Ομιλία του Πρωθυπουργού και Προέδρου της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκου Μητσοτάκη στην έναρξη του 15ου Συνεδρίου της Νέας Δημοκρατίας
Αγαπητέ Πρόεδρε της Οργανωτικής Επιτροπής του Συνεδρίου, αγαπητέ Γιάννη Πλακιωτάκη, κύριοι Πρόεδροι, συνάδελφοι Υπουργοί, βουλευτές, στελέχη της παράταξής μας, Νεοδημοκράτισσες και Νεοδημοκράτες, ΟΝΝΕΔίτισσες και ΟΝΝΕΔίτες,
Σας ευχαριστώ, σας ευχαριστώ γι’ αυτή την εντυπωσιακή υποδοχή.
Θα την ξανακάνουμε «μπλε» όλη την Ελλάδα στις ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου.
Σας ευχαριστώ γι’ αυτήν την υποδοχή εδώ στο Ζάππειο, σε έναν χώρο ιστορικό, που σήμερα αντηχεί τον ενθουσιασμό όλων των γενεών της παράταξής μας, όπως είδαμε και στο πολύ όμορφο βίντεο.
Η παρουσία σας και με τιμά και με συγκινεί και μου δίνει δύναμη, αλλά μου δίνει και πίστη για την καινούργια πορεία της Νέας Δημοκρατίας στα επόμενα 50 χρόνια. Πάντα στην υπηρεσία της πατρίδας, με την πυξίδα μας να δείχνει σταθερά προς την ελευθερία, τη δημοκρατία, την κοινωνική ευημερία και με τη φλόγα του γαλάζιου πυρσού να καίει στις καρδιές μας και να φωτίζει το αύριο.
Αυτό το 15ο Συνέδριο, αγαπητέ κ. Πρόεδρε, γίνεται διπλά εορταστικό: συμπίπτει με τα γενέθλια της δημοκρατίας, συμπίπτει και με τα γενέθλια της Νέας Δημοκρατίας, με τον μισό αιώνα ζωής του πολιτεύματος και με το ιωβηλαίο του κόμματος που αποκατέστησε τη δημοκρατική διακυβέρνηση στη χώρα.
Είναι μία ιστορική σύμπτωση, που αποδεικνύει τη σύνδεση αυτής της παράταξης με την ιστορία αυτού του τόπου, αλλά και μία συγκυρία την οποία προσωποποιεί η εμβληματική μορφή του Κωνσταντίνου Καραμανλή, του ιδρυτή μας, που σίγουρα θα ήταν πολύ υπερήφανος για τούτη τη βραδιά.
Το όραμά του συνεχίζει να μας εμπνέει και να μας κινητοποιεί. Δίνει ώθηση στη δράση μας, στόχευση στις πολιτικές μας, ενώνοντας ανθρώπους από κάθε γωνιά της πατρίδας, από κάθε κοινωνική ομάδα, από κάθε ηλικία. Εκφράζοντας μια πλειοψηφία «πάνω από τις παραπλανητικές ετικέτες της δεξιάς, του κέντρου ή της αριστεράς», όπως γράφει αυτή η τόσο επίκαιρη ακόμα πρώτη Διακήρυξή μας. Συντηρώντας από την παράδοση, όπως έγραφε, «μόνον όσα ο χρόνος απέδειξε σωστά και χρήσιμα», ώστε «να προχωρά με μεγάλα, τολμηρά βήματα σε διαρκώς εξελισσόμενες συνθήκες».
Αυτό το όραμα του 1974 παραμένει ζωντανό στη δράση μας, ανανεώνεται και εμπλουτίζεται με τα μηνύματα των καιρών και μας ενώνει στον δρόμο της δημοκρατίας και της Ευρώπης.
Ας μην ξεχνάμε ότι εδώ ,στην Αθήνα, επέστρεψε ο κοινοβουλευτισμός ύστερα από την επτάχρονη κηλίδα της δικτατορίας, όπως και εδώ, στο περιστύλιο αυτού του κτηρίου, έγινε η υπογραφή της συμφωνίας προσχώρησης της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, μία καθοριστική επιλογή που οδήγησε στην ένταξη της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή οικογένεια.
Στα ίδια βήματα βάδισαν και όλοι οι αρχηγοί της παράταξης που ακολούθησαν: ο πιστός στρατιώτης Γιώργος Ράλλης, που ενέπνευσε πολιτισμό στην πολιτική αρένα. Ο ευπατρίδης Ευάγγελος Αβέρωφ, σύμβολο του δυνατού κόμματος σε δύσκολες ώρες. Ο μεταρρυθμιστής Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, που αντέταξε την εθνική ενότητα στον διχασμό, απαντώντας με αλήθειες στο λαϊκισμό. Ο ορμητικός Μιλτιάδης Έβερτ, με την ιστορική τομή της ελεύθερης ραδιοφωνίας και ενημέρωσης.
Μετά ο Κώστας Καραμανλής -επί των ημερών του οποίου πολιτεύτηκα για πρώτη φορά, το 2004-, ταυτισμένος με την πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική αλλά και με την πρωτοπόρα εκπαιδευτική τομή της αξέχαστης, αγαπημένης μας Μαριέττας. Για να φτάσουμε έτσι στα χρόνια της κρίσης, με τον πραγματιστή Αντώνη Σαμαρά -του οποίου είχα την τιμή να είμαι Υπουργός- να κρατά την πατρίδα στην Ευρώπη και να της δίνει ελπίδα.
Τον φίλο και συναγωνιστή Βαγγέλη Μεϊμαράκη, παρόντα σε κάθε μάχη. Και τον Γιάννη Πλακιωτάκη, σε δύσκολες στιγμές εγγυητή της συνέχειας της παράταξης. Όλοι τους κατέθεσαν τον εαυτό τους στη Νέα Δημοκρατία και στον τόπο και γι’ αυτό τους οφείλουμε ευγνωμοσύνη.
Θυμάμαι -πρέπει να ήμουν τεσσάρων, πέντε ετών- όταν με την οικογένειά μου πρωτοείδα στο Παρίσι από κοντά τον επιβλητικό Κωνσταντίνο Καραμανλή. Δεν ήξερα βέβαια τότε ότι η Νέα Δημοκρατία θα με συνοδεύει σταθερά σε όλη την υπόλοιπη ζωή μου.
Και όμως, ήταν γραφτό να παρακολουθήσω τη διαδρομή των πρώτων μας Προέδρων. Να ζήσω πολύ στενά την προσπάθεια και το έργο του πατέρα μου. Να ορκιστώ πρώτη φορά βουλευτής τον Μάρτιο του 2004, να συνεργαστώ αργότερα με όλους τους επόμενους ηγέτες μας.
Και είμαι σίγουρος ότι ιδίως οι μεγαλύτεροι από εμάς, εντάσσω και τον εαυτό μου σε αυτήν την κατηγορία, θα έχετε και εσείς στο μυαλό τέτοιες πολλές στιγμές όπου η ζωή της παράταξης διασταυρώθηκε με τη δική σας. Στιγμές χαράς στις νίκες μας, στιγμές στοχασμού στις δυσκολίες. Όπως, φαντάζομαι, πολλά θα είναι και τα περιστατικά που σφράγισαν την πορεία του καθενός, ταυτιζόμενα είτε με γεγονότα είτε με πρόσωπα της κομματικής μας ιστορίας. Όπως, για εμένα τουλάχιστον, δεν κρύβω ότι υπήρξε μεγάλη η επιρροή που είχαν πάνω μου οι σκέψεις και οι συμβουλές που άκουσα από τον Παύλο Μπακογιάννη.
