Η Ελλάδα οφείλει 9,423 δισ. ευρώ στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο τα οποία πρέπει να αποπληρωθούν σταδιακά έως το πρώτο τρίμηνο του 2024.
Παρά το γεγονός ότι θεωρητικά έχει τη δυνατότητα να αποπληρώσει εφάπαξ το ποσό αυτό χρησιμοποιώντας ένα μέρος από το μαξιλάρι ασφαλείας που υπάρχει σήμερα, αυτό δεν αποτελεί επιλογή καθώς δεν έχει τη σύμφωνη γνώμη των Ευρωπαίων δανειστών μας που δεν επιθυμούν την πλήρη απεμπλοκή του οργανισμού.
Η λύση λοιπόν που φαίνεται να προκρίνεται θα είναι συμβιβαστική και θα προβλέπει το να καταβληθούν τώρα τα χρήματα του 2019 και του 2020. Αν συμβεί αυτό σημαίνει πρακτικά ότι:
Δίδονται νωρίτερα χρήματα που ούτως ή άλλως θα πληρώνονταν μέσα στα επόμενα χρόνια.
Επιτυγχάνεται η μείωση του επιτοκίου καθώς τα 3,5 δισ. ευρώ που θα δοθούν, τοκίζονται με επιτόκιο 5,12% – ακριβότερο από αυτό που μπορεί να εξασφαλίσει η Ελλάδα στις αγορές εκδίδοντας ένα καινούργιο ομόλογο.
Εξασφαλίζεται η σύμφωνη γνώμη των Ευρωπαίων δανειστών που θέλουν την παρουσία του ΔΝΤ.
Με βάση το υφιστάμενο «δοσολόγιο» του ΟΔΔΗΧ τα χρήματα που οφείλονται πρέπει να καταβληθούν ως εξής:
- 1,992 δισ. ευρώ το 2019
- 1,992 δισ. ευρώ το 2020
- 1,922 δισ. ευρώ το 2021
- 1,859 δισ. ευρώ το 2022
- 1,304 δισ. ευρώ το 2023 και
- 284 εκατ. ευρώ το 2024.
Διαδικαστικά, η Ελλάδα θα πρέπει να καταθέσει επίσημα το αίτημά της στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας καθώς οποιαδήποτε ενέργεια αφορά στην αξιοποίηση πόρων από το αποθεματικό ασφαλείας αλλά και σε θέματα που επηρεάζουν τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, θα πρέπει να έχει την έγκριση του ESM.
Δεδομένης της σύνθεσης του ESM (σ.σ όλες οι χώρες της Ευρωζώνης), η διαπραγμάτευση θα γίνει ουσιαστικά σε πολιτικό επίπεδο. Το ΔΝΤ έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν θα επηρεάσει την όποια απόφαση δηλώνοντας δια του εκπροσώπου του ότι η μερική αποπληρωμή είναι απόφαση που θα ληφθεί κατόπιν συνεργασίας της Ελλάδας με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.