Γράφει ο Σπύρος Μπόικος
Γενικά, το ενδιαφέρον για την πολιτική, η ενασχόληση με τα κοινά και η άσκηση της κριτικής αποτελούν δείγματα υγείας μιας κοινωνίας, αποτελούν τα στοιχεία εκείνα που ζωντανεύουν τη δημόσια ζωή και τροφοδοτούν τον απαραίτητο για τη δημοκρατία δημόσιο διάλογο. Μια από τις μεγάλες επιτυχίες του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι κατάφερε με την προεκλογική του παρουσία να βάλει την πολιτική ξανά στην ημερήσια διάταξη για μια μεγάλη μερίδα του πληθυσμού, η οποία, απογοητευμένη από τον τρόπο που ασκούνταν η πολιτική από τους κυβερνώντες τις τελευταίες δυο δεκαετίες είχε κλειστεί σε ένα κουκούλι μηδενισμού, απογοήτευσης και ιδιωτείας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ με τις προεκλογικές του εξαγγελίες δημιούργησε ένα κλίμα ανάτασης, διεκδίκησης και εμπιστοσύνης στην πολιτική, ένα κλίμα που ανέτρεψε τη γενικευμένη κατήφεια και απελπισία που κυριαρχούσε τα τελευταία πέντε χρόνια στη χώρα. Πίσω από τις υποσχέσεις του για εκσυγχρονισμό της ελληνικής κοινωνίας, ελάφρυνση των κοινωνικών αδικιών και αντιμετώπισης της ανθρωπιστικής κρίσης κατάφερε να στρατεύσει αρκετούς έλληνες και ελληνίδες, ανεξαρτήτως πολιτικών πεποιθήσεων: με λίγα λόγια, άνθρωποι που βρίσκονται τόσο αριστερά όσο και δεξιά του ΣΥΡΙΖΑ αποφάσισαν να στηρίξουν το κυβερνητικό του πρόγραμμα.
Μετά τις διαπραγματεύσεις στο eurogroup το κλίμα φαίνεται διαφοροποιημένο. Όντως η κυβέρνηση πέτυχε κάποια πράγματα, φαίνεται όμως ότι η σκληρή δεξιά γραμμή των γερμανών αποσόβησε την ορμή που έδινε στην ελληνική πλευρά το αποτέλεσμα των εκλογών και το μετεκλογικό ευρωπαϊκό κλίμα. Σαφώς και η πίεση του λαϊκού παράγοντα προς την Κυβέρνηση είναι απαραίτητη προκειμένου να την οδηγήσει στην εκπλήρωση των προεκλογικών της εξαγγελιών. Έτσι κι αλλιώς, η συμμετοχή των πολιτών στα της πολιτικής είναι απαραίτητο συστατικό της δημοκρατίας. Μην ξεχνάμε επίσης ότι και η πίεση από την αντίθετη πλευρά, η οποία επιθυμεί διακαώς την ματαίωση του κυβερνητικού προγράμματος, είναι τεράστια και πολύπλευρη.
Μια πλευρά της αντι-ΣΥΡΙΖΑ πίεσης είναι η προσπάθεια να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι το κλίμα ανάτασης που προέκυψε από το εκλογικό αποτέλεσμα είναι κάλπικο, η προσπάθεια δηλαδή να επιστρέψουμε σε μια κατάσταση που ο ελληνικός λαός τρομοκρατημένος και απογοητευμένος θα επιστρέψει στους παλιούς του κυβερνώντες και θα πάψει τις “τρέλλες”. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός αναλυτής ή μέλος του επιτελείου της Νέας Δημοκρατίας προκειμένου να καταλάβει ότι μια καμπάνια απαξίωσης του ΣΥΡΙΖΑ και απογοήτευσης και τρομοκράτησης του ελληνικού λαού θα αποτελούσε το πρώτο βήμα στην προσπάθεια δημιουργίας εντυπώσεων περί “αριστερής παρένθεσης” η οποία πρόκειται σύντομα να κλείσει.
Δυστυχώς, σε αυτή την προσπάθεια συμμετέχει ακούσια και η αριστερά, η πέραν της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία σπέυδει να διαχωρίσει τη θέση της από την κυβέρνηση με μια βιασύνη λες και θα κριθεί κανείς στο ιστορικό δικαστήριο από την υποστήριξη του σε μια κυβέρνηση που ακόμη δεν έχει καν νομοθετήσει.
Όντως, το στοίχημα του ΣΥΡΙΖΑ είναι μεγάλο. Όντως δεν μπορεί κανείς να προβλέψει αν ο ΣΥΡΙΖΑ θα καταφέρει να υλοποιήσει το προεκλογικό του πρόγραμμα. Όμως η δίκη προθέσεων δεν οδηγεί πουθενά. Αυτή τη στιγμή η άρση της υποστήριξης προς την Κυβέρνηση, αν δεν συνδεθεί ρεαλιστικά με έναν άλλο δρόμο για την υλοποίηση ενός κοινωνικού μεταρρυθμιστικού προγράμματος – ρεαλιστικά εννοώντας να αναφέρεται σε υπαρκτές πολιτικές δυνάμεις – σε περίπτωση υποχώρησης της ηγετικής ομάδας από τα υποσχεθέντα, αποτελεί ουσία κατάφαση της οπτικής περί αριστερής παρένθεσης. Αυτό είναι κάτι που ο πολύπειρος Μανώλης Γλέζος θα έπρεπε να το είχε δει. Ούτως ή άλλως, η ηλικία τού του παρέχει ανοσία από τις παιδικές ασθένειες, ή έτσι θα έπρεπε να είναι.