Όλα αυτά τιμούμε στα 50 χρόνια από το 1974. Ένα πολύτιμο «τόξο» γεμάτο πρόσωπα, γεμάτο εικόνες, γεμάτο συναισθήματα. Στη Ρηγίλλης, στη Συγγρού, στην Πειραιώς, αλλά και σε κάθε μικρό γραφείο μίας τοπικής οργάνωσης σε ένα μακρινό χωριό. Στις μάχες της Βουλής, στους αγώνες της ΔΑΠ και της ΟΝΝΕΔ με τις παλιές μας αφισοκολλήσεις.
Κυρίως στις απλές κουβέντες που όλοι ανταλλάξαμε στη δουλειά ή στη γειτονιά. Γιατί η Νέα Δημοκρατία είναι κομμάτι του εαυτού μας, όπως και η ελληνική κοινωνία είναι κομμάτι του δικού της κορμού.
Αγαπητοί σύνεδροι, σε αυτό το ένδοξο κόμμα έχω την τιμή να ηγούμαι σήμερα με την ψήφο των μελών και των φίλων του. Το κόμμα το οποίο, με την ψήφο των Ελλήνων το καλοκαίρι του 2019, ανέλαβε να κλείσει τις πληγές μιας δεκαετούς δοκιμασίας. Κάθε άλλο παρά εύκολο ήταν.
Ο καιρός περνά και η μνήμη ίσως σκεπάζει τα γεγονότα. Όμως, η πορεία προς το αύριο που θέλουμε είναι χτισμένη πάνω στα όσα ζήσαμε και κατακτήσαμε χθες. Είναι χτισμένη πάνω στα εμπόδια που μπορέσαμε να ξεπεράσουμε και στους στόχους που φτάσαμε, όσο και αν κάποιοι από αυτούς έμοιαζαν ακατόρθωτοι.
Αυτός ο λαός και η πρώτη κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας βρέθηκαν αντιμέτωποι με τεράστια εμπόδια την πρώτη τετραετία: μία παραλυμένη από φόρους οικονομία, μία δηλητηριασμένη από ψέματα κοινωνία. Σε ένα κράτος καθήλωσης και ανεργίας, με τα σύνορα διάτρητα, έρμαια των μεταναστευτικών ροών, στο διεθνές περιθώριο και πολιορκημένο ταυτόχρονα από διαδοχικές δοκιμασίες: τις εισβολές στον Έβρο, την πανδημία του κορονοϊού, τις απειλές των γειτόνων μας στο Αιγαίο, αλλά και τις μεγάλες ξαφνικές φυσικές καταστροφές.
Κι όμως, μέσα σε τέσσερα χρόνια η εθνική ρότα άλλαξε βάζοντας την Ελλάδα για τα καλά σε τροχιά προόδου. Οι πολίτες ελαφρύνθηκαν από τα βάρη 50 και πλέον φόρων, νέες επενδύσεις δημιούργησαν δουλειές, οι εξαγωγές αυξήθηκαν.
Η εμπιστοσύνη μεταξύ πολιτείας και κοινωνίας μάς βοήθησε να νικήσουμε την πρωτοφανή υγειονομική επίθεση, ώστε η ελπίδα στο εσωτερικό να συναντάται με την αυτοπεποίθηση στο εξωτερικό, εκεί που η εθνική φωνή ακούγεται πια δυνατή, από τις Βρυξέλλες και τον αραβικό κόσμο μέχρι το Αμερικανικό Κογκρέσο.
Ήταν η πολιτική του σχεδίου, της συνέπειας και του αποτελέσματος. Είναι αυτή που δικαιώθηκε πριν από εννέα μήνες, οδηγώντας έτσι στη δεύτερη κυβερνητική θητεία. Έχοντας νικήσει κατά κράτος μια αντιπολίτευση που ήρθε από το περιθώριο για να τεθεί και πάλι σε αυτό. Με μια εντολή: να προχωρήσουμε σταθερά, τολμηρά μπροστά στη «λεωφόρο» των μεταρρυθμίσεων, που θα ξεριζώσουν τις παθογένειες του παρελθόντος. Βελτιώνοντας, ημέρα με την ημέρα, αυτό που ο κάθε πολίτης επιθυμεί: την καθημερινή του ζωή σε όλα τα πεδία.
Πράγματι, η Ελλάδα του 2024 αρχίζει να προσεγγίζει τις προηγμένες χώρες της Ευρώπης. Έχει υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης. Φτάσαμε πια να έχει μονοψήφια ανεργία. Μειώνει συνεχώς το χρέος της, ταχύτερα από κάθε ανεπτυγμένη χώρα. Ο μέσος μισθός έχει αυξηθεί κατά 20%. Από τον Ιανουάριο αυξήθηκαν, μετά από παραπάνω από μια δεκαετία, για πρώτη φορά, οι μισθοί 600.000 δημοσίων υπαλλήλων. Κάθε χρόνο πια αυξάνονται οι αποδοχές περίπου 2,5 εκατομμυρίων συνταξιούχων. Ενώ ο κατώτατος μισθός από τα 650 ευρώ που τον παραλάβαμε ανέβηκε την 1η Απριλίου στα 830 ευρώ.
Όλα αυτά, φίλες και φίλοι, δεν σημαίνουν σε καμία περίπτωση ότι γίναμε παράδεισος. Ξέρω καλά, το ξέρουμε όλοι μας στο κυβερνητικό επιτελείο, ότι η ακρίβεια πιέζει ακόμα τα ασθενέστερα νοικοκυριά.
Όλα αυτά, όμως, δείχνουν μία συνεχή προσπάθεια. Τα πράγματα ναι, αργά αλλά σταθερά, γίνονται καλύτερα. Με στοχευμένες κινήσεις, όπως αυτές που τιθάσευσαν τις αυξήσεις στο ρεύμα, να αρχίζουν να απλώνονται σε εκατοντάδες είδη στο σούπερ μάρκετ. Αλλά κυρίως με μόνιμα μέτρα που στηρίζουν το εισόδημα μετά το κύμα της διεθνούς ακρίβειας.
Ο στόχος τον οποίο είχαμε θέσει προεκλογικά, μέσος μισθός στα 1.500 ευρώ, κατώτατος μισθός στα 950 ευρώ, θα υλοποιηθεί από αυτή την κυβέρνηση. Γιατί αυτό πρεσβεύει η Νέα Δημοκρατία της ελεύθερης οικονομίας, της ανοιχτής κοινωνίας, της σύγχρονης πολιτείας.
Η ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας αυξάνει τον δημόσιο πλούτο, ναι, αλλά αυτό δεν αφορά μόνο τα κρατικά ταμεία, αφορά το κοινωνικό κράτος, να μπορεί να εγγυάται και να παρέχει μερίδιο από αυτόν τον πλούτο τον οποίον δημιουργούμε σε όλους τους πολίτες. Με συνθήκες που θα προστατεύουν τους ασθενέστερους, ανοίγοντας παράλληλα ευκαιρίες στην καθεμία και στον καθένα ξεχωριστά, ανεξάρτητα από το πού ξεκινούν.
