό έδαφος και με τις τάσεις για γενική επαναδιαπραγμάτευση της συνταγματικής ρύθμισης του 1978, η οποία επισημοποίησε την ισπανική μεταπολίτευση ύστερα από την κατάρρευση της δικτατορίας του Φράνκο.
Η κρίση της ρύθμισης του 1978
«Πολλοί σεπαρατιστές τείνουν να απεικονίζουν την προσπάθειά τους για ανεξαρτησία σε μανιχαϊκούς όρους. Την παρουσιάζουν ως αγώνα μεταξύ μιας οικονομικά προηγμένης, πολιτικά φωτισμένης περιοχής με πλούσια πολιτιστική παράδοση και ενός βαθιά παρεμβατικού ισπανικού κράτους με υπερβολικά συγκεντρωτικά ένστικτα, μια δόση καστιλιάνικης αλαζονείας και μια αταβιστική παρόρμηση προς την καταστολή του Φράνκο», εκτιμούσε σε άρθρο του στους Financial Times στις 2 Οκτωβρίου ο Tony Barder. Σε αυτή τη θέση, που έχει απλώς διαπιστωτικό χαρακτήρα, υπάρχει λοιπόν το ζήτημα της «ρύθμισης του 1978». Ήδη στον ισπανικό Τύπο και στη δημόσια συζήτηση στην Ισπανία γίνεται όλο και πιο έντονα λόγος για «κατάρρευση της ρύθμισης του ’78».
Εδώ πρέπει να αναζητηθεί ο βασικός λόγος που ερμηνεύει την «ακατανόητη» ή και «ανόητη» (όπως χαρακτηρίστηκε από μεγάλα διεθνή ΜΜΕ) στάση του Ραχόι. Αν η Καταλονία κερδίσει τη μάχη της ανεξαρτησίας, έστω με έναν αξιοπρεπή συμβιβασμό για ουσιαστική της διεύρυνση, καραδοκούν η Χώρα των Βάσκων, η Γαλικία κ.λπ. Και αν τεθεί ζήτημα γενικής επαναρύθμισης του ζητήματος των όρων αυτονομίας των διάφορων περιοχών, τότε η μετατόπιση του άξονα σε μια γενικευμένη συνταγματική μεταρρύθμιση και μια νέα ρύθμιση που θα αντικαταστήσει το σύνταγμα του 1978, θα είναι σχεδόν αναπόφευκτη. Αν μη τι άλλο, η κυβέρνηση Ραχόι, μια κυβέρνηση μειοψηφίας, δεν μπορεί να σηκώσει μια τέτοια διαπραγμάτευση. Ωστόσο, βλέποντας αυτό τον εφιάλτη μπροστά της, ενήργησε με τρόπο που ευνοεί ό,τι ακριβώς φοβούνταν και μάλιστα στις πλέον δύσκολα διαχειρίσιμες εκδοχές της.
Ήδη οι αντοχές της κυβέρνησης της Μαδρίτης είναι οριακές. Λίγες μέρες πριν το δημοψήφισμα, η κυβέρνηση απέσυρε τον προϋπολογισμό του 2018, καθώς διαφαινόταν ότι δεν υπήρχε η απαραίτητη πλειοψηφία για να ψηφιστεί. Οι φωνές μέσα στον κυβερνητικό συνασπισμό για «ανοίγματα» προς την Καταλονία ακούγονται όλο και δυνατότερα – για τις αντίστοιχες φωνές στην Καταλονία, ύστερα από τα γεγονότα του δημοψηφίσματος, δεν υπάρχει ευήκοα ώττα και γι’ αυτό είναι ισχνές έως ανύπαρκτες.
Η «πατρίδα», η «χώρα», το «ευρωπαϊκό μέλλον»
«Η Καταλονία είναι η πατρίδα μου, η Ισπανία είναι η χώρα μου και η Ευρώπη είναι το μέλλον μας».
Ταύτα δήλωσε ο Άλμπερτ Ριβέρα, ηγέτης των Ciudadanos, ενός νέου πολιτικού κόμματος που προέκυψε από το ισπανικό «κίνημα των πλατειών» του 2011 και το πολιτικό του προφίλ μοιάζει κάπως με του δικού μας «Ποταμιού». Ευρηματική διατύπωση, αλλά στην κατάσταση όπως έχει διαμορφωθεί, κάθε δευτερεύουσα πρόταση απαιτεί ένα βουνό από θεμελιώδεις διευκρινίσεις, κυρίως όμως αμφισβητείται η συνοχή της συνολικής διατύπωσης.
