Σφοδρή είναι η κριτική που δέχεται ο Ντόναλντ Τραμπ, όχι μόνο για την αντιμετώπιση της κρίσης του κορωνοϊού αλλά και για τις διαδηλώσεις έπειτα από τον απόηχο της δολοφονίας του Τζορτζ Φλόιντ με συνέπεια οι Ρεμπουμπλικανοί να του έχουν γυρίσει την πλάτη.
Εκτός από τις επικρίσεις για την αντιμετώπιση της κρίσης του κοροναϊού ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ δέχεται σφοδρή κριτική και για τις ταραχώδεις διαδηλώσεις που μαίνονται σε πολλές πόλεις των ΗΠΑ, στον απόηχο της δολοφονίας του Τζορτζ Φλόιντ.
Ο τρόπος με τον οποίο ο Αμερικανός πρόεδρος αντιμετώπισε την πανδημία, υποβαθμίζοντας τη σοβαρότητά της το πρώτο κρίσιμο διάστημα, αλλά και τους διαδηλωτές που κατέβηκαν στους δρόμους, τους οποίους απείλησε επανειλημμένα με βία, έπληξε σε μεγάλο βαθμό τη δημοτικότητά του.
Οι δημοσκοπήσεις φέρνουν τον Ρεπουμπλικανό πρόεδρο αρκετά πίσω από τον Τζο Μπάιντεν, τον υποψήφιο των Δημοκρατικών στις επικείμενες εκλογές. Εκτός αυτού, πρόσφατο δημοσίευμα των New York Times αναφέρει ότι ο Τραμπ μπορεί να χάνει την υποστήριξη σημαντικών προσωπικοτήτων στο ίδιο του το κόμμα.
Σύμφωνα με τους New York Times, αρκετά μεγάλα ονόματα του Ρεπουμπλικανικού κόμματος εξετάζουν σοβαρά το ενδεχόμενο να μη στηρίξουν τον Τραμπ στις επικείμενες προεδρικές εκλογές.
Ακόμα κι αυτοί που το έχουν αποφασίσει όμως, διχάζονται ως προς το αν πρέπει να δείξουν ανοιχτά την αποδοκιμασία τους για τον Τραμπ ή ακόμη και την στήριξή τους για τον μεγάλο του αντίπαλο, τον Μπάιντεν.
Το ρεπορτάζ των NYT αναφέρει ότι ο πρώην πρόεδρος Τζορτζ Μπους και ο Γερουσιαστής Μιτ Ρόμνεϊ δεν θα στηρίξουν την επανεκλογή Τραμπ, ενώ και ο Τζεμπ Μπους δεν είναι ακόμα σίγουρος για την ψήφο του.
Η Σίντι ΜακΚέιν, χήρα του Γερουσιαστή Τζον Μακέιν, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα στηρίξει Μπάιντεν, ωστόσο μπορεί να μην το κάνει δημόσια καθώς ο γιος της προσβλέπει σε πολιτική καριέρα στο κόμμα των Ρεπουμπλικανών.
Πρώην Ρεπουμπλικανοί ηγέτες όπως ο Πολ Ράιαν και ο Τζον Μπόενερ τηρούν ακόμη σιγή ιχθύος για τις προθέσεις τους, ενώ κάποιοι άλλοι μπορεί να στηρίξουν κάποιο τρίτο πρόσωπο και όχι τον Μπάιντεν, προκειμένου να αποφύγουν την οργή του Τραμπ.
Παρόλο που αυξάνονται οι φωνές που αντιτίθενται στις πολιτικές Τραμπ, ιδίως το τελευταίο διάστημα που ο πρόεδρος των ΗΠΑ έχει υιοθετήσει έναν άκρως διχαστικό λόγο απέναντι στους πολίτες, οι New York Times μεταδίδουν πως, σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, ο Αμερικανός πρόεδρος συνεχίζει να έχει την ευρεία αποδοχή στο κόμμα του, με περισσότερους εκλεγμένους αξιωματούχους του Ρεπουμπλικανού κόμματος να είναι διατεθειμένοι να τον στηρίξουν σήμερα, απ’ ό,τι τέσσερα χρόνια πριν.
Τα σταθερά πρόσωπα στο πλευρό του περιλαμβάνουν άτομα με μεγάλη επιρροή, όπως ο Μιτς ΜακΚόνελ, ο Τεντ Κρουζ και η Λίντσεϊ Γκράχαμ.
Ο Τζο Μπάιντεν δεσμεύτηκε να καταπολεμήσει τον ρατσισμό και να αγωνιστεί για μεταρρυθμίσεις στην αστυνομία μετά την δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ. Ο πρώην αντιπρόεδρος των ΗΠΑ κέρδισε και τυπικά την Παρασκευή το προεδρικό χρίσμα του Δημοκρατικού Κόμματος ώστε να είναι ο αντίπαλος του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στις εκλογές του Νοεμβρίου.
Σε άρθρο του στους Los Angeles Times που δημοσιεύτηκε το Σάββατο, ο Μπάιντεν υπογράμμισε την ανάγκη για «συγκεκριμένες πολιτικές, που έχουν καθυστερήσει πολύ, για την ανατροπή του συστηματικού ρατσισμού».
«Αν εκλεγώ, δεσμεύομαι να ιδρύσω μια εθνική επιτροπή εποπτείας της αστυνομίας εντός 100 ημερών από την ανάληψη της εξουσίας», υποσχέθηκε ο πρώην αντιπρόεδρος.
«Χρειάζεται να εφαρμόσουμε πραγματική κοινοτική αστυνόμευση και να διασφαλίσουμε ότι κάθε αστυνομικό τμήμα της χώρας πραγματοποιεί μια ολοκληρωμένη επανεξέταση των προσλήψεων αστυνομικών, της εκπαίδευσής τους και των πρακτικών αποκλιμάκωσης, με την ομοσπονδιακή κυβέρνηση να παρέχει τα εργαλεία και τους πόρους που απαιτούνται για την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων», τόνισε.
«Όμως, δεν μπορούμε να περιμένουμε για μια νέα ηγεσία να κάνει μεταρρυθμίσεις», πρόσθεσε.
Κάλεσε το Κογκρέσο να «αναλάβει άμεση δράση» για να απαγορεύσει τις αστυνομικές μεθόδους κεφαλοκλειδώματος, να σταματήσει τη μεταφορά όπλων πολέμου στις τοπικές αστυνομικές δυνάμεις, να βελτιώσει την εποπτεία και τη λογοδοσία και να δημιουργήσει ένα πρότυπο μοντέλο για τη χρήση βίας από αστυνομικούς.
Στο Twitter, ο Μπάιντεν επανέλαβε το αίτημά του για αλλαγή, γράφοντας: «Χρειαζόμαστε δικαιοσύνη. Και χρειαζόμαστε πραγματική μεταρρύθμιση της αστυνομίας για να διασφαλίσουμε ότι αυτό δεν θα συμβεί ποτέ ξανά». «Υποσχέθηκα στην οικογένεια του Τζορτζ Φλόιντ ότι δεν θα γίνει απλώς ένα άλλο hashtag», συμπλήρωσε ο 77χρονος υποψήφιος πρόεδρος.
Πηγή: libre.gr