Γράφει ο Σπύρος Μπόικος
Μπορεί κανείς να πει ότι σήμερα λήγει ένας πρώτος κύκλος της νέας Κυβέρνησης. Οι προτάσεις που αυτή θα εισηγηθεί προς έγκριση στην ΕΕ, την ΕΚΤ και το ΔΝΤ αποτελούν ουσιαστικά τροχοπέδη στις εξαγγελίες του ΣΥΡΙΖΑ, τουλάχιστον για ένα τετράμηνο. Η κριτική προς την Κυβέρνηση φούντωσε μέσα στο σαββατοκύριακο και γενικά επικρατεί προβληματισμός για το αν και πόσο είναι πιθανό να πραγματοποιηθεί η κοινωνική αλλαγή που περίμεναν οι πολίτες από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Δεν έχουμε κανένα λόγο να αμφιβάλουμε ότι η πίεση που ασκήθηκε στην κυβέρνηση, κυρίως από τη Γερμανία, ήταν συντριπτική, όπως δήλωσε και ο Γιάνης Βαρουφάκης στη συνέντευξη τύπου μετά το eurogroup. Σε αυτό έχει βέβαια ευθύνη η ελληνική πλευρά, καθώς δεν χρησιμοποιήσε κατάλληλα το μεγάλο διαπραγματευτικό χαρτί που είχε στα χέρια της, την έξοδο από την Ευρωζώνη. Αυτό φυσικά ήταν αναμενόμενο, δεδομένης της τυφλής πίστης, σε βαθμό ιδεοληψίας, στο ευρωπαϊκό ιδεώδες που επιδεικνύει χρόνια τώρα ένα κομμάτι της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ. Και αυτές όμως οι εξελίξεις της Παρασκευής δεν σημαίνουν αναγκαστικά ότι όλα χάθηκαν, ότι η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ έχει μετατραπεί σε μια μνημονιακή κυβέρνηση σαν και αυτές των τελευταίων πέντε χρόνων.
Όπως έχουμε ξαναγράψει, το προεκλογικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ ήταν ένα πρόγραμμα αστικού εκσυγχρονισμού με κοινωνικό πρόσωπο. Σαφώς τα συμφωνηθέντα του Eurogroup δυσκολεύουν αρκετά την εφαρμογή του δεύτερου χαρακτηριστικού του προγράμματος, του κοινωνικού. Οι τρεις βασικές μεταρρυθμίσεις σε αυτή την κατεύθυνση, η ρύθμιση των χρεών προς το δημόσιο και αυτή των κόκκινων δανείων και η επαναφορά του βασικού μισθού σε ένα ανεκτό επίπεδο διαβίωσης (όπως έχει καταντήσει να θεωρείται το ποσό των 750 ευρώ το μήνα) μάλλον δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν για την ώρα. Όμως το μέλλον δεν μπορεί να το προβλέψει κανείς, στην πλήρη του πολυπλοκότητα. Οι συσχετισμοί που οδήγησαν σε αυτή τη συμφωνία στο eurogroup της Παρασκευής δεν είναι απίθανο να αλλάξουν εν όψει του τέλους της τετράμηνης παράτασης της δανειακής σύμβασης. Ως προς το πρώτο σκέλος του κυβερνητικού προγράμματος, αυτό του αστικού εκσυγχρονισμού της χώρας, δεν φαίνεται να μπαίνει κάποιο εμπόδιο από τη συμφωνία της Παρασκευής: η επέκταση του συμφώνου συμβίωσης και στα ομόφυλα ζευγάρια, η κατάργηση των στρατοπέδων συγκέντρωσης μεταναστών και η ιθαγένεια στα παιδιά που γεννήθηκαν στην Ελλάδα δεν έχει δημοσιονομικό κόστος.
Η Κυβέρνηση λοιπόν στο τετράμηνο της παράτασης μπορεί κάλλιστα να ασχοληθεί με αυτή την πλευρά του προγράμματος της, στέλνοντας ένα μήνυμα προς κάθε αποδέκτη ότι η κοινωνική αλλαγή που εξήγγειλε θα πραγματοποιηθεί, έστω και αν αναδιαταχθεί ο ως προς το χρόνο σχεδιασμός. Μην ξεχνάμε ότι η οικονομική κρίση έχει επιφέρει και πολιτική κρίση. Ο πολιτικός χρόνος έχει συμπυκνωθεί και κανείς δεν μπορεί να περιμένει μια παρατεταμένη περίοδο χάριτος. Σίγουρα η απόφαση της Παρασκευής θα επιφέρει ένα πολιτικό κόστος στο ΣΥΡΙΖΑ, όμως αυτό δεν θα είναι αναγκαστικά μη αντιστρέψιμο. Αρκεί η Κυβέρνηση να επιδείξει τη θέληση της να προχωρήσει στο μεταρρυθιστικό της πρόγραμμα και να χτίσει περαιτέρω κοινωνικές συμμαχίες, αξιοποιώντας στο μέτρο του δυνατού την τετράμηνη παράταση προς όφελος της. Όπως έλεγε και ο Πρωθυπουργός πριν τις εκλογές, hic rhodus…