Γράφει η Κωνσταντίνα Κωνσταντίνου
Με μεγάλη χαρά εκκινούμε στο ειδησεογραφικό μπλογκ γνώμης RizopoulosPost, στήλη βιβλιοκριτικής και βιβλιαναγνωσίας έχοντας τον ευγενή στόχο να προάγουμε την αγάπη για το βιβλίο και κυριότερα, το ελληνικό βιβλίο, το οποίο βαθύτατα οφείλουμε να στηρίζουμε ως κοινωνία.
Σε μία εποχή που η εικόνα και η συμπυκνωμένη πληροφορία κρατούν τα σκήπτρα σε όλα τα μέσα, πρόκειται για στοίχημα το να ρίξει κανείς φως σε μία πτυχή που αν όχι παρωχημένη, μοιάζει σίγουρα χρονοβόρα και απαιτητική στα μάτια πολλών. Οι λάτρεις του βιβλίου καλώς ή κακώς μοιάζουν να είναι λίγοι, και ανά τα χρόνια πιστοί στο σπορ με πολύ κόσμο να χάνει την ευκαιρία να ασχοληθεί εξαιτίας των γρήγορων ρυθμών ζωής.
Για κάθε έναν από εμάς, και πολύ περισσότερο για το κοινωνικό σύνολο εν γένει, θα ήταν ευχής έργον το «βιβλίο» να μπει βαθύτερα στις ζωές μας. Διότι ένα βιβλίο το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να διευρύνει τους ορίζοντες και να διαφωτίσει σε σχέση με σειρά ζητημάτων και πτυχών της ανθρώπινης ζωής, ύπαρξης, κοινωνίας. Είναι ο πιο άμεσος τρόπος να μας φέρει κοντά σε ξένους πολιτισμούς, να μας ανοίξει το μυαλό και να μας βοηθήσει να σχηματίσουμε, αλλάξουμε, διαμορφώσουμε τις απόψεις μας.
Στην δικαιολογία περί γρήγορων ρυθμών ζωής, άλλωστε, δεν μπορεί να μην ληφθεί υπόψη πως έστω και μερικά λεπτά ανάγνωσης την ημέρα, μας απαλλάσσουν από τα άγχη και μας βοηθούν στο να ξεφύγουμε ενώ ταυτόχρονα μαθαίνουμε ή τουλάχιστον ερχόμαστε σε επαφή με κάτι «διαφορετικό» και ψυχαγωγούμαστε. Αρκεί να αναλογιστούμε πόσοι άνθρωποι γύρω μας, προκειμένου να ξεφύγουν υιοθετούν κακές για την υγεία, εθιστικές συνήθειες και γρήγορα θα βγούμε στο συμπέρασμα πως λύσεις όπως το βιβλίο είναι πάντα η καλύτερη επιλογή για την προστασία του νου.
Όλα αυτά είναι αυτονόητα. Είναι γνωστά το πλεονεκτήματα ενός βιβλίου. Και πόσοι δεν ξεχνούν να μας το υπενθυμίζουν όταν ανοίγει συζήτηση σε σχέση με αυτό το ζήτημα;
Για να συμβεί, όμως, κάτι τέτοιο πρέπει πράγματι «να ανοίξει αυτού του είδους η συζήτηση», όπως και φροντίζουμε με την συγκεκριμένη στήλη. Σε δεύτερο λόγο, θα προσπαθήσουμε να έρθουμε σε κάποια πρακτικά συμπεράσματα όσον αφορά το βιβλίο.
Και έτσι έχουμε στα χέρια μας μια εκκίνηση ως προς την προβληματική σχετικά με το «τι είναι βιβλίο;» ή «πώς επηρεάζει πραγματικά στην ζωή μας;».
