Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης δήλωσε στον Ρ/Σ Real Fm ότι το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη θα μείνει για πολλά χρόνια βαθιά χαραγμένο, πλήγωσε ανεπανόρθωτα τις οικογένειες των θυμάτων και φανέρωσε διαχρονικές παθογένειες του ελληνικού Κράτους.
Σημείωσε ότι πρώτος ο Πρωθυπουργός ανέλαβε και ευθύνες, πολύ περισσότερες από αυτές που αναλογούσαν στην περίοδο διακυβέρνησης γιατί έτσι αντιλήφθηκε και ο ίδιος το καθήκον. «Και για αυτό θεωρούμε ότι η συζήτηση για τα αίτια, για το τι έφταιξε, για το τι πήγε λάθος, τι πρέπει να αλλάξει, ποιες είναι οι ευθύνες, δεν πρέπει να περιοριστεί σε ένα μικρό χρονικό διάστημα. Αυτό που μας καθιστά, μας κάνει περισσότερο αισιόδοξους -μένει να το δούμε στην πράξη, για να μη λέμε μεγάλα λόγια- είναι ότι ζήσαμε πολλά δύσκολα χρόνια στη χώρα μας παρατεταμένων κρίσεων και μας έδειξαν αυτά τα χρόνια ότι οι κραυγές, οι έντονες πολιτικές αντιπαραθέσεις και η προσπάθεια εργαλειοποίησης δύσκολων ζητημάτων, ζητημάτων τα οποία μας έχουν πληγώσει, δεν έλυσαν κανένα πρόβλημα», συνέχισε.
«Προφανώς να αποδοθούν οι ευθύνες που πρέπει να αποδοθούν, να βρεθούν με τη σειρά σημασίας και σπουδαιότητας τα αίτια, αλλά το κυριότερο, να πάμε και παρακάτω την επόμενη μέρα με τις ενέργειες που πρέπει να κάνουμε», συμπλήρωσε, ενώ σε άλλο σημείο της συνέντευξης είπε πως είναι σωστή η απόφαση η ΝΔ να υπερψηφίσει την πρόταση του Κ.Κ.Ε., «χωρίς να συμφωνούμε με επιμέρους σημεία του κειμένου, αλλά με την ουσία της συνολικής διερεύνησης από το ‘97 και μετά γιατί μόνο έτσι μπορεί να χυθεί φως ουσιαστικά, χωρίς μικροκομματικές λογικές που έχουν, ας πούμε, οι λογικές των άλλων κομμάτων».
Μετά από σχετική ερώτηση ανέφερε ότι η πρόταση του ΠΑΣΟΚ στερείται τεκμηρίωσης και πως έχει ξεκάθαρη μικροκομματική σκοπιμότητα.
«Δεν νομίζω ότι υπάρχει κανένας ακροατής που μας ακούει, κανένας πολίτης που να μην συμφωνεί ότι η εν λόγω διερεύνηση πρέπει να έχει μια χρονική επιμήκυνση. Δεν νομίζω ότι ξεκίνησαν οι παθογένειες, οι οποίες οδήγησαν συσσωρευμένα σε αυτό το δυστύχημα, με τη συνδρομή όλων των υπόλοιπων συμπεριφορών, που θα κριθούν και ξεχωριστά από τη Δικαιοσύνη για αυτούς που μπορεί να είχαν την οποιαδήποτε ευθύνη και ερευνώνται. Είναι λάθος να μπούμε σε μια διαδικασία περιορισμού της διερεύνησης και της συζήτησης. Και, εν πάση περιπτώσει, δεν αποκλείεται να εξειδικευθούν και περισσότερες ευθύνες σε συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα. Δηλαδή, δεν έχουμε κάτι να χάσουμε από το να απλώσουμε την έρευνα. Ίσα – ίσα, με το να περιορίσουμε την έρευνα, ενδεχομένως να μας μείνουν πολλά ακόμη αναπάντητα ερωτήματα. Θεωρώ, λοιπόν, ότι αυτό το οποίο κάνει το ΠΑΣΟΚ και νομίζω ότι δεν είναι καλό να συνεχιστεί γιατί είναι τόσο σοβαρή αυτή η υπόθεση και όλα τα υπόλοιπα τα οποία μπορούν να συζητηθούν μέσα από αυτή τη συζήτηση, δεν έχει να κερδίσει τίποτα, ούτε το μεγαλύτερο ζητούμενο που είναι να χυθεί φως, ούτε η συζήτηση στη Βουλή, με μια λογική περιορισμού και περιχαράκωσης της υπόθεσης και της έρευνας», σημείωσε.
