Στην αναγκαιότητα της απανθρακοποίησης για την Ελλάδα αναφέρθηκε ο κ. Κ. Μουσουρούλης, πρόεδρος της Συντονιστικής Επιτροπής του Σχεδίου Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης (ΣΔΑΜ), στην παρέμβασή του στην εκδήλωση που διοργάνωσε η Γενική Γραμματεία ∆ημοσίων Επενδύσεων και ΕΣΠΑ στο πλαίσιο της 85ης ∆ιεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης στις 14/09/2021, με θέμα «Στο δρόμο για μια δίκαιη αναπτυξιακή μετάβαση: Προκλήσεις και προοπτικές».
Στην ομιλία του, ο κ. Μουσουρούλης παρουσίασε συνοπτικά τον οδικό χάρτη της μετάβασης με έμφαση στις ανάγκες των επηρεαζόμενων περιοχών, στους στόχους και στις χρηματοδοτικές πηγές του Προγράμματος για τη Δίκαιη Αναπτυξιακή Μετάβαση.
Ο πρόεδρος της Συντονιστικής Επιτροπής του ΣΔΑΜ αναφέρθηκε στο έργο που έχει συντελεσθεί για το σχεδιασμό και τη δρομολόγηση του Σχεδίου, το οποίο χαρακτήρισε ως « εθνική πράσινη συμφωνία».
Το τέλος του λιγνίτη ήταν προδιαγεγραμμένο, όπως τόνισε ο κ. Μουσουρούλης, υποστηρίζοντας ότι «στο ερώτημα εάν το σχέδιο απολιγνιτοποίησης είναι εμπροσθοβαρές, θα απαντούσα κατηγορηματικά όχι και θα το εξηγήσω αυτό. Οι περιοχές της χώρας μας που έχουν ζωτικούς δεσμούς με τον λιγνίτη δεν βρέθηκαν τώρα σε δύσκολη κατάσταση. Τα μηνύματα για την αναγκαιότητα της μετάβασης, τα έχει εκπέμψει η ΕΕ πολύ έγκαιρα, εδώ και 25 χρόνια, με το πρώτο πακέτο οδηγιών για τις ΑΠΕ, με την πράσινη βίβλο κλπ. Την τελευταία δεκαετία είχαμε μείωση της χρήσης λιγνίτη κατά 70% λόγω της φορολόγησης των ρύπων και της προοδευτικής διαφοροποίησης του ενεργειακού μείγματος της χώρας. Αυτό, για τις περιοχές που έχουν ζωτικούς δεσμούς με τον λιγνίτη, σημαίνει ύφεση. Το Εθνικό Σχέδιο Ενέργειας και Κλίματος έθεσε απλώς υπό χρονοδιάγραμμα το προδιαγεγραμμένο τέλος του λιγνίτη».
«Ο στόχος και το στοίχημα ταυτόχρονα είναι να ανακτήσουμε το χαμένο έδαφος μιας υπερδεκαετούς απραξίας, όπου η χώρα μας δεν προνόησε να εκπονήσει ούτε ένα σχέδιο έκτακτης ανάγκης για να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις της ύφεσης στην οποία περιήλθαν οι λιγνιτικές περιοχές, ούτε ένα σχέδιο οικονομικής διαφοροποίησής τους προκειμένου να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις με αξιώσεις», τόνισε ο κ. Μουσουρούλης, συμπληρώνοντας ότι «αυτό το στοίχημα είμαι πεπεισμένος ότι θα κερδηθεί».
Η δημιουργία «ενός νέου ζωτικού χώρου για τις εξαρτημένες από τον λιγνίτη περιοχές», είναι η μόνη απάντηση στο ερώτημα πώς θα διασφαλίσουμε μια δίκαιη και κοινωνικά αλλά και οικονομικά βιώσιμη μετάβαση, κατά τον κ. Μουσουρούλη, ο οποίος συμπλήρωσε πως «το εγχείρημα αυτό θα πετύχει χάρη στο ολοκληρωμένο εθνικό σχέδιο που έχουμε και το οποίο δεν είχαμε προνοήσει να αποκτήσουμε τα προηγούμενα χρόνια».
Ο κ. Μουσουρούλης εξήγησε ότι το σχέδιο έχει δύο πτυχές.
