«Η χώρα μας δεν κτίστηκε για να είναι σε καραντίνα. Αν το αφήσουμε στους γιατρούς, θα μας πουν κλείστε το. Κλείστε όλον τον κόσμο. Δεν μπορούμε να το κάνουμε αυτό», δήλωσε ο Ρεπουμπλικανός πρόεδρος
Έτοιμος να «σπάσει» την καραντίνα και να άρει τα περιοριστικά μέτρα για την επιβράδυνση της εξάπλωσης του νέου κορωνοϊού, δήλωσε ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, προκειμένου να διασώσει την αμερικανική οικονομία και να διατηρήσει την ανταγωνιστικότητά της, όπως δήλωσε από το προεδρικό βήμα στον Λευκό Οίκο.
Ο Ρεπουμπλικανός πρόεδρος εμφανίζεται και πάλι να κάνει στροφή 180 μοιρών, επιστρέφοντας στη λογική της «θυσίας» όσων αρρωστήσουν, αρκεί να μην πληγεί περισσότερο η οικονομία της χώρας, παρ’ ότι μόλις χθες ζητούσε επιτακτικά από τους Αμερικανούς να τηρήσουν τα περιοριστικά μέτρα και ενέκρινε την καθολική καραντίνα σε περιοχές με πολλές δεκάδες εκατομμύρια πληθυσμό, όπως η Καλιφόρνια.
Ο Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε ότι σε τρεις εβδομάδες είναι διατεθειμένος να άρει το μέτρο του περιορισμού, προκειμένου να επανεκκινηθεί η αμερικανική οικονομία και να μην προκληθεί μεγαλύτερη ζημιά.
«Η χώρα μας δεν κτίστηκε για να είναι σε καραντίνα. Αν το αφήσουμε στους γιατρούς, θα μας πουν κλείστε το. Κλείστε όλον τον κόσμο. Δεν μπορούμε να το κάνουμε αυτό», κουνώνοντας με χαρακτηριστικό τρόπο τα χέρια του, ώστε να δώσει ακόμη μεγαλύτερη έμφαση στις δηλώσεις του.
Η πρόθεση του προέδρου να «σπάσει» την καραντίνα στις ΗΠΑ, είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν θα τύχει ανταπόκρισης από τους κυβερνήτες των όλιτειών, ιδιαίτερα εκείνων που έχουν πληγεί σε μεγαλύτερο ποσοστό από την πανδημία του νέου κορωνοϊού.
Ειδικοί πάντως επισημαίνουν ότι αν ο Αμερικανός πρόεδρος βιαστεί να σπάσει την καραντίνα νωρίτερα, ίσως προκαλέσει ένα ντόμινο εξελίξεων σε όλον τον πλανήτη, που θα αποδειχθεί καταστροφικό.
«Κόπηκε» ένα δισ. δολάρια βοήθεια στο Αφγανιστάν
Ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο, που δεν κατάφερε χθες Δευτέρα να πείσει τους αφγανούς ηγέτες να σχηματίσουν κυβέρνηση εθνικής ενότητας, διεμήνυσε ότι οι ΗΠΑ μειώνουν την οικονομική βοήθεια που χορηγούν στο Αφγανιστάν κατά 1 δισεκατομμύριο δολάρια.
Ο επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ έκανε απρόσμενη επίσκεψη οκτάωρης διάρκειας στην Καμπούλ, όπου συναντήθηκε τόσο με τον πρόεδρο Άσραφ Γάνι όσο και με τον πρώην επικεφαλής της κυβέρνησής του Αμπντούλα Αμπντούλα, ο οποίος αυτοανακηρύχθηκε, όπως και ο Γάνι, νικητής των προεδρικών εκλογών της 28ης Δεκεμβρίου 2019, η οποία αμαυρώθηκε από πολλές καταγγελίες για νοθεία.
Σκοπός του Πομπέο ήταν να τους μεταφέρει ένα «επείγον μήνυμα» και να τους πείσει να «συμβιβαστούν για το καλό του αφγανικού λαού», σύμφωνα με ανακοίνωση Τύπου του αμερικανικού ΥΠΕΞ.
«Οι ΗΠΑ λυπούνται βαθιά» για το γεγονός ότι οι δύο πολιτικοί «ενημέρωσαν τον υπουργό Εξωτερικών Πομπέο ότι αδυνατούν να καταλήξουν σε συμφωνία για μια κυβέρνηση χωρίς αποκλεισμούς», κατά το κείμενο.
Λόγω αυτής της «αποτυχίας», η οποία «εγείρει άμεση απειλή για τα αμερικανικά συμφέροντα», η Ουάσινγκτον αποφάσισε να περικόψει «αμέσως» τη βοήθεια που χορηγεί στην Καμπούλ, ανέφερε ο Πομπέο.
Πέραν της μείωσης της βοήθειας φέτος, «είμαστε διατεθειμένοι να περικόψουμε [τη βοήθεια κατά] άλλο ένα δισεκατομμύριο δολάρια το 2021», απείλησε, αφήνοντας να εννοηθεί πως μπορεί να ανασταλούν και άλλες μορφές υποστήριξης της αμερικανικής προς την αφγανική κυβέρνηση.
Στην ανακοίνωσή του, ο Μάικ Πομπέο κατηγορεί τους Γάνι και Αμπντούλα ότι «βλάπτουν τις σχέσεις ΗΠΑ-Αφγανιστάν» και «ατιμάζουν τους Αφγανούς, τους Αμερικανούς και τους συμμάχους που θυσίασαν τις ζωές τους και τεράστια χρηματικά ποσά στον αγώνα για να οικοδομηθεί ένα νέο μέλλον για αυτή τη χώρα».
Ο αμερικανός ΥΠΕΞ δεν έκρυψε την απογοήτευσή του για τη «συμπεριφορά» των Γάνι και Αμπντούλα και το τι «σημαίνει για το Αφγανιστάν και τα κοινά μας συμφέροντα». Απείλησε επίσης ότι η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ θα «επανεξετάσει» τη δέσμευσή της σε μελλοντικές συνόδους διεθνών δωρητών για το Αφγανιστάν.
Η προοδευτική αποχώρηση των αμερικανικών ένοπλων δυνάμεων, που άρχισε μετά τη συμφωνία που υπέγραψαν η αμερικανική κυβέρνηση και οι Ταλιμπάν την 29η Φεβρουαρίου, θα συνεχιστεί όπως προβλέπεται, υπογράμμισε ο Πομπέο.