Για το ασφαλιστικό ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δήλωσε κατηγορηματικά ότι δεν υπάρχει καμία συζήτηση και καμία πρόθεση να αλλάξουν τα όρια ηλικίας. «Δεν τίθεται κανένα τέτοιο θέμα και μάλιστα, αν μου επιτρέπετε, να διευκρινίσω το εξής: αυτό το οποίο είπε ο κύριος Τσακλόγλου είναι αυτό το οποίο προβλέπει νόμος και είναι αυτό το οποίο συμβαίνει σε όλες τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης. Τι είπε; Ότι ανά τριετία, με βάση το προσδόκιμο ζωής, γίνεται μία επανεξέταση, αυτό είναι η μία διαδικασία η οποία ακολουθείται και θα γίνει ξανά το 2027. Δεν είναι στην ατζέντα της Κυβέρνησης το 2027 η αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης, ούτε προβλέπει η διαδικασία αυτή κάποια απότομη, ενδεχόμενη αύξηση των ορίων. Είναι δεδομένο ότι δεν είναι, λοιπόν, στην ατζέντα, ότι δεν υπάρχει τέτοιο σχέδιο και δεν υπάρχει κανένας λόγος ανησυχίας από τους πολίτες. Υπάρχει ένας νόμος ο οποίος εξετάζει το συγκεκριμένο πλαίσιο ανά τριετία, θα γίνει τότε μία συζήτηση, με βάση τα τότε δεδομένα, δεν έχει ξεκινήσει προφανώς από τώρα καμία τέτοια συζήτηση και δεν είναι στην ατζέντα της Κυβέρνησης», τόνισε.
Σε ότι αφορά τις αντιδράσεις των ελεύθερων επαγγελματιών για τα φορολογικά ο κ. Μαρινάκης δήλωσε «μακριά από εμάς οι λογικές «τσουβαλιάσματος»» και σημείωσε πως σχετικό νομοσχέδιο προβλέπει μία σειρά από παρεμβάσεις για τα pos, για τον τρόπο που θα γίνονται οι μεταβιβάσεις των ακινήτων, για την αυστηροποίηση των προστίμων της χρήσης μετρητών και πολλά ακόμη για τα ακίνητα. «Χωρίς να υπάρχει διάθεση υποχώρησης ή παρέκκλισης από τη φιλοσοφία του νομοσχεδίου, εμείς θέλουμε να δούμε και να εξετάσουμε σημειακές παρεμβάσεις, σε ποια λογική; Μέσα σε αυτό το εισόδημα το οποίο λέμε, το οποίο ξεκινά από την παραδοχή ότι δεν μπορεί το 71% των ελεύθερων επαγγελματιών να δηλώνουν κάτω από τον κατώτατο μισθό, υπάρχουν δύο διαφορετικές κατηγορίες. Να σας δώσω ένα παράδειγμα: υπάρχει ένας ελεύθερος επαγγελματίας, ο οποίος έχει μία επιχείρηση με δέκα, για παράδειγμα, εργαζομένους οι οποίοι πληρώνονται με τον κατώτατο μισθό και εκείνος δηλώνει έσοδα κάτω από αυτόν. Αυτό δεν μπορεί να συνεχίσει να γίνεται και δεν θα το επιτρέψουμε να συνεχίσει να γίνεται», συμπλήρωσε.
Για την πρόταση του κ. Κασσελάκη για αφορολόγητο 10.000 ευρώ στους ελεύθερους επαγγελματίες ο κ. Μαρινάκης υπενθύμισε ότι ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ πριν από λίγες ημέρες ερχόταν στο συνέδριο του Economist υπερήφανος για το περιβόητο «μαξιλάρι» των 37 δις και λίγες ημέρες μετά, θέλοντας να απαντήσει στην εσωκομματική του αντιπολίτευση, κατηγόρησε το «μαξιλάρι». «Δεν θέλω να μπω στα εσωκομματικά του ΣΥΡΙΖΑ, ούτε πρέπει να το κάνουμε αυτό, ούτε είναι δική μας δουλειά, αλλά νομίζω ότι πλέον έχει χαθεί κάθε ίχνος σοβαρότητας και από τον τρόπο με τον οποίο πολιτεύεται ο ΣΥΡΙΖΑ και από τη ρητορική του και αν και είναι νέος ο Πρόεδρός του -και αυτό είναι ευχάριστο να βγαίνουν νέοι άνθρωποι μπροστά- πολιτεύεται με τον πιο παλιό τρόπο που θα μπορούσε κανείς να φανταστεί. Και για να συμπληρώσω ως προς την πρόταση του κ. Κασσελάκη, το κόμμα του κ. Κασσελάκη αύξησε ή επέβαλε περίπου 30 φορολογικούς συντελεστές. Γι’ αυτό και λέω ότι είναι καλύτερο να μιλάμε με τις πράξεις μας, παρά με τα εύκολα λόγια», πρόσθεσε.
Επιπλέον ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δήλωσε για την οικονομία ότι η Ελλάδα έχει καταφέρει να αυξήσει το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών σε μια περίοδο εισαγόμενης ακρίβειας, να μειώσει το χρέος και να μιλάμε μόνο για κατάργηση ή μείωση φορολογικών συντελεστών.