Η πρώτη αφορά «σε ένα σχέδιο έκτακτης ανάγκης, αναγκαίο για να διανύσουμε τα πρώτα δύσκολα μέτρα». Η πτυχή αυτή «ήδη υλοποιείται, με πόρους από το τρέχον ΕΣΠΑ, από τις Δημόσιες Επενδύσεις, από το Πράσινο Ταμείο. Ήδη κατασκευάζονται κρίσιμες υποδομές και μελέτες έργων τηλεθέρμανσης, οδικών διασυνδέσεων, φυσικού αερίου, κυκλικής οικονομία, ψηφιακής οικονομία και αναμένονται το συντομότερο δυνατόν, ένα πακέτο στήριξης των επιχειρήσεων που επηρεάζονται, και ένα πακέτο τόνωσης της απασχόλησης».
Η δεύτερη πτυχή του σχεδίου αφορά «σε ένα σχέδιο για τη δημιουργία ζωτικού χώρου για τις περιοχές, ένα σχέδιο βιώσιμης μετάβασης, μέχρι το τέλος της διαδρομής». Πρόκειται για «ένα σχέδιο οικονομικής διαφοροποίησης μέσα από την αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων των περιοχών σε μετάβαση, όπως οι τεράστιες εκτάσεις, οι υποδομές δικτύων, το ανθρώπινο δυναμικό, η γεωγραφική θέση». Ο κ. Μουσουρούλης εξήγησε ότι «το σχέδιο αυτό θα υλοποιηθεί κυρίως μέσω του επόμενου ΕΣΠΑ, με το Πρόγραμμα Δίκαιης Μετάβασης. Αλλά και με την ενίσχυση από το Ταμείο Ανάκαμψης για την περιβαλλοντική αποκατάσταση των πεδίων εξόρυξης λιγνίτη στα οποία είναι διάσπαρτες οι μαύρες τρύπες των ορυχείων. Έχω την βεβαιότητα ότι με την εφαρμογή του σχεδίου, οι μαύρες τρύπες μπορούν να μεταμορφωθούν σε κύτταρα ανάπτυξης. Η γη λοιπόν θα αλλάξει χρήση αναπτυξιακά και θα οργανωθεί ώστε να υποδεχθεί επενδύσεις σε άλλους τομείς που μπορούν να δημιουργήσουν αξία, στην καθαρή ενέργεια, την βιομηχανία, την γεωργία, τον τουρισμό, την τεχνολογία και την εκπαίδευση».
Στη συνέχεια, ο κ. Μουσουρούλης τόνισε ότι μια από τις πιο σημαντικές προκλήσεις για τη διαμόρφωση του προαναφερθέντος ζωτικού χώρου αφορά το ανθρώπινο δυναμικό. «Αυτοί που έχασαν την δουλειά τους, αυτοί που υποαπασχολούνται, αυτοί που αναγκάστηκαν να φύγουν, θα αποκτήσουν τις δεξιότητες εκείνες που είναι αναγκαίες για τις νέες δραστηριότητες. Ευκαιρίες λοιπόν για τους νέους να βρουν καλύτερες δουλειές στον τόπο που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν ή στον τόπο από τον οποίο έφυγαν», όπως ανέφερε.
Αναφερόμενος στους πόρους που είναι αναγκαίοι για να στηρίξουν το όλο εγχείρημα, ο κ. Μουσουρούλης επεσήμανε τα εξής: «1,63 δις από το Πρόγραμμα Δίκαιης Μετάβασης το οποίο αναμένουμε να εγκριθεί μαζί με τα άλλα προγράμματα του νέου ΕΣΠΑ, μετά την ολοκλήρωση των συζητήσεων με τους συναδέλφους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. ‘Κλείδωσαν’ 300 εκατομμύρια ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης. Ξεκινήσαμε και μια στρατηγική συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, υπογράφοντας σχετικό μνημόνιο για μια αρχική δανειακή διευκόλυνση με πολύ ευνοϊκούς όρους περίπου 325 εκ. ευρώ έτσι ώστε να στηριχθεί η υλοποίηση αναπτυξιακών έργων που έχουν στρατηγικό χαρακτήρα σε αυτές τις περιοχές».
Όπως συμπλήρωσε, «έχουμε επίσης και την έγκριση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή της δυνατότητας να χορηγήσουμε αυξημένες ενισχύσεις για νέα κίνητρα διπλάσια σε σχέση με τα ισχύοντα από 1η Ιανουαρίου του 2022. Αυτά τα κίνητρα θα εφαρμοστούν στο πλαίσιο του νέου αναπτυξιακού νόμου που πρόκειται να κατατεθεί στην Βουλή και θα αποτελέσουν μαγνήτη για την προσέλκυση επενδύσεων . Οι επενδύσεις αυτές θα κινητοποιήσουν και πρόσθετα ιδιωτικά κεφάλαια. Μακάρι να ενεργοποιήσουν και την κεφαλαιαγορά και όχι μόνο το χρηματοπιστωτικό σύστημα».
