Γράφει ο Γιώργος Ευγενίδης
Όλες αυτές τις μέρες έχει ξεκινήσει εκ νέου η συζήτηση για τον ρόλο της Κεντροαριστεράς στη χώρα, μετά και την επαναφορά του Γιώργου Παπανδρέου, μέσω προσχώρησης στη Δημοκρατική Συμπαράταξη, αλλά και την ανακοίνωση της πρωτοβουλίας Διαμαντοπούλου-Ραγκούση-Φλωρίδη για μια νέα κίνηση στον εν λόγω χώρο.
Αν το δούμε καθαρά στρατηγικά, η Φώφη Γεννηματά έκανε μια κίνηση ματ. Γνωρίζοντας εδώ και μέρες πως αυτή την Κυριακή οι τρεις θα ανακοινώσουν την κίνησή τους από τη Θεσσαλονίκη, έσπευσε να «μπετονάρει» τον δικό της χώρο. Επανέφερε τον Γιώργο Παπανδρέου στο προσκήνιο, γνωρίζει επίσης πως ο Βαγγέλης Βενιζέλος δεν θα έκανε διασπαστική κίνηση παρά τη δυσαρέσκειά του και ξεκίνησε να διευρύνει την Κ.Ο. της. Αρχικά με τον Ιλχάν Αχμέτ και τον Λεωνίδα Γρηγοράκο και έπεται και συνέχεια. Παράλληλα, μείωσε το όποιο ενδιαφέρον για την κίνηση των τριών και παράλληλα έσπευσε να απαντήσει προκαταβολικά αρνητικά σε ενδεχόμενη πρόσκλησή τους για συμπόρευση και δημιουργία ενός ενιαίου φορέα, όπου θα ήταν δύσκολο το ΠΑΣΟΚ να διατηρήσει την αυτονομία του.
Τι θα κάνουν οι τρεις; Άγνωστο, αλλά το μόνο που τους έχει απομείνει είναι είτε να δημιουργήσουν ένα κίνημα προβληματισμού, το οποίο θα έχει άδοξο τέλος, είτε να απευθύνουν πρόσκληση στο Ποτάμι, το οποίο έχει πάρει την κατηφόρα, προκειμένου να δημιουργηθεί ένας νέος, ενιαίος φορέας.
Όλα αυτά είναι καλά και άγια και αντιλαμβάνομαι πλήρως την ανάγκη μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ να υπάρχει ένας πολιτικός χώρος, μια τρίτη εναλλακτική, που θα παίζει σημαίνοντα ρόλο στη δημιουργία κυβερνήσεων συνασπισμού, όπως άλλωστε είναι και το μέλλον της χώρας. Και θα είναι ιδανικό, αυτός ο τρίτος παράγοντας να είναι κάποιο κόμμα της Σοσιαλδημοκρατίας και όχι η Χρυσή Αυγή.
Δεν είμαι όμως αισιόδοξος γι’ αυτό το σενάριο. Από αυτή εδώ τη στήλη έχουμε έγκαιρα γράψει τις αυξητικές τάσεις της Χρυσής Αυγής. Δεν επρόκειτο για ένστικτο ή προαίσθηση. Είναι πληροφόρηση, η οποία πηγάζει από σοβαρές μετρήσεις, τις οποίες έχουν στα χέρια τους τόσο κόμματα όσο και παράγοντες της αγοράς. Αυτές οι μετρήσεις δείχνουν μια ριζοσπαστικοποίηση του εκλογικού σώματος, το οποίο στρέφεται όλο και περισσότερο σε αντισυστημικές επιλογές, μεταξύ των οποίων και το φασιστικό μόρφωμα της Χρυσής Αυγής. Συνεπώς, θα με λυπήσει ιδιαίτερα, αλλά δεν θα με εκπλήξει να δω τη Χρυσή Αυγή τρίτο κόμμα εκ νέου και αυτή τη φορά με διψήφιο ποσοστό. Ελπίζω πραγματικά, όπως είχα γράψει και την προηγούμενη φορά, να ενεργοποιηθούν τα δημοκρατικά αντανακλαστικά της κοινωνίας και να μην το δούμε αυτό το πράγμα, αλλά δεν είμαι ούτε ρομαντικός ούτε αισιόδοξος.
Σε αυτό το περιβάλλον, συνεπώς, η απλή συγκόλληση δυνάμεων στον χώρο της Κεντροαριστεράς δεν λέει τίποτα στον κόσμο. Μπορεί κανείς να έχει όποια άποψη θέλει, καλή ή κακή, για την ποιότητα της πολιτικής σκέψης της κοινής γνώμης και για το εκλογικό της κριτήριο. Κι εγώ έχω τη δική μου, αλλά, δυστυχώς, η πλειοψηφία διαμορφώνει τους συσχετισμούς. Και, για την πλειοψηφία, ονόματα όπως του Παπανδρέου, της Διαμαντοπούλου κλπ. έχουν αρνητική πόλωση. Δεν χρειάζονται πολλά, απλά βγείτε και ρωτήστε ένα τυχαίο δείγμα ανθρώπων στο δρόμο. Επομένως, τόσο οι τακτικές κινήσεις, όσο και οι ανακοινώσεις για νέους φορείς, είναι ενδιαφέρουσες εξελίξεις για εμάς που παρακολουθούμε το πολιτικό ρεπορτάζ, αλλά για την κοινωνία είναι irrelevant. Και η κοινωνία δεν θα πειστεί να ψηφίσει τη Δημοκρατική Συμπαράταξη επειδή επέστρεψε ο Παπανδρέου, ούτε το κόμμα της Διαμαντοπούλου και των υπολοίπων επειδή μιλούν αφηρημένα για μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη ο τόπος.
Η ευκαιρία της Σοσιαλδημοκρατίας στη χώρα ήταν η Κίνηση των 58 το 2013, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε ξεφύγει. Από εκεί και πέρα, όσο δεν αρθρώνεται πειστικός πολιτικός λόγος και επαναλαμβάνονται χιλιοπαιγμένα «μπρος-πίσω» ο κόσμος δεν θα έρθει πιο κοντά σε αυτόν τον πολιτικό χώρο. Και αυτό, με δεδομένη την άνοδο της Χρυσής Αυγής, θα είναι πραγματικά κρίμα.