Και δεν υπάρχει ακμαία οικονομία χωρίς ασφαλή κοινωνία, δεν υπάρχει όμως οικονομία και κοινωνία χωρίς ελευθερία, χωρίς ανεξαρτησία, χωρίς εθνική κυριαρχία. Είναι θεμελιώδη αγαθά, τα οποία θωρακίζει η ισχυρή άμυνα. Είναι μια προτεραιότητα που για την παράταξη μας παραμένει εξίσου αδιαπραγμάτευτη.
Γι’ αυτό και η κυβέρνησή μας επιμένει να κρατά απόρθητα τα σύνορα από κάθε είδους απειλές, επεκτείνοντας τον φράχτη στον Έβρο, αγρυπνώντας στα εδάφη, στις θάλασσες και στους ουρανούς μας, ενώ παράλληλα προωθεί μεθοδικά τον εξοπλισμό των Ενόπλων Δυνάμεων.
Έτσι, στα κούφια λόγια κάποιων δήθεν πατριωτών, απαντάμε με χειροπιαστές πράξεις: με μαχητικά Rafale, με αναβαθμισμένα F-16, με φρεγάτες Belharra, με ελικόπτερα Romeo, αλλά κυρίως με ένα τολμηρό σχέδιο για τις Ένοπλες Δυνάμεις του 2030.
Ενώ την άλλη όψη της ασπίδας μας αποτελεί η δυναμική διπλωματία. Είναι αυτή που προσφέρει στρατηγικές συμμαχίες με ισχυρές χώρες, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Γαλλία, διαμορφώνει καθοριστικές συμφωνίες με γείτονες, όπως η Ιταλία, η Αίγυπτος και το Ισραήλ, περιορίζοντας την ίδια ώρα και την επιρροή όσων αμφισβητούν τα εθνικά μας δίκαια.
Αυτή είναι η μεγάλη μας διαφορά με όσους εμπορεύονται την αγάπη για την Ελλάδα. Που φωνασκούν αντί να δρουν. Αγνοώντας, βέβαια, αυτά για τα οποία μιλούν.
Και θα έλεγα ότι είναι αυτό το όριο το οποίο ξεχωρίζει τελικά την πατριδοκαπηλία από τον πατριωτισμό της ευθύνης. Όπως και τα εύκολα συνθήματα από τις πράξεις που χρειάζονται πολύ κόπο, σκληρή δουλειά και τα αποτελέσματα.
Νομίζω ότι πρέπει επιτέλους να το πούμε ανοιχτά: να μιλάς για πατρίδα και θρησκεία ενώ ταυτόχρονα πουλάς κηραλοιφές και δήθεν χειρόγραφα του Χριστού, συνιστά πράξη μέγιστης πολιτικής εξαπάτησης.
Νεοδημοκράτισσες και Νεοδημοκράτες, ο πατριωτισμός υπήρξε μόνιμο χαρακτηριστικό της Νέας Δημοκρατίας αυτά τα 50 χρόνια. Επιλέγοντας σε όλα τα κρίσιμα στοιχήματα να σταθεί στην σωστή πλευρά της Ιστορίας, δίπλα στον ευρωπαϊκό προσανατολισμό που επίσης βρίσκεται στο DNA της παράταξης.
Θέλω να θυμίσω ότι είναι μια επιλογή που αρχικά πολεμήθηκε από άλλες δυνάμεις. Όμως και αυτές τελικά υποτάχθηκαν στη συνέχεια μπροστά στη δύναμη και στη σημασία της.
Είναι κατάκτηση, φίλες και φίλοι, για τη χώρα ότι ο ευρωπαϊκός δρόμος έχει καθιερωθεί ως ένα αναμφισβήτητο κεκτημένο της πολιτικής ζωής στη χώρα.
Το τρίτο μας γνώρισμα είναι η πίστη στη δημοκρατία και τον κοινοβουλευτισμό, με αφορμή το πρώτο Σύνταγμα το 1975, τις πρώτες ελεύθερες εκλογές, όπως και τα πολλά που κατακτήθηκαν στη συνέχεια: την διοργάνωση 20 άψογων εκλογικών αναμετρήσεων, τις ομαλές εναλλαγές στην εξουσία και ναι, την εμπέδωση της εθνικής συμφιλίωσης, την αναβάθμιση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, τη διαρκή διεύρυνση των δικαιωμάτων. Η Ελλάδα σήμερα κατατάσσεται πλέον μεταξύ των πιο φιλελεύθερων ευρωπαϊκών κρατών.
Είμαστε, επίσης, υπερήφανοι για το κόμμα μας που ήταν, είναι και θα παραμείνει ένα κόμμα λαϊκό και κοινωνικό, έχοντας στο επίκεντρο τον κάθε πολίτη ξεχωριστά. Συνδυάζοντας, όπως είπα και πριν, τη συλλογική ανάπτυξη με την ατομική προκοπή.
Δεν ταυτίζουμε το κρατικό με το δημόσιο. Επιδιώκουμε να εντάξουμε στην κοινή προσπάθεια όλες τις δυνάμεις της κοινωνίας. Με άλλα λόγια, ναι, η Νέα Δημοκρατία είναι η μόνη πραγματική παράταξη όλων των Ελληνίδων και όλων των Ελλήνων.
Δύναμη γι’ αυτό, τέλος, μας δίνουν δύο ακόμα ιδρυτικές εντολές: πρώτα, ο ρεαλισμός. Είναι τελικά η καλύτερη απάντηση στον λαϊκισμό, στις εύκολες λύσεις που «χαϊδεύουν αυτιά», οδηγούν νομοτελειακά, πάντα, όμως, σε αδιέξοδα.
Και ύστερα η τολμηρή ανανέωση των ιδεών και των στελεχών μας. Κάτι που επιτρέπει σήμερα στη Νέα Δημοκρατία να γίνεται η μεγάλη κοίτη στην οποία συναντώνται ευρύτερες δυνάμεις, από πιθανόν διαφορετικές αφετηρίες, όμως όλες τους με την ίδια επιδίωξη: η Ελλάδα να γίνει ακόμα πιο ισχυρή, πιο δίκαιη, πιο σύγχρονη.
Γιατί η προσαρμοστικότητα ανήκει και αυτή στα χαρακτηριστικά μας. Ήμασταν πάντα ως παράταξη ανοιχτοί σε νέες ιδέες, ήμασταν ανοιχτοί σε νέα πρόσωπα. Δεν περιχαρακωθήκαμε πίσω από ιδεολογικές αγκυλώσεις, ούτε νιώσαμε ποτέ απειλή από κάποιον που μας πλησίασε.
Μπορώ έτσι να βλέπω τώρα γύρω μου πολλούς αγωνιστές που ήταν πάντα Νέα Δημοκρατία. Εσείς μας κρατήσατε όρθιους στις μεγάλες δυσκολίες. Βλέπω, όμως, και πολλούς που έγιναν, γίνονται και θα γίνουν Νέα Δημοκρατία, δίχως τίποτα να τους χωρίζει, αλλά να τους ενώνει, να μας ενώνει ο κοινός σκοπός.
Δεν είναι, συνεπώς, τυχαίο ότι στη μεταπολιτευτική διαδρομή αυτή η παράταξη φάνηκε τελικά η πιο ανθεκτική από όλες. Μπορεί να πέρασε κρίσεις, ναι, όμως ποτέ δεν έπαψε να πρωταγωνιστεί.
