Γράφει ο Γιώργος Ευγενίδης
Αν διαβάσει κανείς πολύ προσεκτικά τα όσα είπε στην Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ ο Αλέξης Τσίπρας, τότε εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς πως η συνέχεια για την κυβέρνηση μόνο εύκολη δεν θα είναι. Αλλά ο πρωθυπουργός δεν έχει κατεβάσει τα χέρια κάτω και… περιμένει μοιρολατρικά το αναπόδραστο της μοίρας. Αντίθετα, προσπαθεί στρατηγικά να απεγκλωβιστεί και να κινητοποιήσει το κόμμα του, στο οποίο ο κυβερνητικός βίος έχει προκαλέσει κόπωση και μουρμούρες. Άλλωστε, δεν είναι εύκολο να καλείσαι να εφαρμόσεις μέχρι κεραίες αυτό που σου κάθεται στο στομάχι, χωρίς κιόλας να έχεις ιδιαίτερα αντίβαρα για την μνημονιακή πολιτική που… αναγκάζεσαι να καταπιείς.
Κάπως έτσι, ο πρωθυπουργός επανέφερε το επιχείρημα της παρένθεσης. Όχι πως ο ίδιος αποσκοπεί στο να είναι ο ΣΥΡΙΖΑ παρένθεση, αλλά ότι αυτό είναι το στρατηγικό σχέδιο της αντιπολίτευσης και της διαπλοκής. Η αλήθεια είναι, πάντως, πως… παρένθεση δύο ετών σχεδόν, δύσκολα μπορεί να υπάρξει. Fort he record, η αριστερή παρένθεση όντως υπήρχε στους σχεδιασμούς του Μεγάρου Μαξίμου επί Αντώνη Σαμαρά, πλην όμως είχε ολιγόμηνη διάρκεια. Όχι… ολιγοετή. Διότι, μπορεί ο κ. Τσίπρας να εφαρμόζει τη μνημονιακή πολιτική εδώ και έναν χρόνο, πλην όμως τη διακυβέρνηση την ανέλαβε τον Ιανουάριο του 2015 και πρέπει να κρίνεται για τον συνολικό βίο της διακυβέρνησής του, όχι αποσπασματικά.
Κάπως έτσι, αναζητώντας την πολυπόθητη συσπείρωση του κομματικού μηχανισμού, ο πρωθυπουργός ξαναπαίζει το χαρτί της παρένθεσης. Αν μη τι άλλο, πρόκειται για ένα λειτουργικό σχήμα για τον ΣΥΡΙΖΑ. Άλλωστε, η αντίδραση των στελεχών του κυβερνώντος κόμματος στο άκουσμα των λέξεων «ΝΔ» και «διαπλοκή» είναι σχεδόν… παβλοφικές και άρα απολύτως ευκταίες για το Μέγαρο Μαξίμου, το οποίο βλέπει να έχει πολύ κακή δημοσκοπική εικόνα σε όλους τους δείκτες, ποσοτικούς τε και ποιοτικούς.
Το πρόβλημα του κ. Τσίπρα είναι πως προσέρχεται σε έναν ακόμα γύρο σκληρής εσωτερικής πολεμικής χωρίς τον κατάλληλο στρατό. Γιατί είναι αυτό πρόβλημα; Πράγματι, υπό άλλες συνθήκες, όταν φερ ειπείν η πολιτική γοητεία του πρωθυπουργού έφτανε και περίσσευε προκειμένου να πείθει τους πολίτες, ο ΣΥΡΙΖΑ ως οργανισμός δεν είχε ιδιαίτερη σημασία. Όλα γυρνούσαν γύρω από τον Τσίπρα και οι πολίτες ψήφιζαν Αλέξη. Τώρα όμως; Τώρα το brand Τσίπρας είναι φθαρμένο και θολωμένο από την εφαρμογή του τρίτου Μνημονίου, των capital controls και της ύφεσης, η οποία ακόμα μαστίζει την ελληνική οικονομία ως απότοκο της τραγικής διαπραγμάτευσης επί των ημερών του κ. Βαρουφάκη. Με άλλα λόγια, το άστρο του… στρατηγού δεν λάμπει τόσο όσο παλιά και σε κάθε περίπτωση δεν είναι αρκετό, προκειμένου να κερδίσει τον πόλεμο. Χρειάζεται και έναν στρατό, ο οποίος αφενός θα μπορεί να ακολουθήσει τη στρατηγική που χαράσσει, αφετέρου να προσδώσει εμπιστοσύνη στους πολίτες πως μπορεί να το κάνει με τις μικρότερες δυνατές απώλειες.
Ο κ. Τσίπρας δεν έχει το προνόμιο να διαθέτει έναν ιδιαίτερα αξιόμαχο στρατό. Διαθέτει, κατά τεκμήριο, στελέχη με περιορισμένη απήχηση, τα οποία στην καλύτερη περίπτωση συγκινούν ένα πολύ συγκεκριμένο ακροατήριο, το οποίο πόρρω απέχει από τη συνολική εικόνα της κοινωνίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει βαθιά κομματικός και ελάχιστα κοινωνικός και το ίδιο ισχύει και για τα κυβερνητικά στελέχη. Το χειρότερο για τον κ. Τσίπρα; Δεν διαθέτει πάγκο και, ακόμα και αν ποντάρει… στην εξέδρα, τα ονόματα του Φώτη Κουβέλη και της Μαριλίζας Ξενογιαννακοπούλου, καμία συγκίνηση δεν προκαλούν.
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Ότι αν ο κ. Τσίπρας δεν πάρει επειγόντως ανάσες είτε από την πορεία της οικονομίας είτε από τους ξένους, οι οποίοι μπορεί να επιδιώξουν να τον στηρίξουν έτι μια φορά, γρήγορα θα βρεθεί αντιμέτωπος με το δίλημμα: συγκράτηση δυνάμεων ή ανεξέλεγκτη φθορά και όπου βγει; Ναι, καλά καταλάβατε: σύντομα θα πρέπει να αποφασίσει, αν έχει τα απαραίτητα «κανονάκια» για να αποφύγει τις εκλογές ή αν θα τις επιλέξει, ακριβώς επειδή δεν τα διαθέτει και δεν θέλει να καταβαραθρωθεί πολιτικά, αποτελώντας έτσι επί της ουσίας έναν δεύτερο πόλο στο πολιτικό σύστημα.