Ως προς τις επενδύσεις, ο κ. Μουσουρούλης ανέφερε ότι «έχουμε καταγεγραμμένο πολύ ισχυρό ενδιαφέρον. Έχουν ήδη κατατεθεί δεκάδες επενδυτικά και αναπτυξιακά σχέδια στην αρμόδια τεχνική επιτροπή την οποία έχουμε συγκροτήσει εδώ και ένα και πλέον χρόνο. Να αναφέρω επιγραμματικά τους τομείς αποθήκευσης ενέργειας, της παραγωγής κυψελών υδρογόνου, του λογισμικού, της μεταλλουργίας, της κυκλικής οικονομίας αλλά και σε κλάδους που δεν συνδέονται άμεσα με τον ενεργειακό χαρακτήρα των περιοχών μετάβασης, όπως για παράδειγμα ο αγρο-διατροφικός, με μονάδες ευφυούς γεωργίας και κτηνοτροφίας και άλλα πολλά. Τα ωριμότερα από τα σχέδια αυτά αθροίζουν επενδύσεις προϋπολογισμού άνω των 3,5 δις ευρώ».
Σχετικά με το νομοσχέδιο για την Δίκαιη Αναπτυξιακή Μετάβαση, το οποίο ολοκληρώθηκε πρόσφατα, ο κ. Μουσουρούλης εξήγησε ότι με αυτό «συγκροτείται ένα ισχυρό σύστημα διακυβέρνησης με το επίκεντρο της πολιτικής ευθύνης για την δίκαιη μετάβαση να μετατίθεται στο Υπουργείο Επενδύσεων και Ανάπτυξης. Πράγματι όλοι αναγνωρίζουν ότι το έργο σχεδιάστηκε κυρίως ως ενεργειακό και περιβαλλοντικό, αλλά προϊόντος του χρόνου και με την πρόοδο του κανονιστικού πλαισίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πήρε σαφή επενδυτικό και αναπτυξιακό χαρακτήρα. Όμως η ευθύνη της υλοποίησης παραμένει σε κάθε εμπλεκόμενο φορέα της κεντρικής διοίκησης και αυτοδιοίκησης».
«Όλες οι ενέργειες που προανέφερα», συμπλήρωσε ο κ. Μουσουρούλης, «αποτελούν, κατά τη γνώμη μου, τη μόνη αυθεντική απάντηση που μπορεί να δώσει η πολιτεία στις προσδοκίες των τοπικών κοινωνιών για ένα καλύτερο μέλλον. Οι ενέργειες αυτές γεννήθηκαν στη μήτρα της πολιτικής βούλησης της κυβέρνησης να πρωταγωνιστήσει στην αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. Αν δεν είχαν γίνει η χώρα θα αναγκαζόταν να αναλάβει τις ενέργειες αυτές στο μέλλον, υπό χειρότερες όμως συνθήκες σε σχέση με το παρόν, πολύ δε περισσότερο σε σχέση με το “σημείο μηδέν” στο οποίο βρισκόμασταν το 2019, όταν καμία προετοιμασία δεν είχε ξεκινήσει».
Σχετικά με τις προβλέψεις για την επένδυση στην έρευνα στις περιοχές μετάβασης, ο κ Μουσουρούλης υπογράμμισε πως « η έρευνα είναι η καύσιμη ύλη για την καινοτομία. Δεν υπάρχει αμφιβολία για αυτό. Χωρίς την έρευνα δεν θα μπορέσουμε να παρακολουθήσουμε τις τεχνολογικές εξελίξεις ώστε και εμείς να συμβάλλουμε για να αναπτυχθούν εφαρμογές σε ευρεία κλίμακα. Αυτό δεν λείπει μόνο από την Ελλάδα, λείπει και από την Ευρώπη. Και η μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα χωρίς τεχνολογικές εφαρμογές μεγάλης κλίμακας είναι δύσκολη. Στην φάση αυτή, σχεδιαστικά, η έρευνα διαδραματίζει κυρίαρχο ρόλο και διαπερνά κάθε πτυχή του σχεδίου και κάθε προτεραιότητα πολιτικής του προγράμματος, και αυτό το γνωρίζει και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή».
Καταλήγοντας, ο κ. Μουσουρούλης τόνισε ότι « ο χρόνος συνιστά για όλους την μεγαλύτερη πρόκληση. Η συγκυρία είναι ευνοϊκή, παρά τις διεθνείς διακυμάνσεις των τιμών ενέργειας, και μπορεί να μετατραπεί σε ευημερία».