Έσχατο μεν, αλλά αρκετά πιθανό είναι, με βάση τα σημερινά δεδομένα, το σενάριο πώλησης με το «δελτίο» του ηλιέλαιου και των αλεύρων, αλλά ενδεχομένως και λοιπών αγαθών ή πρώτων υλών που επηρεάζονται από τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Παρότι αυτή τη στιγμή δεν καταγράφονται ελλείψεις στην αγορά, κυβερνητικά στελέχη -και ιδιαίτερα η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων- εμφανίζονται ανήσυχα για το μέλλον, καθώς ουδείς μπορεί να κάνει κάποια ασφαλή πρόβλεψη για το αν το επόμενο διάστημα, που ανοίγει η τουριστική σεζόν αλλά και η εαρινή καλλιεργητική περίοδος, θα υπάρχει επάρκεια αγαθών και πρώτων υλών.
Η καταγραφή των αποθεμάτων των πρώτων υλών για την παραγωγή λιπασμάτων, των λιπασμάτων, των ζωοτροφών, των δημητριακών, των αλεύρων, των σπορέλαιων (ιδίως του ηλιέλαιου), που ανακοίνωσε το υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων, αποτυπώνει τον συναγερμό που ηχεί στην αγορά, ενώ, σύμφωνα με πληροφορίες, ο κατάλογος των προϊόντων των υπό παρακολούθηση προϊόντων είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα διευρυνθεί.
Όπως επισημαίνουν αρμόδια στελέχη, πρόθεση της κυβέρνηση είναι να γνωρίζει ανά πάσα στιγμή πόσα αποθέματα και πού υπάρχουν στη χώρα, ώστε αν καταγραφούν φαινόμενα αισθητής μείωσης ή και ελλείψεις να υπάρξουν οι ανάλογες παρεμβάσεις. Διακρατικές συμφωνίες Οι πρώτες παρεμβάσεις μπορεί να είναι οι διακρατικές συμφωνίες για την προμήθεια των υπό έλλειψη προϊόντων, η αναζήτηση νέων αγορών, καθώς και η προμήθεια υποκατάστατων προϊόντων.
Αν οι παραπάνω παρεμβάσεις δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τυχόν ελλείψεις, τότε, εκ των πραγμάτων, θα τεθεί περιορισμός στις πωλήσεις, όπως έγινε το πρώτο διάστημα της πανδημίας, όπου, λόγω έλλειψης αιθυλικής αλκοόλης, τέθηκε πλαφόν στα τεμάχια πώλησης αντισηπτικών ανά πελάτη.
Πλέον, η επανάληψη αυτού του σεναρίου δεν είναι καθόλου απίθανη. Σύμφωνα με τα ίδια στελέχη, για να μην υπάρξει πρόβλημα στην αγορά, θα πρέπει οι καταναλωτές να κρατήσουν την ψυχραιμία τους και να μην μπουν στη διαδικασία άκρατης αποθεματοποίησης, η οποία εκ των πραγμάτων θα δημιουργήσει φαινόμενα ελλείψεων και πιθανόν καταστάσεων αισχροκέρδειας.
Ωστόσο, ειδικά για την επάρκεια ηλιέλαιου, οι ανησυχίες εντείνονται λόγω της έναρξης της τουριστικής περιόδου, καθώς για την εστίαση αποτελεί μία από τις βασικότερες πρώτες ύλες. Αν ο κλάδος της εστίασης αρχίσει να αποθεματοποιεί ηλιέλαιο, φοβούμενος ότι στο επόμενο διάστημα θα υπάρχουν ελλείψεις και αυξήσεις των τιμών, τότε θα υπάρξουν ενέργειες για να αποτραπεί ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Και η πιο αποτελεσματική ενέργεια είναι η πώληση με το «δελτίο», κάτι που πάση θυσία πρέπει να αποφευχθεί. Ειδικά στο ηλιέλαιο, σε ό,τι αφορά τις διακρατικές συμφωνίες, όπως αναφέρεται αρμοδίως, δεν είναι απίθανο στην περίπτωση που παραστεί ανάγκη να αναζητηθούν πρόσθετες ποσότητες από τη γειτονική Τουρκία, η οποία είναι ένας από του μεγαλύτερους παραγωγούς παγκοσμίως. Όλα όμως αυτή τη στιγμή είναι σενάρια.
Έως 60 ημέρες η κάλυψη της ζήτησης από τα διαθέσιμα αποθέματα
Για ενάμιση μήνα από σήμερα επαρκούν τα διαθέσιμα αποθέματα ηλιέλαιου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία καταναλώνει 200.000 τόνους ουκρανικού ηλιέλαιου μηνιαίως, δηλαδή το 80% των αναγκών της, σύμφωνα με την Ένωση των Ευρωπαίων εμπόρων δημητριακών και ελαιούχων σπόρων (Coceral), την Ένωση Βιομηχανιών Φυτικών Eλαίων της E.E. (Fediol) και την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Παραγωγών Ζωοτροφών (FEFAC).
Στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι εισέρχεται από την Ουκρανία ποσοστό που αντιστοιχεί τουλάχιστον στο 50% της εγχώριας κατανάλωσης σπορέλαιων, ωστόσο μέχρι στιγμής είναι αδιευκρίνιστο πόσα είναι τα αποθέματα ηλιέλαιου – σπορέλαιου και για πόσο χρονικό διάστημα καλύπτουν την εγχώρια ζήτηση. Σε ό,τι αφορά τα άλευρα, υπολογίζεται ότι υπάρχει επάρκεια για περίπου δύο μήνες, καθώς τα αποθέματα των μύλων σε πρώτη ύλη κινούνται στα επίπεδα των 50-60 ημερών.
Οι εισαγωγές κυρίως από τη Βουλγαρία έχουν αρχίσει αλλά με περιορισμούς, ενώ η τιμή του μαλακού σίτου αυξάνεται αλματωδώς.
Ζωοτροφές
Στο πεδίο των ζωοτροφών, πέρα από το άλμα των τιμών στην αγορά καταγράφονται ελλείψεις µε αναφορές από την Κρήτη και άλλα νησιά, που αναφέρουν ότι οι κτηνοτρόφοι προμηθεύονται µε «δελτίο» και πλαφόν τα 10 τσουβάλια τις ζωοτροφές για τις μονάδες τους.
Σημειώνεται ότι η εγχώρια κτηνοτροφία χρειάζεται περί τα 7-8 εκατομμύρια τόνους δημητριακών ετησίως για ζωοτροφές. Πλαφόν στη χρήση λιπασμάτων βάζουν μόνοι τους οι παραγωγοί εξαιτίας του αυξημένου κόστους, γεγονός που δυνητικά συνεπάγεται χαμηλότερες αποδόσεις των καλλιεργειών και ακόμη υψηλότερα τις τιμές των τροφίμων.
Η Ρωσία είναι ένας παγκόσμιος παραγωγός χαμηλού κόστους και υψηλού όγκου για όλα τα βασικά λιπάσματα, ενώ μετά τον Καναδά αποτελεί τον δεύτερο μεγαλύτερο παραγωγό ποτάσας, βασικού συστατικού που χρησιμοποιείται σε μεγάλες καλλιέργειες. Οι κυρώσεις που έχουν επιβάλει οι ΗΠΑ και η Ευρώπη σε βάρος της Λευκορωσίας που παράγει το ένα πέμπτο της παγκόσμιας παραγωγής ποτάσας επιβαρύνουν περαιτέρω την αλυσίδα προσφορά.
Naftemporiki.gr