Τίποτα δεν μπορεί να σε βάλει στην διαδικασία να σκεφτείς- και μερικές φορές να δράσεις- χωρίς να προσπαθεί συνάμα να σου επιβληθεί, όπως ένα βιβλίο. Ο συγγραφέας συνήθως καταθέτει μια γνώμη, άποψη, έρευνα, έναν φανταστικό κόσμο και φυσικά, ένα κομμάτι του ίδιου του του εαυτού. Ακόμη και αν έχει κακά κίνητρα όπως η προπαγάνδα, στην τελική του μορφή, η ουσία ενός βιβλίου συνοψίζεται στο γεγονός ακριβώς πως έχεις την επιλογή να υιοθετήσεις το σύνολο ή μέρη αυτού ή πολύ περισσότερο να αγνοείς το σύνολο ή μέρη του ίδιου. Και αν δεν είναι ήδη γνωστό, πρέπει να γίνει: Η ημιμάθεια είναι πάντοτε χειρότερη από την αμάθεια. Κανείς δεν μπορεί να τα ξέρει όλα πράγματι, όμως όσα πιο πολλά γνωρίζουμε σε έναν κόσμο γρήγορων ρυθμών και αλλαγών, τόσο μπορούμε να ακολουθούμε τις εξελίξεις και να εξελισσόμαστε και οι ίδιοι.
Ας προσεγγίσουμε, όμως, και μία κάπως πιο δύσκολη ιδέα σε σχέση με το βιβλίο. Κάποτε με ρώτησε κάποιος γνωστός τι θα έκανα αν είχα την επιλογή να πατήσω ένα κουμπί και να εξαφανιστούν από τον κόσμο όλα τα βιβλία με ακραίο περιεχόμενο, με ολοκληρωτικές ιδέες. Διότι, σύμφωνα με την άποψη του, τέτοια βιβλία κάνουν μεγαλύτερο κακό από καλό και διαιωνίζουν ιδέες που θα μπορούσαν κάλλιστα να εξαφανιστούν με τον δημιουργό τους. Κλασικό παράδειγμα, «ο Αγών» του Αδόλφου Χίτλερ. Διότι ένα βιβλίο μαγειρικής ή τέχνης δεν επισύρει συζητήσεις ούτε θεωρητικά δημιουργεί πρόβλημα, όπως ένα βιβλίο που αναφέρεται σε πιο περίπλοκα- ευαίσθητα ζητήματα. Θα έπρεπε να πατήσει κάποιος λοιπόν αυτό το κουμπί;
Η απάντηση, για εμένα, είναι όχι. Δεν θα πάταγα το κουμπί. Όχι επειδή συμφωνώ με τις ιδέες, αλλά πολύ απλά πιστεύω πως ασχέτως της προσωπικότητας που το έγραψε, των πράξεων και των ιδεών που αναπαρήγαγε, το βιβλίο αυτό καθ’ αυτό είναι ουδέτερο στο παρασκήνιο όλης της προβληματικής. Με έναν απλό παραλληλισμό θα μπορούσαμε να πούμε, πώς κανείς δεν θα εξαφάνιζε τα μαχαίρια αν του δινόταν η ευκαιρία, μόνο και μόνο επειδή μια πιθανή χρήση τους είναι η βία. Ένα βιβλίο σαν και αυτό μπορεί να διδαχθεί ως παράδειγμα προς αποφυγή, ως ιστορικό τεκμήριο για το τι κάναμε λάθος και τι θα μπορούμε να κάνουμε καλύτερα και κυρίως ως πρόληψη.
Με λίγα λόγια, ο κόσμος γύρω μας δεν είναι αγγελικά πλασμένος. Δεν είναι απαραίτητα άριστος αλλά ούτε και καταστροφικός. Η πραγματικότητα είναι μάλλον γκρι περιμένοντας όλους να την χρωματίσουν με τα πινέλα που επιλέγουν. Τα βιβλία λοιπόν, δεν μπορούν να μιλάνε για όλα όσα είναι «καλά», «ασφαλή», «όμορφα». Η τέχνη άλλωστε αναδεικνύει πολύ περισσότερο τις ασθενικές, ασταθείς και καταστροφικές πλευρές των ανθρώπων, από όλα όσα λειτουργούν οργανωμένα.
Αυτές είναι κάποιες πρώτες ιδέες. Και κάπως έτσι, και συγκεντρώνοντας τους προβληματισμούς μας για αρχή θα ξεκινήσουμε να μιλάμε για βιβλία, να προτείνουμε βιβλία, όπως θα τα διαβάζουμε οι ίδιοι και να ερχόμαστε σε επαφή με τον χώρο και τις ιδιαίτερες ανάγκες του βιβλίου.
Η περηφάνια είναι κάτι που μπορεί κανείς να νιώσει σίγουρα αφού ολοκληρώσει κάτι και όχι στο πρώτο του βήμα, όμως νομίζω πως εν προκειμένω δικαιολογείται μια μικρή «κλεψιά».