Ας πάρουμε για παράδειγμα τη διατύπωση «η Ευρώπη είναι το μέλλον μας». Οι υπέρμαχοι της ανεξαρτησίας της Καταλονίας δεν διαφωνούν με αυτό. Πολλοί από αυτούς φαντάζονται την ανεξάρτητη Καταλονία σαν μέλος της Ε.Ε. και της Ευρωζώνης… Στις απειλές της Μαδρίτης ή και των Βρυξελλών (παρόλο που η στάση των Βρυξελλών, χωρίς να είναι ουδέτερη, είναι πάντως προσεκτική) ότι ανεξαρτησία σημαίνει αποβολή από την Ε.Ε. και την Ευρωζώνη, ο διευθυντής επικοινωνίας της καταλανικής κυβέρνησης Juan Maria Piqué (συνεπώνυμος του γνωστού -και υπέρμαχου της ανεξαρτησίας- ποδοσφαιριστή τη ς Μπαρτσελόνα), «έπαιξε» με μια άλλη πλευρά των αντιφάσεων που έχουν συσσωρευτεί: «Η Καταλoνία μπορεί να αποβληθεί από την Ε.Ε. μόνο στην περίπτωση που η Ισπανία την αναγνωρίσει ως ανεξάρτητο κράτος. Αλλά αυτό θα σημαίνει ότι θα έχει υπάρξει συμφωνία μεταξύ Καταλονίας και Ισπανίας. Αλλά τότε, ποιο το νόημα αποβολής της Καταλονίας από την Ε.Ε.; Ποιο το νόημα της αποβολής μιας χώρας 7,5 εκατομμυρίων Ευρωπαίων που είναι καθαρός εισφορέας του κοινοτικού προϋπολογισµού και περιλαμβάνει τη Βαρκελώνη, πλέον δυναμική και ελκυστική πόλη στην νότια Ευρώπη; Το μόνο νόημα αυτής της κίνησης θα ήταν η εκδίκηση. Αλλά η εκδίκηση δεν υπηρετεί το κοινό συμφέρον».
Πρόκειται για μια έξυπνη δήλωση και ταυτόχρονα για μια πολύ έμμεση έκκληση για διαπραγματεύσεις.
Όσο για τις Βρυξέλλες, πήραν το μέρος του Ραχόι όσον αφορά το σεβασμό στη «νομιμότητα», αλλά αποστασιοποιήθηκαν διακριτικά από τη χρήση μέσων βίας. Ίσως γιατί έχουν μια πιο ψύχραιμη αντίληψη για το ανεξέλεγκτο της δυναμικής, αλλά όχι μόνο: ίσως αντιλαμβάνονται ότι εδώ τίθεται υπό ερώτηση η ευρωπαϊκή εκδοχή της παγκοσμιοποίησης…
Οι τράπεζες που φεύγουν και η «παγκοσμιοποίηση» που δοκιμάζεται
Ίσως το πιο ισχυρό μέσο πίεσης ενάντια στην ανεξαρτησία να μην ήταν οι δυνάμεις καταστολής του Ραχόι, αλλά η φυγή τραπεζών από την Καταλονία. Ήταν και είναι η πιο εύγλωττη υπενθύμιση των πρακτικών δυσκολιών που ελλοχεύουν στο δρόμο της ανεξαρτησίας. Ήταν όμως και μια υπενθύμιση της «κατασταλτικής» δύναμης της παγκοσμιοποίησης και του περιώνυμου τέκνου της, της τραπεζικής παγκοσμιοποίησης – ίσως της μόνης εκδοχής παγκοσμιοποίησης που είναι τόσο κυριολεκτική. Το Brexit βρέθηκε αντιμέτωπο με τις απειλές μιας φυγής τραπεζών, το ίδιο συμβαίνει τώρα με την Καταλονία. Το πρόβλημα είναι ότι η παγκοσμιοποίηση «δεν αισθάνεται καλά τελευταία», οι δε εκβιαστικές μέθοδοι πίεσης μέσω των τραπεζών την καθιστούν ακόμη περισσότερο αντιδημοφιλή.
Είναι ένα διαφορετικό θέμα που απαιτεί ξεχωριστή πραγμάτευση, αλλά το ξέσπασμα του καταλανικού ζητήματος αμέσως ύστερα από την «αιφνιδιαστική» και επίφοβη «επαναπολιτικοποίηση» που αποκάλυψαν τα αποτελέσματα των γερμανικών εκλογών, είναι μια υπενθύμιση ότι το «σαράκι» που κατατρώει το οικοδόμημα της παγκοσμιοποίησης δεν έχει καταπολεμηθεί. Η ίδια η τόσο συχνή εμφάνιση κινημάτων ή πολιτικών ρευμάτων ανεξαρτησίας στην αναπτυγμένη Ευρώπη (Σκοτία, Καταλονία, Φλαμανδία, Β. Ιταλία) και σε μια τόσο απομακρυσμένη, χρονικά και ουσιαστικά, περίοδο από την αποικιακή εποχή, μας υποχρεώνει να αναζητήσουμε τις αιτίες όχι μόνο στο εσωτερικό των αντίστοιχων χωρών, αλλά και σε θεμελιώδεις δυσλειτουργίες της παγκοσμιοποίησης.