Το σόου των 70 ωρών που σε πολλά σημεία του θύμιζε περισσότερο ρωμαϊκή αρένα παρά δημοπράτηση δημόσιου αγαθού τελείωσε. Η κυβέρνηση πανηγυρίζει και ο πρωθυπουργός σπεύδει να μοιράσει το τίμημα των 246 εκατομμυρίων, το οποίο είναι αρκετά αβέβαιο πότε θα το εισπράξει, καθώς ήδη οι εκπρόσωποι των τηλεοπτικών σταθμών που αναδείχτηκαν πλειοδότες ζήτησαν να καταβληθεί η πρώτη δόση μετά την απόφαση του ΣτΕ περί συνταγματικότητας.
Και όμως: Η ιστορία των τηλεοπτικών καναλιών όχι μόνο δεν έκλεισε, αλλά από πολλές απόψεις τώρα μόλις αρχίζει. Η κυβέρνηση επιχειρεί μια ανακατάταξη στο τηλεοπτικό πεδίο με μια διαδικασία η οποία περιλαμβάνει σκοτεινά και ασαφή σημεία.
Το πρώτο και βασικότερο θέμα είναι πως ο έλεγχος των πόθεν έσχες, ο οποίος εν πολλοίς έχει «περάσει στα ψιλά», πρέπει να ολοκληρωθεί μέχρι τα τέλη της τρέχουσας εβδομάδας και είναι άγνωστο με πια διαδικασία διενεργείται.
Δε διενεργείται πάντως από κανένα αρμόδιο όργανο, ούτε από την αρμόδια υπηρεσία της Βουλής ούτε από τον γενικό επιθεωρητή δημόσιας διοίκησης. Γιατί και εδώ ο νόμος χρίζει απόλυτο άρχοντα τον υπουργό στον οποίο υπάγεται η Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης και Επικοινωνίας, ενώ είναι γνωστό ότι ο νόμος 4339/2015 στην αρχική του μορφή προέβλεπε ότι το σύνολο της διαδικασίας αδειοδότησης των καναλιών υπόκειται στη δικαιοδοσία του ΕΣΡ. Το πλαίσιο αυτό άλλαξε άρδην με την περίφημη τροπολογία η οποία πέρασε «νύχτα» σε νομοσχέδιο το οποίο κύρωνε σύμβαση μεταξύ Ελλάδας – Λευκορωσίας. Πλέον και αυτή η αρμοδιότητα πέρασε στον υπουργό κ. Παππά. Άραγε με ποιον μηχανισμό και ποιους ανθρώπους; Ποια είναι τα προσόντα τους και ποια τα εχέγγυα για την ορθή έκβαση του ελέγχου; Ο υπουργός βάζει τον εαυτό του υπόλογο εάν εκ των υστέρων υπάρξουν λάθη στον έλεγχο των πόθεν έσχες; Θα αναλάβει την ευθύνη συγκάλυψης περιπτώσεων «μαύρου χρήματος»;
Και σε αυτή την περίπτωση έχουμε την εκτελεστική εξουσία ρυθμιστή των πάντων. Και μάλιστα συγκεντρωμένη σε ένα πρόσωπο. Ο κ. Παππάς συγκέντρωσε πάνω του τους ρόλους του υπουργού, του δικαστή και τώρα του ελεγκτή. Όλα αυτά προσπαθώντας να πείσει ότι η συγκεκριμένη διαδικασία φέρνει ανανέωση και κάθαρση. Ωστόσο, η συγκέντρωση εξουσιών είναι βαθιά αντιδημοκρατική και σε μεγάλο βαθμό ευθύνεται για την παρακμή του πολιτικού συστήματος και τη βαθιά κρίση αξιών την οποία βιώνουμε.
Ποιος θα ελέγξει τον ελεγκτή, όταν η διαδικασία σε όλα της τα στάδια εφαρμόζεται από το ίδιο όργανο και δεν συνοδεύεται από την εγγύηση για την ορθότητα και τη νομιμότητα που δίνει μια ανεξάρτητη αρχή;
Στη Δημοκρατική Ευθύνη πρεσβεύουμε τον πραγματικό διαχωρισμό των εξουσιών και τον περιορισμό της δύναμης της εκτελεστικής εξουσίας, ο οποίος είναι σήμερα δυσανάλογα μεγάλος. Οι ανεξάρτητες αρχές πρέπει να λογοδοτούν αποκλειστικά στη Βουλή και όχι στην κυβέρνηση. Η πολιτική πρέπει να έχει το ρόλο που της αναλογεί, αφήνοντας όμως τον αναγκαίο χώρο στη διοίκηση να λειτουργεί χωρίς να βάζει χρώμα και ιδεολογικό πρόσημο σε καθετί.
Ως βασική μας αρχή είναι η αυτονόητη θέση ότι η δημοκρατία πρέπει να συνοδεύεται από λογοδοσία και έλεγχο και ο ελεγκτής πρέπει να είναι άλλο πρόσωπο από τον ελεγχόμενο ή αυτόν που ζητάει τον έλεγχο.