Γιατί, αντίθετα με άλλους, εμείς είχαμε και έχουμε τη γενναιότητα της αυτοκριτικής, κάνοντας τα λάθη μας ορμή για να γίνουμε καλύτεροι, τα εμπόδια εφόδια, βάζοντας το κόμμα πάνω από πρόσωπα και την πατρίδα πάνω από κάθε κόμμα. Αυτά τα χαρακτηριστικά μάς έκαναν ξανά την κυρίαρχη δύναμη του τόπου και το μεγαλύτερο κεντροδεξιό κόμμα σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Ας κοιτάξουμε λίγο πίσω μας: μπορεί κάποιος να διαφωνήσει ότι δεν υπάρχει μεγάλο έργο που να σχεδιάστηκε ή να υλοποιήθηκε χωρίς τη σφραγίδα της Νέας Δημοκρατίας; Τη χωροθέτηση του Αεροδρομίου «Ελευθέριος Βενιζέλος», τον εκσυγχρονισμό του ΟΤΕ, την εξυγίανση των αερομεταφορών, την ανάπτυξη της κινητής τηλεφωνίας, του διαδικτύου, το Μετρό στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη, την πρώτη στροφή προς τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, τους μεγάλους οδικούς άξονες, την αξιοποίηση του Πειραιά και όλων των λιμανιών μας;
Αυτός ο κατάλογος είναι μακρύς, κάτι που ισχύει και για τα ιστορικά γεγονότα στα οποία η παράταξη ήταν παρούσα: από τη δημοκρατική λύση του πολιτειακού μέχρι την τιμωρία της φασιστικής Χρυσής Αυγής ή σε κρίσιμες επιλογές όπως το Μάαστριχτ. Αλλά και στηρίζοντας, γιατί είχαμε πάντα αυτή τη γενναιότητα, εθνικές επιδιώξεις όταν αυτές προωθήθηκαν από άλλα κόμματα, όπως η είσοδος της χώρας στο ευρώ και της Κύπρου στην Ευρώπη.
Αναμφισβήτητα, λοιπόν, εδώ και 50 χρόνια η Νέα Δημοκρατία βαδίζει δίπλα-δίπλα με την πατρίδα. Μοιραστήκαμε έτσι όχι μόνο τα καλά αλλά και τις χαμένες ευκαιρίες αυτής της περιόδου. Καθώς, ναι, υπήρξαμε το δέκατο μέλος στην Ευρώπη των «27», ας είμαστε ειλικρινείς, τρέξαμε τελικά με μικρότερες ταχύτητες από χώρες που ακολούθησαν, την Ισπανία, την Ιρλανδία, την Πορτογαλία.
Χάσαμε με τρόπο αλόγιστο χρόνο και πόρους, με συνέπεια να μη διορθώσουμε εγκαίρως την αρχιτεκτονική της οικονομίας και της παραγωγής μας και δυστυχώς ούτε τελικά το ίδιο το κράτος μας.
Αξίζει να σκεφτούμε ότι στη Μεταπολίτευση, σε αυτά τα 50 χρόνια τα οποία γιορτάζουμε, δεν ολοκληρώθηκαν τελικά μεγάλες μεταρρυθμίσεις τεράστιας σημασίας: οι αλλαγές στο ΕΣΥ, ο εκσυγχρονισμός του, η αναβάθμιση της εκπαίδευσης σε όλες τις βαθμίδες της, η ανάταξη της κεντρικής διοίκησης που έμεινε δέσμια της γραφειοκρατίας και του κομματισμού, και ασφαλώς μία Δικαιοσύνη που πάντα καθυστερούσε να αποδοθεί. Είναι ένα σύνολο αδυναμιών που έγιναν ένα μεγάλο διαχρονικό «φρένο» και επιδρούν ακόμα αρνητικά στη δημόσια σφαίρα.
Φίλες και φίλοι, ακριβώς αυτές τις παθογένειες τόσων δεκαετιών καλείται τώρα να ξεριζώσει η δεύτερη θητεία μας. Γιατί, αν μέχρι τώρα πετύχαμε να ανακουφίσουμε τη χώρα από τις πληγές που της προκάλεσαν οι μεγάλες καθυστερήσεις, έφτασε η ώρα να πολεμήσουμε και τις αιτίες τους.
Ξέρουμε ότι είναι ένα έργο δύσκολο. Πάντα γύρω από τα προβλήματα φυτρώνουν παράκεντρα των συμφερόντων. Το έχω πει πολλές φορές: οι μεταρρυθμίσεις ίσως ξεβολεύουν μερικούς, όμως συμφέρουν και θα ευνοήσουν τους πολλούς, γι’ αυτό και θα συνεχιστούν.
Δεν μας τρομάζουν τα εμπόδια, δεν μας φοβίζουν οι εντυπώσεις της στιγμής. Ξέρουμε καλά ότι οι πρώτες απορίες διαλύονται όταν εξηγούμε τις πολιτικές μας αποφάσεις με κατανόηση και με πειθώ, μιλώντας στη γλώσσα της αλήθειας. Ξέρουμε ότι τα προσωρινά παράπονα δεν καταλήγουν να γίνουν μόνιμες διαμαρτυρίες αν με υπομονή όλοι μας εντάσσουμε αυτές τις μικρές αρνητικές ψηφίδες στη μεγάλη θετική εικόνα της νέας Ελλάδας που οικοδομούμε. Και νομίζω ότι όλα παίρνουν το σωστό τους μέγεθος όταν, με σωστά επιχειρήματα, τα στελέχη μας προτάσσουν τα πιο σημαντικά, αφήνοντας πίσω τα πιο ασήμαντα. Πολύ περισσότερο τώρα που η προσπάθειά μας αποδίδει καρπούς.
Η εθνική οικονομία βρίσκεται πια στην επενδυτική βαθμίδα, όπως είχαμε δεσμευτεί προεκλογικά ότι θα γίνει. Ενισχύεται από μεγάλες, ξένες αλλά και ελληνικές, επενδύσεις στους πιο δυναμικούς τομείς. Οι εξαγωγές μας αυξάνονται, αυξάνεται και η μεταποίηση, αυξάνεται και ο ποιοτικός τουρισμός, ενώ ειδικά στον πρωτογενή τομέα τον εκσυγχρονισμό τον πλαισιώνουν και μεγάλες αλλαγές που διεκδικούμε για μια πιο παραγωγική, πιο ευέλικτη ευρωπαϊκή πολιτική, ώστε οι Έλληνες κτηνοτρόφοι, αγρότες και αλιείς να ατενίζουν το μέλλον τους με αισιοδοξία.
Πετυχαίνουμε τον στόχο μας να εξαπλωθεί η χρήση του ηλεκτρονικού χρήματος. Η περιβόητη σύνδεση των POS με τις ταμειακές μηχανές, ένα μεγάλο ζητούμενο για το Υπουργείο Οικονομικών, γίνεται επιτέλους πράξη. Είναι σημαντικά μέτρα αυτά κατά της φοροδιαφυγής. Θα επιτρέπουν τον κεντρικό έλεγχο των συναλλαγών. Και αυτό έχει σημασία, διότι τα κέρδη των φοροφυγάδων θα γίνονται επιτέλους κοινωνικό έργο.
