Αντισυνταγματικές κρίνει το Μονομελές Πρωτοδικείο τις περικοπές των αποδοχών γιατρών του ΕΣΥ και του Πρωτοβάθμιου Εθνικού Δικτύου Υγείας (ΠΕΔΥ), που νομοθετήθηκαν μετά το δεύτερο μνημόνιο.
Το δικαστήριο, με την απόφασή του (αριθμός 1009/2017) δικαιώνει γιατρούς που προσέφυγαν κατά του μνημονιακού νόμου 4093/2012, κρίνοντας ότι οι διατάξεις του είναι αντισυνταγματικές, ενώ αποφαίνεται ότι οι προσφεύγοντες θα πρέπει να αντιμετωπιστούν μισθολογικά με όσα ορίζει ο σχετικός νόμος του 2003, χωρίς τις περικοπές που επιβλήθηκαν μετά το δεύτερο μνημόνιο.
Την προσφυγή κατέθεσε ο εργατολόγος, διδάκτωρ Εργατικού Δικαίου του Πανεπιστημίου της Φρανκφούρτης, Γιάννης Τουτζιαράκης, εκπροσωπώντας γιατρούς του ΕΟΠΥΥ, που προηγουμένως ήταν στο ΙΚΑ με σύμβαση πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης αορίστου χρόνου ιδιωτικού δικαίου, οι οποίοι μεταφέρθηκαν (με το νόμο 4238/2014) σε θέσεις που συστάθηκαν στις ΔΥΠΕ της χώρας, με την ίδια εργασιακή σχέση.
Η απόφαση που κρίνει ότι το υπουργείο Υγείας πρέπει να υποχρεωθεί να καταβάλλει αναδρομικά τα ποσά από τις επιβληθείσες περικοπές και τους νόμιμους τόκους υπερημερίας, υιοθετεί το σκεπτικό του Ελεγκτικού Συνεδρίου, που πριν περίπου δύο χρόνια, έκρινε ότι η μείωση των αποδοχών των γιατρών σε συνδυασμό με τις αλλεπάλληλες φορολογικές επιβαρύνσεις, παραβιάζουν τις διατάξεις του Συντάγματος για αναλογικότητα και ισότητα στα δημόσια βάρη.
Το Πρωτοδικείο με την απόφαση του προσθέτει επιπλέον στον επίμαχο νόμο του 2012, και παραβίαση της συνταγματικής αρχής για προστασία της εργασίας.
Το δικαστήριο τονίζει, ότι οι αποδοχές που πρέπει να καταβάλλονται στους γιατρούς του ΠΕΔΥ είναι αυτές των μισθών των γιατρών του ΕΣΥ, χωρίς τις περικοπές του νόμου 4093/2012 και επιπλέον, ότι ο υπολογισμός του επιδόματος χρόνου υπηρεσίας (χρονοεπίδομα) των γιατρών, ήταν μη νόμιμος. Ακόμη, κρίνει ότι έπρεπε όλοι οι γιατροί πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης να λαμβάνουν τον μισθό των ιατρών ΕΣΥ από 18.11.2014 και όχι από τη χρονική στιγμή της -καθυστερημένης- ένταξής τους στο ΠΕΔΥ.
Με την απόφαση αναγνωρίζεται ότι οφείλονται αναδρομικά μισθολογικές διαφορές από το 2015, οι οποίες ανέρχονται σε ποσά άνω των 30.000 ευρώ για τον κάθε γιατρό που έχει προσφύγει στα δικαστήρια.
Ο συνήγορος των γιατρών, με δήλωση του, μεταξύ άλλων ανέφερε, ότι μετά την απόφαση του Πρωτοδικείου «αισιοδοξούμε ότι και στους επόμενους δικαστικούς βαθμούς, Εφετείο και Άρειο Πάγο, θα επικυρωθεί η απόφαση και θα δικαιωθούν οριστικά και αμετάκλητα οι γιατροί, καθώς μάλιστα τον δρόμο έχει ήδη «ανοίξει» το Ελεγκτικό Συνέδριο».
Για την υπόθεση των περικοπών αποδοχών γιατρών του ΕΣΥ, του νόμου 4093/2012, αναμένεται να αποφανθεί το επόμενο διάστημα και το Συμβούλιο της Επικρατείας.