Με πανηγυρική δοξολογία στον ελληνοορθόδοξο καθεδρικό ναό της Αγίας Τριάδας στη Βιέννη και στη συνέχεια με τρισάγιο στην ελληνική «πτέρυγα» στο ιστορικό Νεκροταφείο Ζανκτ Μαρξ της αυστριακής πρωτεύουσας, ο Ελληνισμός της Αυστρίας τίμησε την επέτειο του «Όχι» στο φασισμό, στις 28 Οκτωβρίου 1940.
Στη δοξολογία, την οποία τέλεσε ο Μητροπολίτης Αυστρίας-Εξαρχος Ουγγαρίας και Μεσευρώπης, Αρσένιος, παρέστησαν εκπρόσωποι των ελληνικών και κυπριακών αρχών στην Αυστρία, με επικεφαλής την πρέσβη της Ελλάδας Χρυσούλα Αλειφέρη, εκπρόσωποι των ομογενειακών φορέων, πολλά μέλη της ελληνικής παροικίας και φίλοι της Ελλάδας και της Κύπρου.
Στο χαιρετισμό του, ο Μητροπολίτης Αρσένιος, αναφερόμενος στη σημασία της ελληνικής εθνικής επετείου του “Οχι” στον κατακτητή, τόνισε την ανάγκη για αγώνα σήμερα, ώστε στην Ευρώπη να βασιλεύουν η αλληλεγγύη και η αγάπη, ενώ κάλεσε σε ενότητα και ομόνοια ενόψει των κινδύνων που αντιμετωπίζει ο Ελληνισμός, παραπέμποντας στις πρόσφατες παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κύπρου.
“Αν χρειαστεί θα υψώσουμε και πάλι το ανάστημα και τη φωνή για να υπερασπίσουμε τα ιερά και όσια της πίστης, της πατρίδας και της ελευθερίας”, τόνισε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας πως ο λαός στην Ελλάδα έχει αγγίξει τα όρια του και για το λόγο αυτό “ζητούμε από την Ευρώπη να ακούσει επιτέλους τα δίκαια αιτήματά μας και να εφαρμοστούν οι δίκαιες ψηφισμένες αποφάσεις για Ελλάδα και Κύπρο”.
Στην πανηγυρική ομιλία της για το έπος του 1940 η πρέσβης της Ελλάδας επισήμανε πως η μικρή Ελλάδα, πολεμώντας γενναία, με ηρωισμό και αυτοθυσία, είπε στις δυνάμεις του φασισμού και του ναζισμού ένα υπερήφανο “Οχι”, το οποίο σήμαινε ένα “Ναι στην ελευθερία, στην ανεξαρτησία, στην ατομική και εθνική αξιοπρέπεια”.
Σημειώνοντας πως από την κρίση στην Ελλάδα, την οικονομική αλλά και βαθύτερη, ο λαός έχει πληγωθεί πολύ και έχει πληρώσει για λάθη εσωτερικά αλλά και άλλων, η κ. Αλειφέρη τόνισε ότι “καθώς βγαίνουμε σιγά σιγά από αυτή πρέπει να μάθουμε να αξιοποιούμε καλύτερα τις άπειρες δυνατότητες που έχει η Ελλάδα, ως μέλος μάλιστα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε ένα σταυροδρόμι πολιτισμών, κρίσεων αλλά και ευκαιριών”.
Ταυτόχρονα κατήγγειλε το γεγονός πως το Κυπριακό δεν έχει βρει ακόμη μια δίκαιη λύση και τμήμα της Κύπρου, κράτους-μέλους της ΕΕ, βρίσκεται υπό κατοχή κατά παραβίαση αποφάσεων και ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, ενώ αυξάνουν οι προκλήσεις στα ανατολικά της Μεσογείου που προέρχονται από ανεξέλεγκτες ακραίες πηγές.
Το τρισάγιο, που τέλεσε μετά το μεσημέρι ο Μητροπολίτης Αρσένιος στον ελληνικό τομέα του ιστορικού Νεκροταφείου Ζανκτ Μαρξ, παρακολούθησαν πολλά μέλη της Ομογένειας και εκπρόσωποι των ελληνικών και κυπριακών αρχών στην Αυστρία, καθώς και πολυπληθής αντιπροσωπεία με μαθητές και μαθήτριες της Ελληνικής Εθνικής Σχολής Βιέννης, του αρχαιότερου ελληνικού σχολείου στο εξωτερικό, με ιστορία 210 χρόνων.
Στεφάνια στο κενοτάφιο του εθνεγέρτη και στρατιωτικού αρχηγού της Φιλικής Εταιρείας Αλέξανδρου Υψηλάντη κατέθεσαν η πρέσβης της Ελλάδας, ο πρόξενος της Κύπρου, καθώς επίσης εκπρόσωποι των ιστορικών Ελληνικών Κοινοτήτων Αγίου Γεωργίου και Αγίας Τριάδας, της Ελληνικής Εθνικής Σχολής Βιέννης, της Ομοσπονδίας Ελληνικών Συλλόγων Αυστρίας και του Κυπριακού Πολιτιστικού Κέντρου.
Πέραν του Αλέξανδρου Υψηλάντη, δεκάδες Έλληνες ιστορικών οικογενειών είχαν ενταφιαστεί στο Νεκροταφείο Ζανκτ Μαρξ την εποχή της λειτουργίας του από το 1784 μέχρι το 1874, με τους τάφους του Υψηλάντη και των περισσοτέρων άλλων Ελλήνων, να βρίσκονται κοντά σε εκείνον του μεγάλου Αυστριακού μουσουργού Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ.
Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης υπήρξε ηγέτης της Ελληνικής Επανάστασης στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, ο ίδιος είχε αρχίσει την Επανάσταση από τη Μολδαβία το Φεβρουάριο του 1821, και μετά την ήττα του στρατεύματος του στο Δραγατσάνι από τις σουλτανικές δυνάμεις, είχε καταφύγει στη Βιέννη με σκοπό να προωθηθεί στην Ελλάδα, αλλά συνελήφθη από τις αυστροουγγρικές αρχές και παρέμεινε φυλακισμένος μέχρι το 1827.
Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης πέθανε στη Βιέννη το 1828 και ενταφιάστηκε στο Νεκροταφείο Ζανκτ Μαρξ απ΄όπου το 1903 έγινε ο μετενταφιασμός των οστών του στο παρεκκλήσι του κτήματος Σίνα-Υψηλάντη στο Ραπόλτενκιρχεν δυτικά της Βιέννης και δεκαετίες αργότερα, το 1965, έγινε μετακομιδή τους στην Αθήνα, όπου ενταφιάστηκαν στο προαύλιο της πρώην Σχολής Ευελπίδων, στα σημερινά Δικαστήρια.