Και βέβαια, για πρώτη φορά στην Ελλάδα έχουμε κεφαλαιοποιητική επικουρική σύνταξη. Ο κάθε νέος, τα νέα παιδιά τα οποία είναι σήμερα μαζί μας -θέλω και πάλι να πω ένα μεγάλο «ευχαριστώ» στις ΟΝΝΕΔίτισσες και στους ΟΝΝΕΔίτες, στις ΔΑΠίτισσες και τους ΔΑΠίτες- αυτά τα νέα παιδιά γνωρίζουν πια ότι για την επικουρική τους ασφάλιση έχουν έναν προσωπικό κουμπαρά. Τον διαχειρίζεται ο ίδιος ο εργαζόμενος και η ίδια η εργαζόμενη. Επενδύετε τις εισφορές σας, αυξάνετε τις μελλοντικές σας αποδοχές.
Στην παιδεία πάλι, ισχύει το δίγλωσσο ξενόγλωσσο νηπιαγωγείο, ένα δημοτικό με περισσότερες δεξιότητες. Δευτεροβάθμια εκπαίδευση με διπλάσια πρότυπα σχολεία, με ψηφιακή διδασκαλία. Κάναμε προσλήψεις 27.000 μόνιμων εκπαιδευτικών. Αλλά, προσέξτε, η άλλη όψη του νομίσματος είναι ότι αυτοί οι εκπαιδευτικοί όχι μόνο επιμορφώνονται αλλά και αξιολογούνται.
Η επαγγελματική παιδεία αναβαθμίζεται με ειδικότητες αιχμής. Ο νέος νόμος ενισχύει το δημόσιο πανεπιστήμιο. Κάνει, όμως, πράξη και κάτι το οποίο αποτελούσε ζητούμενο για την παράταξη μας και ειδικά για την πανεπιστημιακή μας νεολαία από το 1987: επιτέλους να ιδρυθούν και στη χώρα μας μη κρατικά, μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια, ώστε τα παιδιά μας να μην φεύγουν στο εξωτερικό για σπουδές.
Ανάλογα είναι τα προβλήματα, η δύσκολη μάχη που δίνουμε και στην υγεία. Τώρα που μιλάμε, ανακαινίζονται, πρωτίστως με πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης, δεκάδες νοσοκομεία και κέντρα υγείας, στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη, σε όλη την επικράτεια. Οι λίστες αναμονής περιορίζονται με την καθιέρωση των απογευματινών χειρουργείων, ενώ οι δωρεάν προληπτικές εξετάσεις επεκτείνονται παντού.
Έχει αυξηθεί το ανθρώπινο δυναμικό του ΕΣΥ. Αυξήθηκαν και οι μισθοί σημαντικά. Δίνουμε -και πρέπει να δώσουμε ακόμα περισσότερα- πρόσθετα κίνητρα προκειμένου στο εξής γιατροί να τοποθετηθούν και στα απομακρυσμένα χωριά αλλά και στα νησιά μας.
Προσέξτε, δεν θα είμαστε ποτέ ικανοποιημένοι με κανένα μέτρο όταν μιλάμε για την υγεία των πολιτών ή τη μόρφωση της νέας γενιάς. Όπως είναι δύσκολο να φτάσουμε εκεί που θέλουμε σε ό,τι αφορά την κοινωνική ευημερία και την ασφάλεια.
Γνωρίζουμε καλά, γνωρίζω πρώτος καλά, το έδαφος που έχει χαθεί, την απόσταση που μας χωρίζει από αυτό το οποίο απαιτείται. Χρειαζόμαστε χρόνο και επίμονη σκληρή δουλειά. Μην ξεχνάτε, άλλωστε, ότι πρόκειται για τραύματα, κάποια από αυτά αιμορραγούν στον κορμό του ελληνικού κράτους σχεδόν από την ίδρυσή του.
Δεν πρέπει, για παράδειγμα, να μείνουμε στις σχεδόν 2.000 υπηρεσίες του ψηφιακού κράτους, που πράγματι είναι μια επανάσταση, έχουν καταργήσει την ταλαιπωρία. Έχουμε κι ένα ακόμα χρέος: να εξαλείψουμε από το Δημόσιο αυτόν τον «ωχαδερφισμό», αυτή τη γραφειοκρατική αντίληψη για την οποία μίλησα νωρίτερα.
Από την άλλη, οφείλουμε να αναγνωρίζουμε υπαρκτές δυσκολίες. Η Αστυνομία, ας πούμε, δεν παύει να εξιχνιάζει εγκλήματα. Ας μην παραβλέπουμε, όμως, ότι και η παρανομία εξελίσσεται και δυστυχώς βρίσκεται ένα βήμα μπροστά από τους διώκτες της.
Το ίδιο ισχύει και με τα νέα φαινόμενα της εποχής: το bullying, την ανήλικη παραβατικότητα, τη βία κατά των γυναικών, ή με παλαιότερα όπως την αυθαιρεσία σε μερικά πανεπιστήμια. Ξέρουμε τι δρόμο έχουμε να κάνουμε, ξέρουμε όμως και αυτόν που διανύσαμε. Ξέρουμε ότι τα Εξάρχεια και το Πολυτεχνείο είναι πια ελεύθερα, ότι έχουν εκκενωθεί πολλές καταλήψεις, ότι σταδιακά οι βιβλιοθήκες εξορίζουν τις βαριοπούλες.
Όμως, η μάχη με το βαθύ κράτος και αυτή την κουλτούρα της έλλειψης ενσυναίσθησης έχει πολύ δρόμο μπροστά. Μπορεί οι 17.000 εκπαιδευμένοι αστυνομικοί να έχουν προστατεύσει μέχρι στιγμής παραπάνω από 10.000 γυναίκες που κινδύνευσαν, μπορεί, ναι, να κάναμε αυστηρότερες τις ποινές για κακοποιήσεις, να έχουμε δεκάδες Σταθμούς Συμβουλευτικής, 20 κέντρα φιλοξενίας όπου μένουν ασφαλείς πολλές γυναίκες με τα παιδιά τους.
Όταν όμως μια κοπέλα δολοφονείται έξω από ένα αστυνομικό τμήμα, όπου έχει καταφύγει απειλούμενη, σκύβουμε το κεφάλι και λέμε: πρέπει να κάνουμε περισσότερα. Και λέμε: ναι, περιστατικά όπως αυτά αμαυρώνουν όσα θετικά έχουμε πετύχει.
Και λέμε επίσης: ναι, τα περιπολικά πρέπει να γίνονται και ταξί, προκειμένου να φυλάξουν τον πολίτη, όπως γίνονται ασθενοφόρα για να μεταφέρουν τον τραυματία ή την έγκυο, όπως γίνονται πυροσβεστικά οχήματα όταν απομακρύνουν ζωές από τις φωτιές.
Όμως, να προσθέσουμε και ένα ακόμα «ναι»: ναι, οι ένστολοι οφείλουν να επεμβαίνουν αμέσως σε ένα έγκλημα που γίνεται μπροστά τους, έχοντας όμως, ναι, και τη δική μας κατανόηση και στήριξη, αν αναγκαστούν να χρησιμοποιήσουν νόμιμα το όπλο τους.
Θυμίζω τι έλεγα από τη Θεσσαλονίκη τον Σεπτέμβριο: η νομιμότητα γίνεται στοίχημα της εποχής και πεδίο σύγκρουσης με κάθε εστία παρασιτισμού. Με τον αδιάφορο θύλακα του κράτους αλλά και με τον πολίτη που ανάβει ανεύθυνα φωτιά, με τους διακινητές των μεταναστών αλλά και με τους χούλιγκαν, με τους καταπατητές του δημόσιου χώρου, είτε αυτός λέγεται σχολή, είτε λέγεται παραλία, είτε λέγεται δρόμος. Όπως ανοίγουμε μέτωπο και με τους λίγους δικηγόρους και δικαστές που καθυστερούν την απονομή της Δικαιοσύνης, γιατί έτσι καθυστερεί και ο εκσυγχρονισμός.