«Το πρόγραμμά μας είχε δύο μεγάλες εκκρεμότητες. Νομοθετήθηκε η αύξηση του αφορολόγητου για τις οικογένειες με παιδιά. Η άλλη μεγάλη εκκρεμότητα, που έχει αρχίσει και υλοποιείται κατά το ήμισυ, είναι η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος. Κλείνουμε αυτές τις εκκρεμότητες και προχωράμε, η επόμενή μας κίνηση είναι η αύξηση του κατώτατου μισθού στον ιδιωτικό τομέα. Τι θέλουμε; Όσο συνεχίζονται να επιβεβαιώνονται οι θετικές προβλέψεις για την ανάπτυξη, να αυξάνεται, δηλαδή, το ΑΕΠ της χώρας, να μειώνεται το χρέος ως προς το ΑΕΠ, δηλαδή να ανεβαίνει επίπεδα η ελληνική οικονομία συνέχεια, είτε μέσω αυξήσεων των μισθών, στο δημόσιο, όπως ήδη κάναμε, στον ιδιωτικό τομέα με τον κατώτατο μισθό», υπογράμμισε.
Για την ακρίβεια δήλωσε πως είναι το νούμερο ένα πρόβλημα των Ελλήνων πολιτών και πρώτη προτεραιότητα προσωπικά του Πρωθυπουργού και του συνόλου της Κυβέρνησης. Οι πυλώνες της κυβερνητικής πολιτικής σημείωσε είναι τρεις. Η αύξηση εισοδημάτων, οι εντατικοί έλεγχοι και οι στοχευμένες παρεμβάσεις. «Συνεχείς στοχευμένες παρεμβάσεις γι’ αυτούς οι οποίοι έχουν ανάγκη, όπως έχουμε κάνει μέχρι τώρα. Κυρίως, όμως, μόνιμες παρεμβάσεις. Το ξαναλέω, δεν θα βαρεθώ να το λέω, μπορεί να έχω γίνει κουραστικός, αλλά είναι η πραγματικότητα. Ένα τόσο μεγάλο πρόβλημα εισαγόμενο δεν λύνεται με μαγικές συνταγές, ούτε με το πάτημα ενός κουμπιού. Είναι μία συνεχής καθημερινή μάχη που απαιτεί πολιτικές που αυξάνουν το εισόδημα των πολιτών και εντατικούς και αυστηρούς ελέγχους, ούτως ώστε κάποιοι που περιμένουν στη γωνία να κερδοσκοπήσουν σε μια τέτοια κρίση να τίθενται στη θέση τους με πρόστιμα, όπως προβλέπει η διαδικασία και βέβαια έλεγχο της αγοράς. Αυτό θα συνεχίσουμε να κάνουμε για να μειώνουμε συνεχώς τις συνέπειες και με τις μόνιμες παρεμβάσεις, οι οποίες μένουν όταν οι κρίσεις φεύγουν, να αυξάνεται το εισόδημα των Ελλήνων πολιτών», πρόσθεσε.
Για την επικείμενη επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα και τη νέα συνάντηση με τον Κυριάκο Μητσοτάκη δήλωσε πως ένα από τα αντικείμενα της συζήτησης προφανώς είναι και η διαχείριση του Προσφυγικού-Μεταναστευτικού.
«Η Ελλάδα, κατ’ αρχάς, να πούμε γενικά – όπως επαναλαμβάνει πολλές φορές ο Πρωθυπουργός – επιθυμεί τον διάλογο, θέλει να θωρακίσει τον διάλογο χωρίς, προφανώς, καμία διάθεση υποχώρησης στα κυριαρχικά μας δικαιώματα και για τη συζήτηση της μοναδικής διαφοράς που έχουμε με την Τουρκία, τον καθορισμό υφαλοκρηπίδας, αλλά και για όλα, όμως, τα υπόλοιπα κρίσιμα ζητήματα όπως αυτό το οποίο αναφέρατε. Είναι δεδομένο και αυτό προκύπτει από τους αριθμούς, μάλιστα χθες είχαμε και μια αναλυτική ενημέρωση από τον κ. Καιρίδη, ότι υπάρχει μια πολύ καλύτερη εικόνα και στον εκμηδενισμό των ροών στον Έβρο, αλλά και στο Βόρειο Αιγαίο σχεδόν πολύ μεγάλη υποχώρηση. Στην αντιμετώπιση, λοιπόν, του Μεταναστευτικού προφανώς η συζήτηση πρέπει να είναι και όλα όσα πρέπει να γίνουν και με την Τουρκία. ‘Αρα, προφανώς, θα τεθεί το ζήτημα αυτό. Αναλυτικά την ατζέντα θα την ανακοινώσουμε και προφανώς όλα όσα θα ειπωθούν. Ήδη, έχει ξεκινήσει και μια προσπάθεια, στο πλαίσιο των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης. Προφανώς όλα αξιολογούνται καθημερινά. Προφανώς είναι μια άσκηση, αυτή η άσκηση του διαλόγου που έχει δύο πλευρές και χρειάζεται και συνέχεια και συνέπεια και από τις δύο πλευρές. Εμείς μένουμε πιστοί στις θέσεις μας, αταλάντευτα πιστοί στις θέσεις μας, με στόχο να προχωρήσει ο διάλογος με τον καλύτερο δυνατό τρόπο», ανέφερε.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ ΜΠΕ