Του Βασίλη Μαζωμένου, σκηνοθέτη – παραγωγού
Σε μια χώρα όπου η σύγχυση ανάμεσα στο δημόσιο και στο ιδιωτικό είναι απόλυτη, ακόμα και από εκείνους που διακηρύσσουν ότι κατέχουν ιδεολογικά «καθαρές» θέσεις, είναι αυτονόητο ότι θα επικρατούσε και στο ζήτημα της Ε.Ρ.Τ. το θολό σκηνικό που εμποδίζει, εδώ και δεκαετίες, τον τόπο να ξεκαθαρίσει τα πραγματικά του «θέλω».
Το καθοδηγούμενο από το προηγηθέν life style και τα …πάρτι των «πολιτιστικών» σκυλάδικων κοινό, δρούσε εδώ και χρόνια σαν μια άβουλη μάζα, με μύχιες και φανερές επιθυμίες. Ήταν ο πλαστός κόσμος των ψυχοδιαταραγμένων νεόπλουτων που έκαναν την προσωπική τους πολιτιστική αδυναμία, στυλ. Είχαν τη δύναμη μέσω του χρήματος, των πολιτικών γνωριμιών και επομένως το κατάλληλο έδαφος να επιβάλλουν το γούστο τους. Περιοδικά με μπόλικο …κρέας στα εξώφυλλα, αποενοχοποίηση και προγλωσσικά επιχειρήματα, κυρίως ψευδομιμήσεις της κάθε επικρατούσας διεθνώς κακογουστιάς.
Μέσα σε αυτό το σκηνικό, αυτό που έπρεπε να εμφανιστεί ως δημόσιο και άρα να συνοψίζει το συμφέρον του συλλογικού μας ασυνειδήτου, περιθωριοποιήθηκε και κατάντησε γραφικό. Οι ταινίες (αριστουργήματα της 7ης τέχνης), η αληθινή μουσική, ο λόγος, ο στοχασμός, λοιδορήθηκαν και έφτασαν στο σημείο να χαρακτηρίζονται «κουλτουριάρικα»! Αυτός ο ίδιος ο …αστείος απαξιωτικός χαρακτηρισμός του Υπουργού Οικονομικών των Ναζί, έγινε μια συνηθισμένη λέξη στο λεξιλόγιο του αποενοχοποιημένου νεοέλληνα.
Ταυτόχρονα, το δημόσιο χρησιμοποιήθηκε από τους ίδιους τους φορείς της φασίζουσας μεταπολιτευτικής νοοτροπίας, για τα νεοοθωμανικά τους ρουσφέτια. Διοικήσεις έρχονταν και έφευγαν, πρόσωπα εμφανίζονταν και χάνονταν και το σκηνικό ήταν πάντα το ίδιο.
Ξαφνικά, ήρθε το ιδιωτικό να ζητήσει το μερτικό που του ανήκε, μια έτσι κι αλλιώς είχε επικρατήσει παντού. Γιατί όχι και στην οθόνη;
Η δημόσια ραδιοτηλεόραση, την ίδια στιγμή που συντελούνταν η μετάλλαξη της υπόλοιπης κοινωνίας, επιχειρούσε από εμπνευσμένους παραγωγούς, χαρισματικούς σκηνοθέτες και δονκιχώτες τεχνικούς, να αρθρώσει ένα λόγο που άκουγαν ελάχιστοι. Το λόγο που βοηθά τον εγκέφαλο να λειτουργήσει και όχι να βυθιστεί στη πνευματική άνοια. Και αυτό γιατί το κοινό μέσο γούστο, την ίδια στιγμή, φλερτάριζε με τα εξώφυλλα των περιοδικών και τις πλαστές ανάγκες που κάλυπταν οι …πρόθυμες τράπεζες.
Η απόφαση της κυβέρνησης, με το πρόσχημα του επανακαθορισμού του ρόλου της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης και του χτυπήματος της διαφθοράς, βάζει τέλος όχι σε αυτά, αλλά στην ίδια την ουσία του δημοσίου λόγου. Ο λόγος πρέπει να είναι ελεγχόμενος, γιατί το Σύστημα στην πιο κρίσιμη φάση της μετάλλαξης του, δεν έχει το περιθώριο και το χρόνο να ασχοληθεί με «γραφικότητες» όπως η Τέχνη, η Σκέψη και ο Πολιτισμός εν γένει.
Αν όλα τα παραπάνω, περιγραφικά και μη είναι προϊόντα μιας ακόμα θεωρίας συνομωσίας, θα πρότεινα στον Έλληνα πρωθυπουργό να ξαναδεί το πρώτο «Άλιεν» του Ρίντλευ Σκοτ. Το πλάσμα τους εξοντώνει όλους, χωρίς να εμφανίζεται παρά ελάχιστα. Για μας τους ανθρώπους της εικόνας ο συμβολισμός είναι τεράστιος.
Κύριε Σαμαρά είμαστε όλοι αναλώσιμοι. Αυτό που εμφανίζεται σήμερα ως θρίαμβος είναι αύριο η καταστροφή.