Αυτά τα λόγια ισχύουν πάντα σε ένα έργο σισύφειο, έτσι το αισθάνομαι δηλαδή πολλές φορές, ένας μυθικός βράχος, παλεύουμε πολύ, τον ανεβάζουμε, κυλά κάθε λίγο και πίσω. Εμείς, όμως, θα επιμείνουμε μέχρι που να φτάσουμε στην κορυφή. Μέχρι αυτή η νέα αντίληψη για το Δημόσιο να διαπεράσει τον ιστό του και όλες τις λειτουργίες του.
Η πολιτική κατεύθυνση να γίνει και υπηρεσιακή και ο επαγγελματισμός αλλά και η ανάγκη πολλές φορές να κάνουμε το κάτι παραπάνω -πέρα και πάνω από τα τυπικά πρωτόκολλα- να συντρίψει την υπαλληλική αδράνεια, όπου και αν αυτή εκδηλώνεται. Μέχρι όλοι μας να ξεπεράσουμε τον κακό μας εαυτό και σύντομα η Ελλάδα να βαδίσει σε αυτόν τον δρόμο του πολυδιάστατου εκσυγχρονισμού χωρίς, επιτέλους, πισωγυρίσματα.
Αγαπητά στελέχη και συμμαχητές της μεγάλης μας παράταξης, γνωρίζετε όπως και εγώ ότι η κυριαρχία της Νέας Δημοκρατίας σημαίνει μεγαλύτερη ευθύνη. Είναι φυσικό, άλλωστε, η μόνη δύναμη που δρα αυτόματα να συγκεντρώνει και την κριτική για κάθε κακώς κείμενο. Να γίνεται ελπίδα, όμως, ταυτόχρονα, να γίνεται και «πολιτικό αλεξικέραυνο» για κάθε διαφωνία, για κάθε παράπονο.
Αυτό αποτελεί την άλλη όψη μιας πραγματικότητας που ένα δηλώνει: απέναντί μας δεν έχουμε τόσο την αντιπολίτευση των άλλων κομμάτων, αλλά έχουμε μια πολύ πιο σκληρή αντιπολίτευση, την αντιπολίτευση των υπαρκτών προβλημάτων.
Και μέσα σε αυτό το πολύπλοκο περιβάλλον κινείται σήμερα η παράταξή μας. Σε ένα σκηνικό που το φωτίζουν σημαντικές επιτυχίες, το σκιάζουν ακόμα σύννεφα, τα οποία οι πολίτες, κρίνοντάς μας αυστηρά -γιατί έτσι πρέπει- μας ζητούν να τα διαλύσουμε. Να τα διαλύσουμε χωρίς αλαζονεία, αλλά και ως κίνητρο για περισσότερη δουλειά.
Γι’ αυτό και η πολιτική σταθερότητα καθίσταται ένα κεντρικό ζητούμενο, όπως και η συνέχεια του κυβερνητικού έργου σήμερα μετατρέπεται σε προϋπόθεση καλύτερης ζωής αύριο. Είμαστε σε μια κρίσιμη καμπή. Η πατρίδα δεν θα συγχωρέσει κανένα πισωγύρισμα.
Και είναι ένα συμπέρασμα που δίνει άλλη διάσταση και στις επικείμενες ευρωεκλογές. Όπως είπε και ο Γιάννης, είναι μια μάχη τόσο με ευρωπαϊκό όσο και με εθνικό αποτύπωμα, ενισχύοντας όχι μόνο τις δυνάμεις που θα διεκδικήσουν ευρωπαϊκή επιρροή και νέους πόρους για τη χώρα, αλλά στέλνοντας και το μήνυμα ότι οι Έλληνες θέλουν να παραμείνουν στην τροχιά σιγουριάς και ανάπτυξης που επέλεξαν πριν από εννέα μήνες.
Γιατί, κακά τα ψέματα, αυτό θα θελήσουν οι αντίπαλοί μας εδώ και τώρα: να αμφισβητήσουν την κυβέρνηση, τη Νέα Δημοκρατία και τον Μητσοτάκη.
Έχετε πια διαπιστώσει ποιοι βρίσκονται απέναντί μας. Ένας εισαγόμενος αρχηγός ο οποίος, χωρίς να διαθέτει καμία εκλογική εμπειρία, προσβάλλει τη δημοκρατία και τους θεσμούς, μιλώντας με θράσος και αφήνοντας υπονοούμενα για νοθείες. Θέλοντας μάλιστα να ξεπεράσει ακόμα και τον προκάτοχό του, υπόσχεται και αυτός παροχές δισεκατομμυρίων από το παλιό «λεφτόδεντρο» του ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο φαίνεται ότι δεν έχει ξεραθεί ακόμα.
Δίπλα του ένας δεύτερος Πρόεδρος αρχίζει να «βάφει» το κόμμα του με τα χρώματα του πρώτου, πιστεύοντας ότι έτσι δεν θα μείνει τρίτος. Πράγματι, ωραία φιλοδοξία.
Το φάσμα της αντιπολίτευσης συμπληρώνουν, όμως, και αρκετές ακραίες φωνές. Άλλες μιλούν τη γλώσσα του παρελθόντος και άλλες εκτοξεύουν μόνο συνθήματα γιατί δεν έχουν τίποτα να πουν.
Η πραγματικότητα, όμως, δεν αλλάζει. Όλα τα κόμματα, το καθένα από την πλευρά του, συνασπίζονται εναντίον μας. Συχνά δεν διστάζουν να δυσφημίζουν με κάθε τρόπο τη χώρα στο εξωτερικό και να καπηλεύονται ακόμα και ένα τεράστιο συλλογικό πένθος στο εσωτερικό, κάτι που είδαμε να συμβαίνει, χωρίς ντροπή, με τη μεγάλη τραγωδία των Τεμπών. Επιμένουν να κάνουν τον πόνο κομματικό εργαλείο, μονοπωλώντας δήθεν την ευαισθησία, λες και υπάρχουν Έλληνες που θλίβονται περισσότερο από όλους με αυτό το εθνικό δράμα.
Και όπως φαίνεται, δεν μαθαίνουν ούτε από αυτά που παθαίνουν, διαφορετικά θα είχαν καταλάβει ότι κάθε φορά που καταθέτουν πρόταση δυσπιστίας στην κυβέρνηση οι πολίτες την επιστρέφουν ως πεποίθηση δυσπιστίας προς τη δική τους προπαγάνδα και πρακτική.
Και το έχουν ήδη αποδείξει επανειλημμένα. Ο ένας κατηγορώντας στην Ευρώπη την ίδια την πατρίδα του ότι τάχα πνίγει μετανάστες όταν το Λιμενικό μας προστατεύει τα θαλάσσια σύνορα 365 ημέρες τον χρόνο. Ή αναθέτοντας να υπερασπιστεί το κράτος δικαίου, ποιος; Ποιος άραγε; Ένας καταδικασμένος, 13-0, για παράβαση καθήκοντος στο Ειδικό Δικαστήριο. Ο άλλος αλλάζει διαρκώς θέσεις.
