Η ρευστότητα δίνει δύναμη. Είναι το μεγάλο όπλο των επιχειρήσεων και ταυτόχρονα το οξυγόνο τους. Καθορίζει την ισχύ τους, το αν θα εκμεταλλευτούν τις ευκαιρίες, τους όρους του παιχνιδιού της επόμενης ημέρας, αλλά και τις θωρακίζει απέναντι σε αναταράξεις.
Κοιτάζοντας τα ετήσια οικονομικά αποτελέσματα της ΔΕΗ βλέπει κανείς μια ρευστότητα 5,4 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 2,8 δισ. μετρητά και το υπόλοιπο έτοιμες πιστωτικές γραμμές. Είναι μια επίδειξη δύναμης ως νούμερο.
Έχει λεφτά στα χέρια της για να προστατευτεί στους δύσκολους καιρούς που αναπόδραστα θα έρθουν, να εξαπλωθεί κι άλλο σε Ελλάδα και εξωτερικό, να αγοράσει νέα χαρτοφυλάκια ΑΠΕ, να κάνει σχέδια.
Αν η ρευστότητα δείχνει τη διαπραγματευτική δύναμη μιας επιχείρησης, αυτό που επιβεβαιώνει ότι έχει βάλει οριστικά σε τάξη τα οικονομικά της, δηλαδή το ολοκληρωτικό comeback στην κανονικότητα, είναι το μέρισμα.
Έπειτα από δέκα ολόκληρα χρόνια, η ΔΕΗ ανακοίνωσε χθες μέρισμα 0,25 ευρώ ανά μετοχή, με καλύτερους όρους απ’ ότι ανέμενε η αγορά (0,20 ευρώ) και με μεγάλο κερδισμένο το Δημόσιο που θα εισπράξει 32 εκατ. ευρώ. Είχε να μοιράσει μέρισμα, να ανταμείψει δηλαδή τους μετόχους της που την εμπιστεύονται και τη στηρίζουν, από το 2014.
Είναι ίσως η πιο σημαντική είδηση στα οικονομικά της αποτελέσματα. Είναι συνώνυμο της εξυγίανσης να παίρνουν πρόσοδο οι μέτοχοι μιας επιχείρησης, αυτός είναι ο προορισμός της και όταν δεν πληρώνει μέρισμα σημαίνει ότι δεν έχει αρκετό cash flow.
Η επιστροφή στα μερίσματα για τη ΔΕΗ, σφραγίζει περισσότερο από κάθε άλλο δείκτη που μπορεί να βρει κανείς στα αποτελέσματα του 2023, το turnaround story, την πορεία ανάκαμψης και ανάπτυξης από το 2019 μέχρι σήμερα.
Δείχνει ότι η στρατηγική του μετασχηματισμού αποδίδει, ότι η επόμενη μέρα τη βρίσκει σε πολύ καλύτερη θέση για να ανταπεξέλθει στις ευκαιρίες, αλλά και στις προκλήσεις που έχει μπροστά της, αφού το φυσικό αέριο και τα χρηματιστήρια ενέργειας δεν θα κινούνται εσαεί πτωτικά.
Ένα είναι το βασικό ζητούμενο για τη ΔΕΗ από εδώ και πέρα. Να ελαχιστοποιήσει τους κινδύνους υλοποίησης του πλάνου της (2024-2026), που είχε ανακοινώσει ο CEO Γιώργος Στάσσης στο Λονδίνο και το οποίο περιλαμβάνει καινούργιες επενδύσεις 9 δισ. ευρώ, εκ των οποίων το 44% σε ΑΠΕ.
Έχοντας πλέον εξασφαλίσει σχεδόν το 70% της ισχύος από ΑΠΕ που απαιτείται για το στόχο του 2026, όπως ανέλυσε χθες ο μάνατζερ της επιχείρησης προς τους αναλυτές, ο κίνδυνος αυτός μειώνεται σημαντικά.
Είναι μια εταιρεία που «πρασινίζει» συνεχώς, επειδή καταρχήν έχει έργα ΑΠΕ σε Ελλάδα και Ρουμανία, εγκατεστημένης ισχύος 4,6 GW, στα οποία αν προστεθούν και τα 2,8 GW, υπό κατασκευή ή έτοιμα προς κατασκευή, αγγίζει τα 2/3 του στόχου που έχει θέσει για τη τριετία.
