«Η εποχή του μυθιστορήματος – αναγνώσεις της πεζογραφίας της γενιάς του ’30» επιγράφεται το βιβλίο του επίκουρου καθηγητή νεοελληνικής φιλολογίας του πανεπιστημίου Αθηνών, Θανάση Αγάθου, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Γκοβόστη.
Ο μελετητής σε 207 σελίδες πλησιάζει το έργο των μεγάλων πεζογράφων Γιώργου Θεοτοκά, Στρατή Μυριβήλη, Μ. Καραγάτση, Ηλία Βενέζη, Κοσμά Πολίτη, Άγγελου Τερζάκη, Λιλίκας Νάκου, φωτίζοντας το ύφος, τη θεματογραφία και τον ψυχισμό που αναδύουν οι ήρωές τους. Αναλύει το πώς τους υποδέχτηκαν οι κριτικοί λογοτεχνίας. Συγκρίνει τα έργα τους με άλλους κορυφαίους άλλων γενεών όπως του Νίκου Καζαντζάκη και του Βασίλη Βασιλικού και σχολιάζει τη μεταφορά τους στην τηλεόραση και στον κινηματογράφο.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει το κεφάλαιο με τίτλο «Το Νούμερο 31328 και 1922 του Κούνδουρου: Από το βιβλίο της αιχμαλωσίας στην ταινία μπαλάντα της καταστροφής». Αναφέρεται στην απαγορευμένη, επί τρία χρόνια μετά τη βράβευσή της στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης του 1978 ταινία του μεγάλου σκηνοθέτη, επισημαίνοντας ότι αποτελεί ελεύθερη κινηματογραφική διασκευή η οποία ανήκει στην κατηγορία της «αναλογίας», σύμφωνα με την οποία ένα λογοτεχνικό δημιούργημα αποτελεί σημείο αφετηρίας για μια νέα δημιουργία τέχνης και κατά κανένα τρόπο δεν αποτελεί πιστή μεταφορά από τις σελίδες στην οθόνη. Πρόκειται για μια ταινία που συγκέντρωσε επιθετικές κριτικές καθώς –όπως ξεκαθάρισε ο ίδιος ο σκηνοθέτης- θέλησε να αγγίξει τις ανοιχτές πληγές του Διωγμού σε σχέση με τη διαμάχη στο χώρο των πετρελαίων, θυμίζοντας τις κεμαλικές ωμότητες.
Στο κεφάλαιο «Κουρασμένοι ήρωες στα αστικά μυθιστορήματα της δεκαετίας του 1930» ο καθηγητής σκιαγραφεί μυθιστορηματικές προσωπικότητες που αντανακλούν την αποξένωση του ατόμου. Πρωταγωνιστές αυτού του χαρακτήρα της παραίτησης βρίσκονται στα μυθιστορήματα «Η μενεξεδένια πολιτεία» (1937) του Άγγελου Τερζάκη, «Ο συνταγματάρχης Λιάπκιν» (1933) του Μιχάλη Καραγάτση, «Εκάτη» (1933) του Κοσμά Πολίτη, «Αργώ» (1933 ) του Γιώργου Θεοτοκά, «Παραστρατημένοι» (1935) της Λιλίκας Νάκου.
Στο κεφάλαιο «Το δαιμόνιο του Γιώργου Θεοτοκά από την οπτική γωνία του Βασίλη Βασιλικού» καταγράφει την κριτική του πολυγραφότατου πεζογράφου προς τους προπάτορές του και προβαίνει σε ένα διακειμενικό συσχετισμό ανάμεσα στο «Δαιμόνιο» και στα «Θύματα ειρήνης».
Στο κεφάλαιο «Ο Ζορμπάς και ο Βασίλης ο Αρβανίτης» συγκρίνει τα δύο εμβληματικά πρόσωπα εντοπίζοντας ομοιότητες των ηρώων όπως είναι η γενναιότητα, ο σαρκασμός προς την πατρίδα, η ασέβεια προς την συμβατική ιερότητα, ο κυνισμός, η άρνηση της καθεστηκυίας ηθικής συμπεριφοράς, το αγκάλιασμα των γυναικών του περιθωρίου, η εξέλιξη του μύθου στο αγροτικό πλαίσιο.
Στο κεφάλαιο «Ένας συγγραφέας πίσω από την κάμερα: Ο Άγγελος Τερζάκης και το πείραμα της Νυχτερινής περιπέτειας» εξετάζει την ομώνυμη ταινία που σκηνοθέτησε ο Τερζάκης το 1953, αναζητώντας το πώς ο κορυφαίος της γενιάς αυτής αξιοποίησε τις δυνατότητες της κινηματογραφικής γλώσσας.
Στο κεφάλαιο «Το μυθιστόρημα των τεσσάρων: το γοητευτικό και παιγνιώδες πείραμα της λογοτεχνικής ελίτ» διερευνά την υφολογική ιδιαιτερότητα στο συλλογικό αυτό πεζογράφημα, που κλήθηκαν από τον διευθυντή της εφημερίδας «Ακρόπολη» το 1958 οι Μυριβήλης, Καραγάτσης, Τερζάκης, Βενέζης, με τον όρο να μην υπάρξει καμιά συνεννόηση μεταξύ τους για την πλοκή. Ο μελετητής ιχνηλατεί αν η συγγραφή αυτή οδήγησε και σε ένα ενοποιημένο ύφος, με την τετράδα να στήνει ένα χορό γεμάτο ερωτικές ίντριγκες, αντιστασιακές οργανώσεις, κατασκόπους, ηρωισμούς και προδοσίες επί γερμανικής κατοχής, στη «φιλικά» προβοκατόρικη προσπάθεια του ενός συγγραφέα να παραδώσει στον επόμενο ομότεχνό του μια περίπλοκη ιστορία- παγίδα.
Στο τελευταίο κεφάλαιο «Οι τηλεοπτικές διασκευές των μυθιστορημάτων της γενιάς του ΄30» αναφέρεται στην πρώτη μεταφορά πεζογραφήματος αυτής της γενιάς που ήταν το «Μενεξεδένια πολιτεία» του Τερζάκη το 1974 σε σκηνοθεσία Κώστα Φέρρη στο τότε ΕΙΡΤ (Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας- Τηλεόρασης), ενώ παραθέτει τη σειρά των έργων που στη δεκαετία του ΄80 έγιναν δημοφιλή σήριαλ, καθηλώνοντας μπροστά στην τηλεόραση όλη την οικογένεια. Για να αποδειχθεί η δαιμόνια υπεροχή της τηλεοπτικής εικόνας έναντι της «εικόνας» της γραφής…