Το παζλ συμπληρώνεται από έναν τηλε-θαυματοποιό που διαφημίζει λύσεις σε κάθε πρόβλημα, διαδίδοντας όμως επικίνδυνες θεωρίες συνωμοσίας.
Αυτό είναι μια επικίνδυνη Βαβέλ, γεμάτη κυνισμό και ψέματα. Σε αυτό το βρώμικο παιχνίδι ξαναζούμε τις χειρότερες μέρες της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και του ΣΥΡΙΖΑ όταν βρέθηκε στην αντιπολίτευση. Με διαβολές και συκοφαντίες που πλέον δεν πυροβολούν πολιτικές. Πυροβολούν πρόσωπα, πυροβολούν οικογένειες. Δεν είναι, βέβαια, η πρώτη φορά που δεχόμαστε τέτοια χτυπήματα, εμείς ξέρουμε καλά και από Βατοπέδια και από σκευωρίες Novartis.
Όμως τώρα ξεπερνιούνται πολλά όρια. Γι’ αυτό και θα το ξαναπώ: όσοι θέλουν να «πριονίσουν» την κυβέρνηση και τη Νέα Δημοκρατία για να δυναμώσουν τη δική τους επιρροή, είναι βαθιά γελασμένοι.
Στο τιμόνι του τόπου θα είναι αυτοί που θέλουν οι πολλοί και όχι οι λίγοι ισχυροί. Οι ιδέες και οι πράξεις, και όχι τα πορτοφόλια και οι φήμες.
Και, πολύ περισσότερο, έχουμε μια υποχρέωση: να μην επιτρέψουμε ο δημόσιος λόγος να γίνει ένας βάλτος φημών από αυτούς που κάνουν καριέρα δηλητηριάζοντας τη σκέψη των πολιτών. Αυτή η κατάντια πρέπει να σταματήσει, όχι γιατί βλάπτει την κυβέρνηση, αλλά κυρίως γιατί τελικά διαλύει τον ίδιο τον κοινωνικό ιστό, δημιουργώντας ψεύτικους διχασμούς.
Όλα τα παραπάνω, προφανώς, αναδεικνύουν το ήθος της αντίπερα όχθης. Αποκαλύπτουν όμως, φίλες και φίλοι, και ποια προεκλογική ατμόσφαιρα σχεδιάζουν: ένα κλίμα από το παρελθόν, με μια χυδαία τοξικότητα που δεν θα μας βρει απροετοίμαστους.
Επιβεβαιώνοντας με αυτόν τον τρόπο ότι στις κάλπες του Ιουνίου θα αποφασιστούν πολλά περισσότερα από την εκλογή της ελληνικής ομάδας στο Ευρωκοινοβούλιο. Σε μια σύγκρουση η οποία έχει ευρωπαϊκό τίτλο αλλά έχει περιεχόμενο απόλυτα ελληνικό.
Έτσι, βέβαια θα κριθεί ποιος ξέρει και μπορεί να έχει ισχυρή εθνική φωνή στους συσχετισμούς των Βρυξελλών. Οι πολίτες γνωρίζουν ποιοι καθιέρωσαν επίσημα τα ελληνικά σύνορα ως ευρωπαϊκά. Γνωρίζουν ποιοι είναι αυτοί που συνδιαμόρφωσαν μια αποτελεσματική κοινή πολιτική για το μεταναστευτικό. Όπως δεν είναι κρυφό και ποιοι εισηγηθήκαμε, με άλλους ηγέτες, και τελικά πετύχαμε να συγκροτηθεί το Ταμείο Ανάκαμψης, από το οποίο εισρέουν στη χώρα 36 δισεκατομμύρια ευρώ. Αυτή είναι η Νέα Δημοκρατία. Είναι η παράταξη που μπορεί να μεταφράζει τις ευρωπαϊκές της πολιτικές σε απτά οφέλη για τη χώρα.
Παράλληλα, όμως, στις ίδιες κάλπες οι πολίτες θα κληθούν να διατρανώσουν αν η Ελλάδα θα μείνει ισχυρή και ασφαλής σε ένα αβέβαιο περιβάλλον, με έναν πόλεμο στην Ουκρανία, με τη Μέση Ανατολή σε αναταραχή και με έναν απρόβλεπτο πάντα εξ ανατολών γείτονά της.
Ταυτόχρονα, θα πρέπει να είναι ειλικρινείς: θέλουν ή όχι να συνεχιστεί η ανάπτυξη, η μείωση της ανεργίας, η σταδιακή αλλά σταθερή αύξηση των μισθών και ασφαλώς ο σχεδιασμός για μία θωρακισμένη και περήφανη πατρίδα;
Ο Ιούνιος, συνεπώς, θα είναι ένας μήνας καθοριστικός. Όχι μόνο για την επόμενη μέρα στην Ευρώπη, εκεί που όλοι οι λαοί της κοινής ευρωπαϊκής μας οικογένειας έχουν ανάγκη να οικοδομήσουν την οικονομική, ενεργειακή, τεχνολογική, αλλά και αμυντική αυτονομία τους. Θα γίνει μήνας καθοριστικός και για τις επόμενες μέρες στη χώρα μας, εδώ που χρειαζόμαστε όσο ποτέ ενότητα στην κοινωνία και συνέχεια στην οικονομία και στην ανοδική πορεία.
Διαφορετικά, τίποτα δεν θα είναι όπως πριν, με την Ελλάδα να μπαίνει και πάλι σε νέες, καινούργιες περιπέτειες.
Νεοδημοκράτισσες και Νεοδημοκράτες, φίλες και φίλοι, σας κοιτώ στα μάτια και στα πρόσωπά σας, απευθύνομαι με ειλικρίνεια σε κάθε συμπολίτη μας. Δεν είναι καιρός για συνθήματα, αλλά για επιχειρήματα. Δεν είναι καιρός για χαλαρή νοοτροπία, αλλά για συσπείρωση.
Γι΄ αυτό και οι επικείμενες εκλογές δεν προσφέρονται για αδιαφορία, αδράνεια ή αποχή, παρά μόνο για δυναμική συμμετοχή. Όλα όσα ανέφερα προηγουμένως ζητούν τώρα τη δική σας απάντηση και αυτή δεν μπορεί να είναι άλλη από μία απάντηση θετική, με το ψηφοδέλτιο της Νέας Δημοκρατίας στο χέρι αλλά και στην ψυχή.
Όχι μόνο γιατί εκεί συγκεντρώνονται πρόσωπα από κάθε επάγγελμα και γωνιά της Ελλάδας, συμβολίζοντας το καθένα την προκοπή και την ατομική ακτινοβολία στον χώρο τους, αλλά κυρίως γιατί η ψήφος στην παράταξη θα σημάνει και μια νέα αρχή στην προσπάθεια εμείς οι ίδιοι να γίνουμε καλύτεροι, ώστε η καθημερινότητα αύριο να γίνει καλύτερη.
Σε όσους, μάλιστα, σκέφτονται δήθεν μηνύματα διαμαρτυρίας, τους απαντώ: αυτά τα νιώθω πριν εκφραστούν στην κάλπη. Γι’ αυτό και εργάζομαι για να διορθώνουμε πάντα το κάθε λάθος μας. Αλλά έχει αποδειχθεί ιστορικά ότι η απερίσκεπτη ψήφος γίνεται συχνά ψήφος «αψήφιστη».