Κατά δεύτερον, επειδή όσο αυξάνεται η συμμετοχή της πράσινης ενέργειας στο μείγμα της, τόσο περιορίζει τη παραγωγή από λιγνίτη, που πέρυσι συμμετείχε μόνο κατά 22%, πετυχαίνοντας πολύ μεγάλες εξοικονομήσεις. Ένα από τα πιο «βρώμικα» κάποτε utility στην ΕΕ, κατάφερε να μειώσει τις εκπομπές CO2 Scope 1 κατά 24%, από 14,8 εκατ. τόνους το 2022 σε 9,7 εκατ. τόνους διοξειδίου του άνθρακα.
Και αυτές οι κινήσεις έχουν και μια δεύτερη ανάγνωση. Αντικατοπτρίζονται στη βαθμολογία που της βάζει ο μη κυβερνητικός οργανισμός Carbon Disclosure Project (CDP) για τα πράσινα της ομόλογα, η οποία αυξήθηκε σε Β- το 2023, δηλαδή μια βελτίωση τεσσάρων βαθμίδων.
Τα όσα δηλαδή αφορούν τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα μεταφράζονται και σε καλύτερες ταμειακές ροές για τον όμιλο, ένας παράγοντας που όχι πολλά χρόνια πίσω, του είχε προκαλέσει εξαιρετικά μεγάλη δυσχέρεια.
Τι σημαίνουν όλα τα παραπάνω ; Το μείγμα παραγωγής του ομίλου αποτελούνταν πέρυσι κατά 30% από ΑΠΕ (έναντι 20% το 2022), κατά 30% από φυσικό αέριο (38% το 2022), κατά 18% από μαζούτ (18% και το 2022), και κατά 22% από λιγνίτη (24% το 2022).
Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η στρατηγική αποδίδει, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν έχει ακόμη δρόμο για να πρασινίσει περαιτέρω, αφού ο στόχος είναι από 0,5 τόνους εκπομπών CO2 ανά παραγόμενη MWh πέρυσι (0,66 τόνους το 2022), το κοντέρ να μηδενίσει το 2040.
Η μεγάλη επίσης εικόνα είναι ότι όλα αυτά γίνονται με τη ΔΕΗ πάνω στο στρατηγικό ενεργειακό διάδρομο των Βαλκανίων, που σημαίνει καθετοποίηση, κατοχή δικτύων συνολικού μήκους 380.000 χλμ, χρήση των διεθνών διασυνδέσεων, αλληλοσυμπληρούμενο χαρτοφυλάκιο ΑΠΕ – όταν δεν έχει ηλιοφάνεια στη Ρουμανία, έχει στην Ελλάδα ή το αντίστροφο – διασπορά κινδύνου, συνέργειες.
Τα καλά νέα είναι ότι παρά το μπαράζ των επενδύσεων (2,6 δισ. ευρώ πέρυσι μαζί με την εξαγορά στη Ρουμανία), το χρέος παρέμεινε σε πειθαρχημένα επίπεδα, με το δείκτη καθαρό χρέος / EBITDA στο 2χ, χαμηλότερα από το όριο 3,5χ που έχει θέσει η επιχείρηση.
Καθετοποίηση και ρευστότητα «κλειδώνουν» εν ολίγοις την αύξηση των EBITDA στα 1,7 δισ. ευρώ φέτος, με στόχο τα 2,3 δισ. το 2026 και τα 3 δισ. το 2030, σύμφωνα με το τριετές business plan.
Στα οικονομικά αποτελέσματα, παρ’ ότι δεν πρόκειται για business plan, διαβάζουμε επίσης για την πρόοδο σε τρεις νέες τεχνολογίες, με πρώτη την οπτική ίνα Fiber-to-the-home, που είχε φτάσει στα τέλη Μαρτίου 2024 σε 185.000 καταναλωτές, με στόχο τα 500.000 νοικοκυριά και επιχειρήσεις φέτος και τα 1,7 εκατ. το 2025.
Στον τομέα της ηλεκτροκίνησης, η ΔΕΗ, μέσω της θυγατρικής της ΔΕΗ blue, κατείχε ηγετικό μερίδιο αγοράς 35% με 2.015 δημόσια σημεία φόρτισης, σχεδόν διπλάσια σε σχέση με το 2022.
Εκεί που χρειάζεται να ανοίξει ταχύτητα είναι στους έξυπνους μετρητές, όπου βλέπουμε τη μεν διείσδυση στη Ρουμανία να έχει φτάσει στο 47%, όταν στην Ελλάδα βρίσκεται στο 10% και αναμένεται να αυξηθεί μόλις ξεκινήσει η ευρύτερη εγκατάσταση smart meters.
Του Γιώργου Φιντικάκη από το Liberal.gr