Άλλο θέλει να δηλώσει φεύγοντας από το χέρι του ψηφοφόρου και άλλη απάντηση του επιστρέφει τελικά με το αποτέλεσμα. Εκείνος, μπορεί να επιδίωκε ίσως να καταγράψει τη διαφωνία του με έναν επιμέρους χειρισμό, όμως αυτή η επιλογή λειτουργεί παραμορφωτικά. Προκαλεί, για παράδειγμα, ένα αναπάντεχο πολιτικό σκηνικό, αναστατώνοντας συνολικά τη ζωή του. Και τώρα όλα όσα θεωρούσε δεδομένα ξαφνικά παύουν να ισχύουν, αλλά ύστερα είναι αργά.
Στο εξής, λοιπόν, έχουμε χρέος να απαντάμε στον μηδενισμό, αναδεικνύοντας τα πολλά που έγιναν και γίνονται. Μαζί με τα ακόμα περισσότερα που έχουν να γίνουν. Αντιτάσσοντας την αυτοπεποίθηση στη μιζέρια. Χωρίς να αρνούμαστε αστοχίες, αντίθετα πείθοντας ότι δεν υποτασσόμαστε σε αυτές. Προσπαθώντας για το καλύτερο και εξηγώντας ότι η πατρίδα δεν θα μας επιτρέψει καμία επιπολαιότητα.
Με άλλα λόγια, ζητούμε από τους πολίτες να πουν «όχι» στους άκυρους πειραματισμούς. Να πουν ένα μεγάλο «ναι» στη σταθερότητα, τη συνέχεια και τη σιγουριά.
Σε αυτόν τον αγώνα μέχρι τον Ιούνιο έχουμε χρέος να μην είμαστε μόνοι μας, καθώς οι αντίπαλοί μας κάνουν αυτή την αντιπαράθεση μετωπική. Θέση δίπλα μας έχουν όλοι οι πολίτες που θέλουν ισχυρή τη χώρα, να πρωταγωνιστεί στην Ευρώπη.
Με μια οικονομία που θα δημιουργεί νέες δουλειές, αυξάνοντας τον δημόσιο πλούτο ώστε το μέρισμα να γυρίζει στην κοινωνία. Με την κοινωνία ενωμένη, μακριά από τον αριστερό όσο και από τον δεξιό λαϊκισμό, που δυστυχώς σηκώνει κεφάλι. Και μαζί τους η τοξικότητα από το χθες, που επανέρχεται απειλητικά.
Με άλλα λόγια, είναι η στιγμή να συναντηθούμε ξανά με όλους τους πολίτες με τους οποίους συμπορευτήκαμε στο σωτήριο κίνημα του «Μένουμε Ευρώπη». Η Νέα Δημοκρατία είναι η παράταξη που κράτησε την Ελλάδα στην Ευρώπη το καλοκαίρι του 2015, βάζοντας το εθνικό συμφέρον πάνω από το κομματικό.
Να ενωθούμε και πάλι με τις Ελληνίδες και τους Έλληνες που πίστεψαν στην επανεκκίνηση της χώρας το καλοκαίρι του 2019. Και ασφαλώς να συσπειρωθούμε και να ενωθούμε, όπως το κάναμε στις εκλογές του περασμένου Μαΐου και του περασμένου Ιουνίου. Όταν όλοι τελικά διαπίστωσαν, το απέδειξαν με την επιλογή τους, ότι ο τόπος παρά τις δυσκολίες τελικά προοδεύει και ότι μαζί, όλοι μαζί, θα τον κάνουμε καλύτερο.
Αυτή η παράταξη, άλλωστε, ανέκαθεν ήταν η καρδιά των μεγάλων ρευμάτων της προόδου. Τα καθήκοντά μας, συνεπώς, είναι χειροπιαστά. Οπλισμένες και οπλισμένοι με τις αποφάσεις του Συνεδρίου μας, που ξεκινά σήμερα, ανοιγόμαστε σε όλη τη χώρα, κινητοποιούμε παλιούς αγωνιστές του κόμματος και νέους φίλους, περιγράφουμε τις κατακτήσεις που δεν πρέπει να κινδυνεύσουν.
Περιγράφουμε, όμως, και τις πολλές, μικρές καθημερινές νίκες που συμβαίνουν γύρω μας. Γιατί, ξέρετε, τα πολλά μικρά σχηματίζουν τελικά τα μεγάλα. Με ειλικρίνεια μιλάμε για τις αδυναμίες μας. Όμως, δεν κρύβουμε και το μέγεθος των εμποδίων που συναντάμε.
Σε ό,τι με αφορά, και κλείνω με αυτή την επισήμανση, δηλώνω πρώτος «παρών» στην ωραία μας εκστρατεία. Ως Πρωθυπουργός έχω ισχυρή εντολή να οδηγήσω την Ελλάδα εκεί που της αξίζει, κυρίαρχη και θωρακισμένη, να εμπνέει σεβασμό στους φίλους και αναδίπλωση στους εχθρούς, με τους πολίτες της να ευημερούν, έχοντας αξιοπρεπείς μισθούς και σύγχρονη υγεία και παιδεία.
Ως Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας έχω δεσμευτεί, έχω υπογράψει μαζί σας συμφωνία αλήθειας, η παράταξή μας να γνωρίζει μόνο νίκες, μετατρέποντας σε λεωφόρο τον ιστορικό δρόμο που βαδίζει εδώ και 50 χρόνια.
Θα μείνω πιστός και στις δύο αποστολές μου, όπως είμαι σίγουρος ότι θα μείνετε και εσείς, η καθεμία και ο καθένας χωριστά, πιστοί συμμαχητές δίπλα μου σε αυτή την πορεία προς τις εκλογές. Σε έναν αγώνα απέναντι σε όσους θέλουν η χώρα να γυρίσει πίσω, γκρεμίζοντας τα όσα σπουδαία έχει πετύχει, αλλά και στέλνοντας σε όλη την ήπειρο την ακλόνητη απόφασή μας να προχωρήσουμε μπροστά.
Γι’ αυτό, άλλωστε, τα μπλε λάβαρα της Νέας Δημοκρατίας ενώνονται με τη μπλε σημαία της Ευρώπης, αλλά και με το γαλάζιο των ανοιχτών οριζόντων.
Ξεκινάμε, λοιπόν, με αυτοπεποίθηση και αισιοδοξία, απαντώντας στα επιχειρήματα των αντιπάλων, αλλά και με το δικό μας ήθος στις δικές τους βρώμικες επιθέσεις.
Αντλούμε δύναμη από όλους σας, απλώνουμε την εμβέλεια των θέσεών μας σε κάθε πολίτη, στην πόλη, στο χωριό, στη δουλειά, με σταθερές τις αξίες μας. Ένα κόμμα που χτίζει το σήμερα με το βλέμμα στο αύριο.
Ερχόμαστε από πολύ μακριά, πηγαίνουμε πολύ μακριά. Σηκώνουμε ψηλά τις σημαίες και τις καρδιές μας. Στα 50 χρόνια πάμε για τη νέα νίκη της Νέας Δημοκρατίας. Ας κάνουμε τη νίκη στις ευρωεκλογές καινούργιο ξεκίνημα για την πατρίδα.
Σας ευχαριστώ από τα βάθη της καρδιάς μου. Καλό μας αγώνα και καλή επιτυχία στο 15ο Συνέδριο της Νέας Δημοκρατίας.